Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η τροπολογία που κατέθεσε χθες στη Βουλή ο ΣΥΡΙΖΑ για τη μηδενική φορολόγηση των αναδρομικών των συνταξιούχων, αν και εμπεριέχει ένα μέτρο κοινωνικής δικαιοσύνης, υπό το φως του κύματος ακρίβειας που πλήττει την οικονομία και του ευάλωτου της συγκεκριμένης εισοδηματικής τάξης, θα οδηγούσε σε ένα λάθος.
Ακριβώς όπως ήταν λάθος η περικοπή των συντάξεων αυτών των ανθρώπων, βάσει των νόμων 4093/2012 και 4051/2012, όπως έκρινε και το Συμβούλιο της Επικρατείας με τις αποφάσεις του υπ’ αριθμ. 1439-1443/2020, οδηγώντας στην αναδρομική καταβολή των παρακρατηθέντων ποσών, έτσι θα ήταν λάθος τόσο η μηδενική φορολόγηση αυτών των ποσών, που ζητά ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο και η διεκδίκηση της πλήρους διαφοράς φορολογίας των δυο εμπλεκομένων ετών (χρήσεις 2015 2016) στη διάρκεια του τρέχοντος έτους, όπως ορίζει σήμερα η ΑΑΔΕ.
Συγκεκριμένα, βάσει όσων προβλέπονται, θα υποβληθεί ξεχωριστή τροποποιητική δήλωση για κάθε ένα από αυτά τα δυο έτη και στη συνέχεια θα γίνει εκ νέου εκκαθάριση των δηλώσεων αυτών των ετών.
Τα αναδρομικά, αφού προστεθούν στα εισοδήματα των ετών 2015 και 2016, θα φορολογηθούν στο σύνολο που θα προκύψει με τους αντίστοιχους συντελεστές για κάθε έτος. Τα αναδρομικά ποσά, επειδή θα θεωρηθούν εισοδήματα από συντάξεις, θα υπαχθούν σε φορολόγηση με τους συντελεστές 22% έως 42% της κλίμακας φόρου που ίσχυε το 2015 και με τους συντελεστές 22% έως 45% που ίσχυε το 2016 για τις συντάξεις. Το σύνολο δε του βεβαιωθέντος φόρου, πέραν των ποσών που έχουν ήδη καταβληθεί, θα ζητηθεί έως το τέλος του έτους. Ακόμη, σε όσους συνταξιούχους το εισόδημα υπερβεί τις 12.000 ευρώ, μετά τη νέα εκκαθάριση, θα καταλογιστεί και ειδική εισφορά αλληλεγγύης, οδηγώντας σε περαιτέρω επιβάρυνση και μάλιστα σε μία περίοδο που χαρακτηρίζεται από έντονες πληθωριστικές πιέσεις.
Υπάρχει μέσος δρόμος, μεταξύ της πλήρους και μηδενικής φορολόγησης; Ασφαλώς υπάρχει και εφαρμόστηκε κατά τη φορολόγηση των ειδικών μισθολογίων, μέσω του ν. 4472/2017, με την αυτοτελή φορολόγηση των αναδρομικών με συντελεστή 20% ή με όποιο συντελεστή κριθεί δίκαιος.
Πρόκειται για μία διαδικασία θεσμοθετημένη, που έχει ήδη χρησιμοποιηθεί και η οποία αφενός αντιμετωπίζει σχετικά ευμενέστερα την πολύπαθη τάξη των συνταξιούχων, αφετέρου δεν οδηγεί στην ατραπό της μηδενικής φορολόγησης, η οποία εκτός από άδικη θα ήταν και αντισυνταγματική, καθώς θα παραβίαζε την αρχή της αναλογικότητας.
Αν και το εισόδημα των συνταξιούχων υπέστη βλάβη από τις περικοπές, η χορήγηση των αναδρομικών αποκατέστησε αυτήν τη βλάβη και η μη φορολόγηση αυτών των ποσών θα συνιστούσε διακριτική μεταχείριση υπέρ τους και κατά των λοιπών φορολογουμένων.
Από την άλλη πλευρά, η ενδεχόμενη αύξηση των συντελεστών φορολόγησης, όπως περιγράφουμε παραπάνω, η τυχόν επιπρόσθετη επιβολή ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης και η διεκδίκηση της βεβαιωθείσας διαφοράς φόρου εντός του ιδίου φορολογικού έτους, θα συνιστούσε -κατά πάσα βεβαιότητα- ακόμη μία αδικία εις βάρος μίας -κατά τεκμήριο- αδύναμης οικονομικής τάξης.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, τόσο η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών όσο και η ΑΑΔΕ θα μπορούσαν να ακολουθήσουν μία μέση οδό, η οποία έχει ήδη ακολουθηθεί κατά το παρελθόν για τα ειδικά μισθολόγια. Φορολόγηση των αναδρομικών ποσών με συντελεστή 20% και εξέταση του ενδεχομένου αυτόματης ένταξης του βεβαιωθέντος φόρου, σε καθεστώς αποπληρωμής μέσω πολλών μηνιαίων δόσεων.
Έχει ξαναγίνει και είναι δυνατόν να επαναληφθεί.