Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Εάν υπάρχει μία έννοια με καταλυτική σημασία στο πλαίσιο της εμβολιαστικής προσπάθειας η οποία καταβάλλεται για την αναχαίτιση της πανδημίας, αυτή δεν είναι άλλη από την έννοια της εμπιστοσύνης.
Του αισθήματος, δηλαδή, που καλείται να εναποθέσει το ευρύ κοινό στην πεποίθηση ότι διαμέσου αυτής της προσπάθειας όχι μόνον δεν θα υπάρξει βλάβη ή ζημία για τον άνθρωπο αλλά αντίθετα θα καταστεί δυνατή η χαλιναγώγηση της πανδημίας που τον μαστίζει την τελευταία διετία.
Η απουσία, εξάλλου, αυτού του αισθήματος, τόσο προς τα εμβόλια όσο και προς τις κυβερνήσεις που προωθούν την εμβολιαστική προσπάθεια, φέρει σαφές μερίδιο ευθύνης για τις κάθε λογής διαμαρτυρίες οι οποίες εκδηλώνονται παγκοσμίως και εσχάτως συγκλονίζουν σειρά ευρωπαϊκών πρωτευουσών.
Έτσι, λοιπόν, όταν υπουργός αναγγέλλει δημοσίως ότι μέτρο που είχε ληφθεί για τον πειθαναγκασμό των ανεμβολίαστων στον εμβολιασμό, επί ποινή προστίμου σε περίπτωση άρνησης ή αμέλειας, πρόκειται να λάβει χρονική παράταση, για να διαψευσθεί λίγο αργότερα από συνάδελφό του υπουργό, το πλήγμα στην όλη υπόθεση της “εμπιστοσύνης” είναι διπλό.
Και τούτο, διότι όχι μόνον εμφανίζεται να υπαναχωρεί η κυβέρνηση από την αρχική της πρόθεση να επιβάλλει ένα μέτρο που στόχο έχει να σώσει ζωές αλλά και επειδή εντός της ίδιας ημέρας, αυτή η τοποθέτηση αναιρείται, δίδοντας την εντύπωση, αν μη τι άλλο, ότι ο σχεδιασμός που ακολουθείται, τόσο για την διαχείριση της πανδημίας, όσο και επικοινωνιακά, είναι ελλειμματικός.
Οι ακριβείς λεπτομέρειες όσων μεσολάβησαν από την ώρα που ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών, Στέλιος Πέτσας, άφησε ανοικτό, με δηλώσεις του στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΙ 100,3, το ενδεχόμενο να δοθεί παράταση και να μην ισχύσει από τις 16 Ιανουαρίου η επιβολή του προστίμου για τους πολίτες άνω των 60 ετών που παραμένουν ανεμβολίαστοι, έως τη στιγμή που απέκλεισε το συγκεκριμένο ενδεχόμενο, με δηλώσεις του στην τηλεόραση του ΣΚΑΙ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου, δεν είναι γνωστό, αν και μπορεί κανείς να το εικάσει.
Αυτό που είναι απολύτως γνωστό, ωστόσο, είναι ότι δυο υπουργοί της κυβέρνησης Μητσοτάκη εμφανίστηκαν να αναιρούν ο ένας τον άλλο, σε διάστημα λίγης ώρας, επί ενός ζητήματος το οποίο, ούτως ή άλλως, ήδη προκαλεί ένταση στην ελληνική κοινωνία.
Ως αποτέλεσμα αυτής της δημόσιας διαμάχης γιατί θα έπρεπε να εκπλήξει τυχόν τραύμα στο όποιο επίπεδο εμπιστοσύνης έχει κτιστεί μεταξύ όσων παραμένουν ανεμβολίαστοι, αποτρέποντας τους έτσι από το να εμβολιαστούν;
Ποιο είναι το μήνυμα, δε, που απευθύνει η παρούσα κυβέρνηση προς το ευρύ κοινό, εμβολιασθέντες ή μη, διαμέσου αυτής της εικόνας, ως προς την ποιότητα του σχεδιασμού στην καταπολέμηση της πανδημίας, αν όχι το χειρότερο;
Φίλτατοι, θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει όσα διαδραματίστηκαν χθες από τις συχνότητες του ΣΚΑΙ ως μία ατυχή επικοινωνιακή στιγμή δύο υπουργών της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ελάσσονος σημασίας, αντίστοιχες της οποίας έχουν προσφέρει πολλές κυβερνήσεις, όλων των αποχρώσεων, κατά το παρελθόν. Θα ήταν δε, ενδεχομένως, μία βολική ερμηνεία των πραγμάτων.
Δυστυχώς, δεν είναι έτσι. Το διακύβευμα εν προκειμένω δεν είναι η εικόνα της κυβέρνησης Μητσοτάκη αλλά η εμβολιαστική προσπάθεια και όσα αυτή συνεπάγεται για τη δυνατότητα της χώρας μας να χαλιναγωγήσει την πανδημία. Προς αυτήν, δε, ελάχιστη υπηρεσία προσέφεραν χθες οι τοποθετήσεις των δυο, φίλτατων κατά τα λοιπά, υπουργών.