Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Εάν μέτρο της πρόσφατης αμυντικής συμφωνίας Ελλάδος - Γαλλίας είναι ο εκνευρισμός που αυτή ήδη προκαλεί στην Άγκυρα, τότε η αξία της είναι ανεκτίμητη. Αυτή την αξία, όμως, το ελληνικό πολιτικό σύστημα εμφανίζεται να την υποδέχεται διχασμένο και ανέτοιμο να προτάξει ένα εθνικό μέτωπο.
Την Πέμπτη, 7 τρέχοντος, τίθεται προς συζήτηση και ψήφιση στην ολομέλεια της Βουλής η συγκεκριμένη συμφωνία. Ήδη, όμως, είναι σαφές ότι είναι πολύ πιθανό τούτη να καταψηφιστεί τουλάχιστον από την αξιωματική και ενδεχομένως από άλλες πτέρυγες της αντιπολίτευσης.
Η κυβέρνηση έχει καταστήσει σαφές ότι δεν πρόκειται να υπάρξουν αλλαγές στη συγκεκριμένη συμφωνία και ότι τούτη θα κυρωθεί ως έχει από τη Βουλή, απαντώντας έτσι στην εισήγηση που φέρεται να έκανε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Α. Τσίπρας στο Π.Σ. του κόμματός του, ζητώντας την τροποποίηση δύο σημείων της συμφωνίας, στα άρθρα 2 και 18.
Στο μεν πρώτο, ο κ. Τσίπρας εμφανίζεται να ζητά να συμπεριληφθούν στην αμυντική συμφωνία, πέραν της Επικράτειας, και οι θαλάσσιες οικονομικές ζώνες και στο δεύτερο, ζητά να απαλειφθεί η πρόβλεψη περί ρήτρας αμυντικής συνδρομής, δηλαδή της δυνατότητας αποστολής ελληνικών στρατευμάτων στο Σαχέλ, μίας ευρείας αφρικανικής περιοχής, εκτός γαλλικής επικράτειας.
Η κυβέρνηση, δια στόματος του εκπροσώπου της κ. Γ. Οικονόμου, έκανε λόγο για «δικαιολογίες» και «υπεκφυγές», προκειμένου ο ΣΥΡΙΖΑ να καταψηφίσει τη συμφωνία, ενώ περισσότερα επί του συγκεκριμένου ζητήματος αναμένονται σήμερα, κατά την κοινή συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας και του πολιτικού συμβουλίου του συγκεκριμένου κόμματος.
Στον βαθμό που δεν υπάρξουν υπαναχωρήσεις της ύστατης ώρας, ένθεν και ένθεν, η Ελλάδα στέλνει έτσι ένα ιδιαίτερα αρνητικό μήνυμα προς φίλους και κυριότερα εχθρούς, υποδεχόμενη την πλέον σημαντική διμερή αμυντική συμφωνία της, μεταπολεμικά, διχασμένη.
Η ευθύνη, δε, για αυτό τον διχασμό, δεν αφορά αποκλειστικά στην αξιωματική αντιπολίτευση. Μολονότι οι ενστάσεις ΣΥΡΙΖΑ μπορούν να απαντηθούν, τόσο στο ζήτημα της ΑΟΖ, όσο και σε εκείνο του Σαχέλ, απότοκο της δημόσιας διατύπωσής τους και βεβαίως της καταψήφισης της συμφωνίας στην Βουλή, θα είναι η αδυναμία της Ελλάδας να επιδείξει ένα αρραγές εθνικό μέτωπο επί ενός κρίσιμου αμυντικού ζητήματος. Κάτι το οποίο, ενδεχομένως, θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, εάν είχε υπάρξει μία στοιχειώδης συνεννόηση επί του θέματος μεταξύ των κυριότερων πολιτικών δυνάμεων της χώρας, ακόμη και ατύπως.
Αν και θα κριθούν επί του «πεδίου» οι διαβεβαιώσεις του υπουργού Άμυνας Ν. Παναγιωτόπουλου ότι «επικράτεια δεν είναι αμιγώς το έδαφος αλλά το σύνολο της επιφάνειας. Περιλαμβάνει και θαλάσσιες περιοχές» καθώς και ότι «η συμφωνία ισχύει σε κάθε περίπτωση, αρκεί οι δύο χώρες να διαπιστώσουν από κοινού την ανάγκη συνδρομής», είναι δεδομένο ότι η χώρα μας δεν έχει ανακηρύξει ΑΟΖ, πέραν εκείνων που συμφώνησε με την Ιταλία και την Αίγυπτο.
Την ίδια ώρα, όμως, στα ανατολικά της Κρήτης και σε απόσταση περίπου 10 ναυτικών μιλίων, εντός της οριοθετημένης ελληνικής ΑΟΖ, σημειώθηκαν οι τελευταίες τουρκικές προκλήσεις κατά του ερευνητικού σκάφους Νautical Geo...
Όσο, δε, για το αίτημα του ΣΥΡΙΖΑ να εξαιρεθεί το Σαχέλ από τη ρήτρα αμυντικής συνδρομής μεταξύ Ελλάδος και Γαλλίας, είναι προφανές ότι τούτο συμπεριελήφθη ως αναγκαίο “quid pro quo” μεταξύ των δύο πλευρών, ούτως ώστε να εξασφαλισθεί η συμφωνία.
Εάν θέλουμε γαλλικές δυνάμεις να προασπίζονται τα εθνικά μας συμφέροντα, πρέπει και εμείς να παρέχουμε τη συνδρομή μας, όπου αυτή ζητείται, προς τη Γαλλία. Ας μην ξεχνάμε, εξάλλου, ότι η χώρα μας έχει στείλει στρατιωτικό προσωπικό έως και στο Αφγανιστάν, στο πλαίσιο των συμμαχικών της υποχρεώσεων στο ΝΑΤΟ.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, αν και η αξιωματική αντιπολίτευση εμφανίζεται να αναγνωρίζει τη στρατηγική σημασία της συγκεκριμένης συμφωνίας με τη Γαλλία, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι θα μπορούσε και η ίδια να την έχει συνάψει αλλά καλύτερη, δηλώνει ότι θα την καταψηφίσει στη Βουλή.
Πρόκειται για μία στάση σαφώς χαμηλότερη των περιστάσεων, η οποία εντάσσεται σε μικροπολιτικές σκοπιμότητες και οφείλει ακόμη και την ύστατη ώρα να αλλάξει.