Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η απειλή επιστράτευσης ιδιωτών ιατρών που διετύπωσε χθες ο υπουργός Υγείας Β. Κικίλιας σε περίπτωση που αυτοί δεν ανταποκριθούν στην έκκλησή του για εθελοντική προσφορά των υπηρεσιών τους στο ΕΣΥ, συνιστά σαφώς μία ομολογία ήττας εκ μέρους της ελληνικής πολιτείας.
Όπως ομολογία ήττας είναι κάθε καταφυγή σε εκβιαστικά διλήμματα αυτού του τύπου, καθώς καταδεικνύουν ότι η πολιτική που ακολουθείτο έως τότε απέτυχε του σκοπού της. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, είτε αυτή αφορούσε στην ενίσχυση του ΕΣΥ με ίδια μέσα είτε στην προσέλκυση ιδιωτών για αυτό τον σκοπό.
Το τελεσίγραφο που έθεσε, όμως, χθες ο υπουργός Υγείας συνιστά ομολογία ήττας για ακόμη δύο λόγους. Πρώτον, διότι διατυπώνεται την ύστατη ώρα, όταν η επιδημιολογική εικόνα εμφανίζεται ιδιαίτερα επιβαρυμένη και τα στοιχεία κρουσμάτων και διασωληνωθέντων ασθενών βρίσκονται σε επίπεδα-ρεκόρ και δεύτερον, καθώς αφορά στην προσέλκυση τουλάχιστον 200 ιατρών και συγκεκριμένα, πνευμονολόγων, παθολόγων και γενικών ιατρών, εκ των οποίων αριθμούνται μερικές χιλιάδες ανά την επικράτεια.
Στην Ελλάδα, η οποία θεωρείται ως χώρα στην οποία υφίσταται υπερπληθυσμός ιατρών, γιατί έτυχαν τόσο χαμηλής ανταπόκρισης οι εκκλήσεις Κικίλια για ιδιώτες γιατρούς;
Υπό το φως, δε, της αποτυχίας που συνόδευσε έως τώρα τη συγκεκριμένη έκκλησή του, τι απέτρεψε τον κ. Κικίλια από το να προχωρήσει απευθείας στην επιστράτευση των υπηρεσιών αυτών των ειδικοτήτων και επέλεξε να καταφύγει στη διατύπωση εκβιαστικών διλημμάτων προς τους ιδιώτες γιατρούς; Στο τέλος, εάν δεν υπάρξει ανταπόκριση εκ μέρους τους, δεν θα αναγκαστεί να καταφύγει ακριβώς στο ίδιο μέτρο με το οποίο σήμερα εκβιάζει;
Φίλτατοι, αυτό το οποίο διαδραματίζεται ενώπιόν μας αφορά, κυρίως, την αδυναμία του Εθνικού Συστήματος Υγείας να ανταποκριθεί στις ανάγκες που του θέτει η τρέχουσα πανδημία. Υπό το φως του γεγονότος αυτού, όσο θεάρεστη κι αν κρίνεται η μέχρι τούδε ενίσχυση του ΕΣΥ σε προσωπικό και εξοπλισμό, αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος ότι δεν ήταν επαρκής.
Διέθετε έως τώρα χρόνο η κυβέρνηση να προχωρήσει στα απαραίτητα βήματα για την περαιτέρω ενίσχυση του ΕΣΥ; Διέθετε τον απαραίτητο χρόνο αλλά και τα μέσα ώστε να προσελκύσει ιδιώτες γιατρούς στο ΕΣΥ; Μπορούσε να προχωρήσει σε επιτάξεις, εάν αποτύγχαναν όλα αυτά;
Οι απαντήσεις και στα τρία ερωτήματα είναι προφανείς.
Αντί να έχουν γίνει όλα αυτά όμως, σήμερα έχουμε μία κυβέρνηση, η οποία αναγκάζεται να διατυπώσει μία έκκληση σε δραματικούς τόνους και με την επίκληση του ιατρικού όρκου, δια στόματος του υπουργού Υγείας, συνοδεύοντάς την από το εκβιαστικό τελεσίγραφο: «Εάν δεν έρθετε μόνοι σας, θα σας φέρω με το ζόρι». Όλο αυτό, όμως, συνιστά μία σαφή αποτυχία και μία προφανή ομολογία ήττας.
Αντίστοιχα, όμως, αποτελεί μέτρο στάθμισης και της συμπεριφοράς της λεγομένης «ιδιωτικής υγείας» στην Ελλάδα στο πεδίο των ιδιωτών ιατρών.
Η ώρα της συνδρομής του ΕΣΥ από τον ιδιωτικό τομέα, τόσο με έμψυχο υλικό όσο και με εξοπλισμό, έχει σημάνει εδώ και καιρό και συνιστά ένδειξη μίας διπλής αποτυχίας, του κράτους αλλά και των ιδιωτών, το γεγονός ότι οι εκκλήσεις Κικίλια υπήρξαν άκαρπες έως τώρα.
Νομιμοποιεί, δε, υπό το φως της έξαρσης που παρουσιάζει η πανδημία και της απώλειας ανθρώπινης ζωής που αυτή συνεπάγεται, κάθε «ριζικό μέτρο» εκ μέρους της πολιτείας, όπως η επίταξη υπηρεσιών.
Εμπράκτως, όμως, όχι με... απειλές!