Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Οποιαδήποτε διαδικασία αξιολόγησης, όπως, φερειπείν, αυτή που προωθεί ο πρωθυπουργός για τα μέλη της κυβέρνησής του, οδηγεί σε κάποια αποτελέσματα. Θετικά για ορισμένους, αρνητικά για άλλους.
Αναπόφευκτα, δηλαδή -στην περίπτωση της κυβέρνησης Κ. Μητσοτάκη- οδηγεί σε ανασχηματισμό. Διότι δεν είναι δυνατόν να «αξιολογηθεί» ένας υπουργός ή ένας υφυπουργός πως «πιάνει κάτω από τη βάση» και να παραμείνει στη θέση του ή αντίστοιχα να κριθεί ότι όλοι οι υπουργοί «βαθμολογούνται» πάνω από τη βάση. Η απουσία βελτίωσης της καθημερινότητας των πολιτών δεν θα επέτρεπε μια τέτοια εξέλιξη, τουλάχιστον έναντι ενός νοήμονος κοινού.
Έτσι λοιπόν, στον βαθμό που θα προωθηθεί η παραπάνω διαδικασία αξιολόγησης, τα δημοσιεύματα που κάνουν λόγο για επικείμενο ανασχηματισμό, περί τα τέλη Μαρτίου ή αμέσως μετά, ευσταθούν. Ούτως ή άλλως, μολονότι ιστορικά ουδείς ανασχηματισμός έχει προαναγγελθεί, η κυβέρνηση επιμελώς δεν τοποθετήθηκε επί των δημοσιευμάτων αυτών.
Εάν κυλήσουν όμως έτσι τα πράγματα, μόλις εννέα μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων τους, μία σειρά από στελέχη της παρούσας κυβέρνησης θα αναγκαστούν να παραδώσουν τα «κλειδιά» των υπουργείων τους στους διαδόχους τους, που θα ορίσει ο πρωθυπουργός.
Με άλλα λόγια, πάνω που έμαθαν τη δουλειά, θα κάτσουν «στον πάγκο» και η «μπάλα» θα δοθεί σε άλλους. Με αυτή τη μέθοδο, όμως, διακινδυνεύουμε -εκ των πραγμάτων- να υποστούμε ακόμη μία περίοδο «εκμάθησης» -δηλαδή καθυστερήσεων- για όσους αναλάβουν υπουργεία τα ηνία των οποίων δεν κατείχαν στο παρελθόν.
Ακόμη όμως κι αν είχαν διατελέσει παλαιότερα υπουργοί ή υφυπουργοί στα συγκεκριμένα πόστα, τούτο θα ήταν προ πενταετίας τουλάχιστον, γεγονός το οποίο συνεπάγεται και πάλι μία περίοδο εκμάθησης.
Όλα αυτά, δε, σε μία εποχή κατά την οποία τα ελληνικά «χαρτιά» παρουσιάζουν θεαματικές επιδόσεις, με τα ομόλογα να σημειώνουν σερί ιστορικών ρεκόρ και το Χρηματιστήριο να αναδεικνύεται ως μία από τις καλύτερες ευρωπαϊκές τοποθετήσεις. Η δε χώρα μας εμφανίζει σαφώς καλύτερες οικονομικές επιδόσεις έναντι του ευρωπαϊκού περίγυρου, είτε της Ευρωζώνης είτε της ΕΕ των 27.
Αντίστοιχα, οι άμεσες ξένες επενδύσεις εμφανίζουν σαφή αύξηση, διαμορφούμενες σε 4,1 δισ. ευρώ το 2019, έναντι 3,4 δισ. ευρώ το 2018, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε χθες στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος.
Υπό αυτό το πρίσμα, οι -αναπόφευκτες- αλλαγές τις οποίες αναμένεται να προωθήσει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη σύνθεση της κυβέρνησής του θα όφειλαν να είναι ιδιαίτερα στοχευμένες, ούτως ώστε να μην επιδράσουν κατά τρόπο αρνητικό στο υφιστάμενο οικονομικό κλίμα.
Ούτως ή άλλως, από τη στιγμή και μετά που γίνεται γνωστή η πρόθεση του εκάστοτε πρωθυπουργού να προχωρήσει σε ανασχηματισμό, αυτομάτως οι ρυθμοί εργασίας των εμπλεκομένων αλλά και μίας σειράς υφισταμένων τους πέφτουν και οι υπογραφές, που τόσο χρειάζεται η οικονομία για να δουλέψει, απουσιάζουν ή εντέλει καθυστερούν.
Εάν είναι να γίνει ανασχηματισμός, θα ήταν απολύτως «θεάρεστο» -τουλάχιστον από οικονομικής απόψεως- να γίνει το ταχύτερο δυνατόν και κατά τρόπο «χειρουργικό», ούτως ώστε να διαφυλαχθεί το όποιο θετικό «μομέντουμ» έχει αποκτήσει η οικονομία.
Εάν αναλωθεί η παρούσα κυβέρνηση στην εξυπηρέτηση εσωκομματικών σκοπιμοτήτων και την τήρηση ισορροπιών, είναι ιδιαίτερα αμφίβολο εάν θα φθάσει στα επιθυμητά για τον τόπο και την οικονομία αποτελέσματα.