Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Την προηγούμενη Δευτέρα, 10 τρέχοντος, η κυβέρνηση εξήγγειλε ένα πακέτο μέτρων για το προσφυγικό/μεταναστευτικό ζήτημα, καλλιεργώντας προσδοκίες ότι θα υπάρξει -τουλάχιστον- μία προσπάθεια να μπει τάξη εκεί που σήμερα βρίσκεται το χάος. Δηλαδή, να δημιουργηθούν κλειστές και ελεγχόμενες δομές υποδοχής και φιλοξενίας εκεί όπου σήμερα υπάρχουν παραπήγματα και άθλιες συνθήκες διαβίωσης, να μπει ένας έλεγχος στις ΜΚΟ, οι οποίες σήμερα δρουν -στην καλύτερη περίπτωση- «εν λευκώ» και τέλος, να υπάρξει στενότερη φύλαξη των συνόρων και επιτάχυνση των διαδικασιών χορήγησης ασύλου ή άρνησής του και άρα επαναπροώθησης των αιτούντων.
Ακολούθησαν, όπως αναμενόταν, αντιδράσεις και χθες, Δευτέρα, το «πουλόβερ» άρχισε να ξηλώνεται, με τον αρμόδιο υπουργό Ν. Μηταράκη να ανακοινώνει «πάγωμα» των επιτάξεων που είχε εξαγγείλει μόλις προ οκταημέρου, ώστε να υπάρξει διαβούλευση με τις τοπικές αρχές στα νησιά του Β. Αιγαίου και η τοπική αυτοδιοίκηση να υποδείξει χώρους για τη δημιουργία των κλειστών δομών. Έδωσε, δε, μία εβδομάδα διορία για αυτόν τον σκοπό.
Με άλλα λόγια, ο φίλτατος κ. Μηταράκης επιχείρησε να εμφανιστεί διαλλακτικός, όταν μόλις προ εβδομάδος εμφανιζόταν αδιάλλακτος και να άρει έτσι τις όποιες αρνητικές εντυπώσεις είχε δημιουργήσει η αιφνιδιαστική ανακοίνωση περί επιτάξεων χώρων για τη δημιουργία των νέων δομών.
Έτσι, όμως, το μόνο που κατάφερε είναι να στείλει το λάθος μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις.
Ένα μήνυμα αδυναμίας προς τις τοπικές κοινωνίες, ότι υπαναχωρεί υπό το φως των αντιδράσεών τους. Ένα μήνυμα ελλιπούς σχεδιασμού προς τη λοιπή κοινωνία, δεδομένης αυτής της υπαναχώρησης και βεβαίως ένα ιδιαίτερα αρνητικό μήνυμα προς τις χιλιάδες των προσφύγων και των μεταναστών που βρίσκονται στη χώρα όσο και προς εκείνους που αναμένουν να έρθουν στην πατρίδα μας, ότι στην Ελλάδα... αν πιέσεις, κερδίζεις, ακόμη κι αν λέει άλλα η κυβέρνηση.
Μπορεί να μην είναι ακριβώς «ένα βήμα μπρος, δύο βήματα πίσω», όπως έλεγε κάποτε μία ψυχή, αλλά σίγουρα δεν είναι και ό,τι καλύτερο για ένα συγκροτημένο κράτος δυτικού τύπου.
Για την ακρίβεια, η υπαναχώρηση αυτή προστίθεται σε όσα αντιφατικά έως τώρα έχει πράξει η παρούσα κυβέρνηση για την αντιμετώπιση του προσφυγικού και μεταναστευτικού ζητήματος.
Με την ανάληψη της εξουσίας κατάργησε το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, για να το δημιουργήσει εκ νέου μετά από μήνες, ενώ άλλαξε επανειλημμένως τους «αρμοδίους» για τον χειρισμό του όλου ζητήματος, κάνοντας έναν «γύρο» μεταξύ των υπουργείων Άμυνας και Προστασίας του Πολίτη, για να επιστρέψει εκ νέου στο ανασυσταθέν Μετανάστευσης και Ασύλου.
Αν και η προηγούμενη κυβέρνηση είχε ελάχιστα θετικά να επιδείξει αναφορικά με τη διαχείριση του μεταναστευτικού/προσφυγικού ζητήματος, η παρούσα εμφανίζεται να διεκδικεί -με αξιώσεις- ακόμη λιγότερα.
Ποιο είναι όμως το μήνυμα που «εισπράττει» έτσι η ελληνική κοινωνία και το εκλογικό σώμα της χώρας; Εάν για ένα μείζον ζήτημα, όπως το μεταναστευτικό/προσφυγικό, το οποίο αφορά ίσως τη μεγαλύτερη ροή πληθυσμών στη μεταπολεμική Ευρώπη, είναι τόσο ελλιπής η κυβερνητική πολιτική, τότε πόσο «έτοιμη» είναι η παρούσα κυβέρνηση για τα τυχόν «απρόβλεπτα»;
Όσο σαφές είναι πάντως ότι οι έως τώρα χειρισμοί της υπολείπονται του ζητούμενου, άλλο τόσο είναι και ότι πρέπει -επιτέλους- να υπάρξει μία συνεκτική και αποτελεσματική πολιτική έναντι αυτού του ζητήματος.