Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Το κλίμα εθνικής ομοψυχίας και -έως έναν βαθμό- συναίνεσης που διαπιστώθηκε μεταξύ των εκπροσώπων του πολιτικού κόσμου κατά τη χθεσινή συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής είναι ασφαλώς «θεάρεστο» αλλά δεν συνιστά «πανάκεια» έναντι της ζοφερής κατάστασης με την οποία είναι αντιμέτωπη η χώρα.
Όσο συμπαθώς κι αν ήχησε η σύμπλευση τουλάχιστον των τριών κυριότερων πολιτικών σχηματισμών με τη διαπίστωση ότι η μόνη εκκρεμής διαφορά της Ελλάδας με την Τουρκία αφορά την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ και ότι η οδός της επίλυσής της δύναται να διέρχεται της Χάγης, άλλο τόσο εκκωφαντική υπήρξε η διαπίστωση απουσίας ουσιαστικών βημάτων προς αυτή την κατεύθυνση.
Μολονότι ελάχιστες ήσαν οι περιπτώσεις κατά το παρελθόν που η Ελλάδα επέδειξε αντίστοιχη κινητικότητα στην εξωτερική της πολιτική όσο κατά την τρέχουσα περίοδο, μέσω της ενίσχυσης υφιστάμενων συμμαχιών και της δημιουργίας νέων, εξακολουθεί να αμφιταλαντεύεται ως προς τη στάση που πρέπει να τηρήσει έναντι της γείτονος.
Όπως έχει ήδη δημοσίως υποστηρίξει ο κ. Π. Ευθυμίου (ΚΙΝΑΛ), εκ των συμμετεχόντων της χθεσινής συνεδρίασης, η Τουρκία, μέσω της δημοσιοποίησης χαρτών, των ισχυρισμών που διατυπώνει περί γκρίζων ζωνών και της σύναψης μνημονίων, όπως αυτών με τη Λιβύη, δημιουργεί «τετελεσμένα δια της βίας».
Η Ελλάδα, ευλόγως, «απαντά» επικαλούμενη το διεθνές δίκαιο και εν προκειμένω το δίκαιο των Θαλασσών, όμως, η στάση τούτη συνιστά επί της ουσίας κενό γράμμα, ενόσω δεν συνοδεύεται από κινήσεις ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής, όπως θα ήταν ο καθορισμός ΑΟΖ.
Έναντι αυτού του σαφούς δεδομένου, «η Τουρκία ή θα προσέλθει σε διάλογο, όπως οφείλει, ή θα προβεί σε τυχοδιωκτικές ενέργειες, που, όμως, θα την απομονώσουν αυτόματα διεθνώς. Γιατί τότε, με την ανακήρυξη της ελληνικής ΑΟΖ, η τουρκική πλευρά δεν θα μπορεί να επικαλείται καμιά «γκρίζα» περιοχή, ισχυρισμός που σήμερα είναι η βάση του θράσους και της κουτοπονηριάς της», σημειώνει ο κ. Ευθυμίου σε συνέντευξη που παραχώρησε πρόσφατα στη «Νέα Σελίδα».
Ωστόσο, δεν είμαστε ακόμη εκεί. Για την ακρίβεια, δεν έχουμε εξασφαλίσει ούτε καν τον καθορισμό ΑΟΖ από την πλευρά του Ιονίου και της Αδριατικής, δηλαδή με την Αλβανία και την Ιταλία.
Όπως αναφέρουν ασφαλείς πηγές, μολονότι το ζήτημα καθορισμού των ορίων ΑΟΖ και υποβολής συντεταγμένων στον ΟΗΕ ετέθη κατά τη χθεσινή συνεδρίαση του Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής, δεν διεφάνη η ύπαρξη βούλησης πραγματοποίησης βημάτων προς αυτή την κατεύθυνση, τουλάχιστον κατά το αμέσως επόμενο διάστημα.
Ενόσω, όμως, η Ελλάδα δεν προχωρά σε αυτά τα βήματα, παρέχει έδαφος νέων διεκδικήσεων στη γείτονα και αποδυναμώνει τους δυνητικούς υποστηρικτές και συμμάχους της από επιχειρήματα υπέρ των θέσεών μας.
Η διαμόρφωση αυτής της κατάστασης οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στην εδραιωμένη άποψη κύκλων του υπουργείου Εξωτερικών, ότι η ανακήρυξη ΑΟΖ θα μπορούσε να πυροδοτήσει απρόβλεπτες εξελίξεις με τη γείτονα.
Η επικράτησή της, όμως, στη διαμόρφωση της τρέχουσας εξωτερικής πολιτικής οδηγεί την Ελλάδα -με μαθηματική ακρίβεια- σε στάση κατευνασμού έναντι της τουρκικής προκλητικότητας, την οποία τελικά, μεγεθύνει.
Πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο, που επενεργεί καταλυτικά εις βάρος των ελληνικών συμφερόντων και κυριαρχικών δικαιωμάτων, από τον οποίο οφείλουμε να ξεφύγουμε, αναλαμβάνοντας μία ενεργητική εξωτερική πολιτική.
Το ζήτημα, εν πολλοίς, δεν αφορά εάν συμμετείχαμε ή όχι στη διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη, η οποία ούτως ή άλλως μόνον εμμέσως μας αφορούσε, αλλά εάν έχουμε ό,τι απαιτείται ώστε να ανακηρύξουμε ελληνική ΑΟΖ.
Επ' αυτού, δε, σιγή...