Πλησιάζει η 24η Φεβρουαρίου , ημερομηνία που αντιπροσωπεύει τη δεύτερη επέτειο της έναρξης του πολέμου Ρωσίας με Ουκρανία. Όμως αυτός δεν είναι ο μόνος λόγος που καθιστά αυτή την ημερομηνία σημαντική.
Αντιπροσωπεύει επίσης και το χρονικό όριο που έχει δώσει η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν στους συμμάχους της, η Αγγλία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία, ο Καναδάς και η Ιαπωνία, να συμφωνήσουν σε ένα σχέδιο για την δέσμεευση των ύψους 300 δισ. δολαρίων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων της Ρωσίας που βρίσκονται στη Δύση.
Προς το παρών είναι «παγωμένα», όμως, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι πολλές κυβερνήσεις συμπεριλαμβανομένης και της αμερικανικής αρχίζουν να υιοθετούν την άποψη πως τα ενεργητικά αυτά στοιχεία θα πρέπει να κατασχεθούν από τις δυτικές κυβερνήσεις και να χρησιμοποιηθούν για την πολεμική προσπάθεια της Ουκρανίας και την ανοικοδόμησή της.
Προς αυτή την κατεύθυνση φυσικά πιέζει και ο Β. Ζελένσκι, ο οποίος στην πρόσφατη συνάντηση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός ζήτησε σύμφωνα με το Fortune: «να χρησιμοποιηθούν τα παγωμένα ρωσικά κρατικά περιουσιακά στοιχεία για την άμυνα εναντίον του πολέμου της Ρωσίας και την ανασυγκρότηση της Ουκρανίας».
Όμως, μία τέτοια απόφαση ενέχει σοβαρούς κινδύνους σύμφωνα με πολλούς αναλυτές. Επιτρέποντας στους πολιτικούς της Δύσης να κατάσχουν την περιουσία και τα επενδυτικά κεφάλαια της Ρωσίας, χωρίς την απαραίτητη νομική διαδικασία, μπαίνει σε κίνδυνο κάθε εν γένει περιουσιακό στοιχείο.
Οπως δηλώνει στην WSJ το πρώην στέλεχος της ρωσικής Κεντρικής Τράπεζας Σέργκει Αλεξασένκο: «Δεν πιστεύω ότι υπάρχει τρόπος να κατασχεθούν τα περιουσιακά στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας χωρίς δικαστική απόφαση. Διότι αν δεν υπάρχει νομική βάση κατάσχεσης των περιουσιακών στοιχείων και αν αυτή πραγματοποιηθεί με διοικητική απόφαση, αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει κράτος δικαίου στις ΗΠΑ και δεν υπάρχει προστασία της ιδιοκτησίας».
Μία απόφαση κατάσχεσης των ρωσικών αποθεμάτων δεν είναι εύκολη διότι μπορεί να βλάψει όχι μόνο αυτούς που την υφίστανται, αλλά επίσης και κυρίως αυτούς που την επιβάλλουν. Έτσι μια τέτοια ενέργεια -που στη ουσία ισοδυναμεί με κλοπή -θέτει σε άμεση αμφισβήτηση την λεγόμενη «διεθνή τάξη βασισμένη σε κανόνες» που είναι το αφήγημα της Δύσης εναντίον των καθεστώτων με τα οποία διαφωνεί. Πολλές χώρες θα εξάγουν το συμπέρασμα ότι οι «κανόνες» υπάρχουν μόνο όταν συμφέρουν τα δυτικά καθεστώτα. Ετσι π.χ δεν υπήρξε κανένα αίτημα κατάσχεσης των αμερικανικών αποθεμάτων όταν οι ΗΠΑ πραγματοποίησαν την παράνομη εισβολή στο Ιράκ.
Μια τέτοια ενέργεια επισημαίνουν οι αναλυτές θα οδηγήσει πολλά κράτη στον κόσμο να μεταφέρουν τα περιουσιακά τους στοιχεία από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους της φοβούμενοι ότι μια μέρα μπορεί να αντιμετωπίσουν ίδια μεταχείριση.
Αυτό είναι ένα σενάριο που ανησυχεί ιδιαίτερα τον νομπελίστα (2013) οικονομολόγο Ρόμπερτ Σίλερ πού πιστεύει ότι θα μπορούσε να υπονομεύσει τις ισχύουσες σήμερα διεθνείς χρηματοοικονομικές δομές με σοβαρές επιπτώσεις στη διεθνή οικονομία.
Σε πρόσφατη συνέντευξη του στην ιταλική La Republica προειδοποίησε ότι μία κατάσχεση μπορεί να οδηγήσει άλλα κράτη να πάψουν να θεωρούν τις ΗΠΑ ως αξιόπιστο εταίρο. Θα αρχίσουν να φοβούνται ότι αυτό που συμβαίνει σήμερα στη Ρωσία αύριο μπορεί να συμβεί σε αυτά υπονομεύοντας έτσι την κυρίαρχη θέση των ΗΠΑ στην παγκόσμια οικονομία. Διότι οι φόβοι τους μπορεί να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην σταθερότητα και ισχύ του δολαρίου στην παγκόσμια οικονομία. Ανάλογοι φόβοι εκφράζονται και για το ευρώ, δεδομένου ότι τα περισσότερα από αυτά τα κεφάλαια βρίσκονται στη Γηραιά Ηπειρο.
«Αυτό» δηλώνει ο Σίλερ «θα καταστρέψει την αίγλη της ασφάλειας που περιβάλλει το δολάριο και θα είναι το πρώτο βήμα για την απόδολαροποίηση κάτι πού ήδη εξετάζουν πολλές χώρες από την Κίνα μέχρι τις αναπτυσσόμενες χώρες, χωρίς να αναφέρουμε φυσικά την Ρωσία».