Γιατί η πολιτική οικονομία ουσιαστικά αναπτύχθηκε από τον 18ο αιώνα; Γιατί πατέρας της θεωρείται ο Άνταμ Σμιθ, ο οποίος γεννήθηκε στη Σκωτία πριν 300 χρόνια ακριβώς και απεβίωσε το 1790 σε ηλικία 67 ετών; Γιατί ο σοσιαλισμός ως θεωρία άρχισε να αναπτύσσεται τον 19ο αιώνα και όχι την εποχή της φεουδαρχίας; Γιατί οι προσεγγίσεις του Καρόλου Μαρξ (1815-1883) για τη βιομηχανική κοινωνία αρχίζουν περί το 1850, περίοδος η οποία θεωρείται και ως η ουσιαστική αφετηρία του βιομηχανικού τρόπου παραγωγής, πλούτου και συσσώρευσης του τελευταίου;
Είναι εξόχως περίεργο ότι η λέξη καπιταλισμός, τότε, δεν χρησιμοποιήθηκε ούτε από τον Μαρξ αλλ’ ούτε και από κάποιους φιλελεύθερους οικονομολόγους της εποχής του. Γιατί άραγε;
Η απάντηση στα πιο πάνω ερωτήματα δεν είναι απλή και όσοι την απλοποίησαν από πολιτικής πλευράς κατέληξαν στο να θεμελιώσουν εγκληματικά ολοκληρωτικά καθεστώτα.
Ο Κάρολος Μαρξ είχε γράψει εγκωμιαστικά σχόλια για τον βιομηχανικό τρόπο παραγωγής και την αξιοποίησή του από την ανερχόμενη στην εποχή του αστική τάξη, αλλά έκανε λάθος προβλέψεις για την πορεία του συστήματος αυτού. Σύστημα που πριν από 300 χρόνια ήταν ένα μοναδικό για τον άνθρωπο ξεκίνημα για την παραγωγή μαζικού πλούτου στη συνέχεια.
Αυτό συνέβη γιατί όσοι ψύχραιμα μελετούν στην ιστορία, γνωρίζουν ότι υπάρχει μια κραυγαλέα αντίφαση ανάμεσα στα θεωρητικά δεδομένα και την εξέλιξη της πραγματικότητας. Το ίδιο ισχύει και για το οικονομικό σύστημα που κάποιοι αποκαλούν καπιταλισμό. Η ιστορική του πορεία σε καμιά περίπτωση δεν συμπίπτει με πολλές αντιλήψεις των ανθρώπων για το σύστημα αυτό.
Κάτι παρόμοιο έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις σήμερα. Η πραγματικότητα, από κάθε άποψη, τρέχει πολύ πιο γρήγορα από την αντίληψη που ένας αυξανόμενος αριθμός ανθρώπων έχει με αυτήν. Το ίδιο συμβαίνει και με την πολιτική. Με κάποιες εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα, οι πολιτικές προσεγγίσεις και πρακτικές είναι αυτές μιας ξεπερασμένης στη Δύση εποχής.
Τα κοινωνικά συστήματα που θεμελιώθηκαν στον δυτικό κόσμο, υπό όρους μεικτής οικονομίας, ήταν βασισμένα στις βιομηχανικές συνθήκες που υπαγόρευαν οι διαδοχικές παραγωγικές επαναστάσεις και στις μορφές ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών, που προέκυπταν από αυτές.
Στο πλαίσιο αυτό, η κοινωνική προστασία στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες φημίζεται για την καθολικότητά της. «Από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του». Ο καθένας συνεισφέρει όσο μπορεί, αλλά αν προκύψει ανάγκη, λαμβάνει την ίδια προστασία με τον διπλανό του, είτε αυτός είναι άνδρας είτε γυναίκα, πλούσιος ή φτωχός, εργαζόμενος ή άνεργος.
Σε ορισμένες μάλιστα χώρες, η προστασία αυτή έχει φθάσει σε πολύ προχωρημένο επίπεδο με την εφαρμογή της αρχής ενός βασικού εγγυημένου εισοδήματος, το οποίο δεν εξαρτάται από τη θέση εργασίας που έχει κάποιος, ούτε και από το αν εργάζεται.
Στο Βέλγιο για παράδειγμα, πάνω από 420.000 άτομα, ηλικίας άνω των 18 ετών, έχουν μηνιαίο εισόδημα περί τα 920 ευρώ χωρίς να έχουν εργασθεί ποτέ και ανεξαρτήτως της περιουσιακής τους κατάστασης. Υπάρχουν έτσι άτομα με κληρονομημένα ακίνητα από τα οποία εισπράττουν και μηνιαίο εισόδημα χωρίς καμιά αντίστοιχη προσφορά εργασίας.
Παρόμοια φαινόμενα, όπως εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς, σε ιδεολογικό επίπεδο έχει δημιουργήσει αντιμαχόμενους χώρους, στους οποίους συναντά κανείς φιλελεύθερους να συμπλέουν με σοσιαλδημοκράτες και ακροδεξιούς, να συμφωνούν με την αντικαπιταλιστική αριστερά.
Όλες οι πλευρές, όμως, αναλύουν την πραγματικότητα με τα διαθέσιμα κριτήρια του 19ου και του 20ού αιώνα και ξορκίζουν τη σημερινή πραγματικότητα, ωσάν τα ξόρκια να προσφέρουν λύσεις σε πολύπλοκα προβλήματα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, πολλές από τις «νέες ιδέες», που κυκλοφορούν με μεγάλη ταχύτητα επίσης, έχουν έναν θεληματικό στόχο, την καταστροφή του ορθού λόγου. Οι εχθροί της ανοικτής κοινωνίας γνωρίζουν ότι στην τελευταία, η ανάπτυξη και η παραγωγή πλούτου οδηγούν, πρώτον, σε περισσότερη κοινωνική ευημερία και δεύτερον, στη δημιουργία περισσότερης γνώσης για τους πολλούς.
Το γεγονός ότι από το 1981 έως σήμερα, χάρη στον δυτικό τρόπο παραγωγής πλούτου, περί τα 900 εκατομμύρια Κινέζοι άφησαν πίσω τους την απόλυτη φτώχεια στην οποία τους είχε καταδικάσει ο μαοϊσμός, σήμανε πραγματικό συναγερμό στις τάξεις των «προοδευτικών» δυνάμεων, και υπόσχονται παραδείσους αλλά σε χρόνους που παραμένουν απελπιστικά άγνωστοι.
Η χρεοκοπία του μαοϊσμού και η κατάρρευση του κομμουνισμού το 1989 υπήρξαν σοβαρά πλήγματα στη «σωτηριολογική» ιδεολογία, είτε αυτή είναι φαιά είτε κόκκινη.
Ξεκίνησε έτσι μια περίοδος κρίσης των ιδεών, μέσα από την οποία στις μέρες μας αναπτύσσονται και διαδίδονται νέες ολοκληρωτικές αντιλήψεις, που στόχο έχουν τη δημιουργία είτε γενικευμένου ανορθολογισμού, έκφραση του οποίου θα είναι θρησκευτικά δόγματα όπως αυτά του ισλάμ, της ίδιας της ακύρωσης της ιστορίας του οικολογικού φασισμού και της υποανάπτυξής της.
Με πιο απλά λόγια, η επίθεση κατά της νεωτερικότητας εμφανίζεται ως στοιχείο προόδου, την ώρα που ο ανεπτυγμένος κόσμος δημογραφικά καταρρέει.