Η μετακομμουνιστική Ρωσία δεν φημίζεται για τη σταθερότητα στις συμμαχικές σχέσεις. Εκτός και αν οι τελευταίες εξυπηρετούν τις σημερινές αυτοκρατορικές βλέψεις του καθεστώτος Πούτιν.
Μέσα, λοιπόν, σε αυτό το πνιγηρό περιβάλλον που επικρατεί από καιρό τώρα στο Κρεμλίνο, οι τελευταίες εβδομάδες, πέρα από το Ουκρανικό, έφεραν στο προσκήνιο πολλά σημάδια που δείχνουν αποστασιοποίηση μεταξύ του Ιράν και της Ρωσίας, παρόλο που η στρατιωτική τους συνεργασία φαινόταν να ενισχύεται από την αρχή του έτους.
Η εκπληκτική, αλλά ρητή υποστήριξη της Μόσχας προς τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στην εδαφική διαμάχη μεταξύ αυτών και της Τεχεράνης στον Περσικό Κόλπο έριξε μια πρώτη πέτρα στη λίμνη. Τις τελευταίες μέρες οι φήμες νια αποτυχημένες πωλήσεις ρωσικών μαχητικών αεροσκαφών στο Ιράν φαίνεται να επιβεβαιώνουν ότι η συμμαχία μπορεί να πνέει τα λοίσθια.
Εξάλλου, σχόλια από το ιρανικό υπουργείο Άμυνας υποδηλώνουν, πράγματι, ότι το σχέδιο αγοράς ρωσικών πολεμικών αεροσκαφών stealth, ιδιαίτερα του Sukhoi-SU 35, δεν θα ήταν πλέον προτεραιότητα. Ο εκπρόσωπος του υπουργείου, ωστόσο, υποβάθμισε τον αντίκτυπο αυτής της είδησης, εξηγώντας ότι το Ιράν δεν χρειάζεται πλέον να αποκτήσει τέτοιες στρατιωτικές δυνατότητες.
Αλλά αυτό φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με τις παρατηρήσεις του Hamid Vahedi, επικεφαλής της Πολεμικής Αεροπορίας του ιρανικού στρατού, ο οποίος υπενθύμισε ξανά πρόσφατα ότι το Ιράν έπρεπε να εκσυγχρονίσει «έναν γηρασμένο στόλο».
Η εθνική παραγωγή θα πρέπει στο εξής να το κάνει αυτό, ειδικά στο μέτρο που η ιρανική βιομηχανία όπλων θεωρείται ικανή να ανταποκριθεί σε αυτήν την πρόκληση. Επιπλέον, το υπουργείο πρόσθεσε ότι σε περίπτωση συμβάσεων αγοράς οπλικών συστημάτων, θα χρειαστεί αυστηρός σχεδιασμός, συμπεριλαμβανομένων νομικών πτυχών και διεθνών κανονισμών.
Φαίνεται πράγματι ότι οι Ρώσοι δεν συμφώνησαν σε ορισμένες ιρανικές απαιτήσεις, οδηγώντας έτσι στην αναστολή της σύμβασης. Η Μόσχα θα ήθελε να αποφύγει τη μεταφορά τεχνολογίας και τεχνογνωσίας στο Ιράν και επίσης θα αρνιόταν να προμηθεύσει προσομοιωτές Su-35. Σε κάθε περίπτωση πάντως, αυτές οι πιθανές εξηγήσεις δεν έχουν ωστόσο επιβεβαιωθεί από τις αρχές, ενώ ο επικεφαλής της ιρανικής Πολεμικής Αεροπορίας διευκρίνισε ότι η αγορά θα γίνει «όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή».
Άρα, είτε το Ιράν έχει φτάσει ουσιαστικά στο στάδιο της αυτάρκειας σε πολλούς τομείς της αμυντικής βιομηχανίας ή απλώς έχει αναβληθεί αυτή η σύμβαση ενόψει της τρέχουσας διπλωματικής ψύχρας μεταξύ Ρωσίας και Τεχεράνης;
Αυτή η πιθανή ακύρωση προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη από τη στιγμή που αυτό το συμβόλαιο ανακοινώθηκε με φανφάρες τον περασμένο Μάρτιο και ως μεγάλη νίκη για την Τεχεράνη, η οποία το γιόρτασε ταυτόχρονα με την ιρανική Πρωτοχρονιά.
Η Ρωσία φαινόταν πράγματι να έχει αλλάξει την προσέγγισή της έναντι του Ιράν, στο οποίο προμήθευε ήδη το μεγαλύτερο μέρος του οπλισμού του κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, από μαχητικά αεροπλάνα μέχρι υποβρύχια και τανκς. Στη συνέχεια, με πρόσχημα τις διεθνείς κυρώσεις κατά του ιρανικού καθεστώτος η Μόσχα είχε ωστόσο μειώσει τις πωλήσεις όπλων της στο αυστηρό ελάχιστο, ώστε να μην προσβάλει τους υπόλοιπους πελάτες της στη Μέση Ανατολή.Όπως επίσης δεν ήθελε στο επίπεδο αυτό να ενοχλήσει και την Τουρκία, που ενδιαφερόταν να προμηθευτεί τους S-400.
Όμως, από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και μετά, υπήρξε εκτεταμένη ρωσο-ιρανική συνεργασία.
Με το Ιράν να προμηθεύει με μη επανδρωμένα αεροσκάφη του τη Ρωσία, σε αντάλλαγμα για τα οποία ο ιρανικός στρατός έπρεπε θεωρητικά να εξοπλιστεί με μαχητικά μεταξύ των πιο προηγμένων στη ρωσική βιομηχανία όπλων.
Σήμερα, αυτή η προοπτική φαίνεται να διακυβεύεται.. Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που η Ρωσία μπλοκάρει προσωρινά τις στρατιωτικές της συμφωνίες με το Ιράν. Το προηγούμενο στον τομέα αυτό χρονολογείται από την παράδοση του αντιπυραυλικού αμυντικού συστήματος S-300 το 2016, υπό την πίεση τότε των Ηνωμένων Πολιτειών.
Τελικά, η Μόσχα είχε σεβαστεί τις δεσμεύσεις της. Είναι επίσης αλήθεια ότι λόγω του δυτικού εμπάργκο όπλων στο οποίο υπόκειται το Ιράν και του κινδύνου κυρώσεων, ακόμη και οι σύμμαχοι του είναι απρόθυμοι να του προμηθεύσουν τα προϊόντα της αμυντικής τους βιομηχανίας και να του πουλήσουν εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας. Αυτό συμβαίνει με την Κίνα, και αυτό εξηγεί εν μέρει τον δισταγμό της Ρωσίας.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η αμφισβήτηση της στρατιωτικής σύμβασης μεταξύ Τεχεράνης και Μόσχας είναι ένα νέο παράδειγμα της πολυπλοκότητας και της αστάθειας που χαρακτηρίζουν τις διμερείς σχέσεις τους. Και αυτό σε μια εποχή εξελίξεων στην Αφρική και την Ανατολική Μεσόγειο, με την προβληματική οικονομικά Τουρκία να αναζητεί νέο ρόλο περιφερειακής δύναμης, γεγονός που δεν περνά απαρατήρητο από το Κρεμλίνο.
Το οποίο στις σχέσεις του με την Άγκυρα ξέρει να περιμένει...