Τα υγιή δημόσια οικονομικά αποτελούν προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και πρέπει να διασφαλίσουμε ότι διαθέτουμε δημοσιονομικά αποθέματα για πιθανές μελλοντικές κρίσεις, γράφει σε άρθρο του στους Financial Times ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Κρίστιαν Λίντνερ.
Όπως επισημαίνει, το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης της Ευρώπης δεν έχει ανταποκριθεί μέχρι σήμερα επαρκώς στις προσδοκίες. Αυτό που χρειάζεται είναι σαφείς κανόνες δημοσιονομικής πολιτικής, που να διασφαλίζουν υγιή δημόσια οικονομικά εντός της ΕΕ, και βελτίωση της επιβολής των κανόνων αυτών.
Αναφερόμενος στις συζητήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη αναφορικά με τον μελλοντικό σχεδιασμό του κοινού ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου, τονίζει πως «Στόχος μας είναι να ενισχύσουμε το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και όχι να το αποδυναμώσουμε. Χρειαζόμαστε περισσότερη λογοδοσία».
Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας υπενθυμίζει πως η Κομισιόν παρουσίασε τον Νοέμβριο αρχικές ιδέες για μια πιθανή μεταρρύθμιση, σχολιάζοντας όμως πως αυτές δεν καθορίζουν ακόμη επαρκώς ξεκάθαρες απαιτήσεις για τη μείωση των ελλειμμάτων και του λόγου χρέους προς ΑΕΠ ή τη διατήρησή τους σε αρκετά χαμηλά επίπεδα.
Φέρνοντας ως παράδειγμα την πρόταση για θέσπιση διμερών διαδικασιών μεταξύ της Κομισιόν και των κρατών μελών όταν πρόκειται για σχέδια μείωσης του χρέους σημειώνει ότι «βασισμένη στις λεγόμενες αναλύσεις βιωσιμότητας χρέους, η Κομισιόν θα προτείνει ένα μονοπάτι δαπανών για τα επόμενα τέσσερα χρόνια ως βάση για περαιτέρω διμερείς συζητήσεις. Αλλά αυτές οι αναλύσεις είναι πολύ «ευαίσθητες» σε αλλαγές στις υποκείμενες υποθέσεις για το χρέος και, στο τέλος, θα μετατρέψουν το ζήτημα της μείωσής του σε πολιτική διαπραγμάτευση».
Ο ίδιος προτείνει αντί για διμερείς διαδικασίες και διαπραγματεύσεις, ένα λειτουργικό σύστημα δημοσιονομικών κανόνων που να οδηγεί σε ίση μεταχείριση όλων των κρατών μελών. Ο πολυμερής χαρακτήρας της δημοσιονομικής εποπτείας της ΕΕ πρέπει να διατηρηθεί, τονίζει, θεωρώντας πως αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να διατηρηθεί μια κοινή αντίληψη για υγιή δημόσια οικονομικά στο μπλοκ.
Όπως επισημαίνει, οι κοινοί δημοσιονομικοί κανόνες πρέπει να διασφαλίζουν την ταχεία και επαρκή μείωση των ελλειμμάτων και των υψηλών ποσοστών χρέους, επιτρέποντας παράλληλα τις αναγκαίες δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, ενώ «κλειδί» παραμένει η βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών με την ιεράρχηση των δαπανών.
Ο κ. Λίντνερ τονίζει πως για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι πρέπει να μην πειραχτούν οι τιμές αναφοράς του 3% του ΑΕΠ για τον λόγο του ελλείμματος και του 60% του ΑΕΠ για τον λόγο του χρέους, θεωρώντας πως η διαδικασία «υπερβολικού ελλείμματος» σε περίπτωση παραβίασης του κριτηρίου του 3% του ελλείμματος ήταν το πιο αποτελεσματικό εργαλείο επιβολής στο παρελθόν.
Επιμένει πως οι κατανοητοί και κοινά συμφωνημένοι αριθμητικοί δείκτες αναφοράς αποτελούν ελάχιστη προϋπόθεση για τη διασφάλιση μειούμενων ποσοστών χρέους και ίσης μεταχείρισης, υπογραμμίζοντας πως χρειαζόμαστε έναν απλό και διαφανή κανόνα δαπανών για τη μείωση του ελλείμματος που θα περιορίζει τις δαπάνες με βάση το δυναμικό οικονομικής ανάπτυξης ενός κράτους μέλους. Επιπλέον, απαιτούνται ρήτρες διασφάλισης που να εξασφαλίζουν την πραγματική μείωση των λόγων χρέους που υπερβαίνουν τις τιμές αναφοράς του Μάαστριχτ σε κάθε έτος. Χρειαζόμαστε επίσης περαιτέρω μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης των κρατών μελών, καθώς και λιγότερη διακριτική ευχέρεια στην ερμηνεία και εφαρμογή των κανόνων.
Ως προς τον μεταρρυθμιστικό στόχο που έχει θέσει η Κομισιόν περί «εθνικής ιδιοκτησίας» του δημοσιονομικού πλαισίου, ο κ. Λίντνερ σημειώνει πως αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο εάν όλα τα κράτη μέλη ταυτιστούν με τα βασικά στοιχεία του, ενώ η επιβολή και η θέσπιση κανόνων είναι ζωτικής σημασίας.
Η μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός. Είναι αποδεκτή μόνο αν κάνουμε σημαντικές βελτιώσεις στο πλαίσιο. Διαφορετικά, η αλλαγή των κανόνων δεν θα ήταν σκόπιμη, καταλήγει ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας.