Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με τις πρόνοιες του νόμου σχετικά με την αντιμετώπιση των περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων των μελών του ΔΣ με την ΑΕ. Μας απασχόλησε, ειδικότερα, η υποχρέωση πίστης των μελών του ΔΣ έναντι της ΑΕ.
Στο πλαίσιο αυτής και η υποχρέωση προαγωγής του συμφέροντος της εταιρείας έναντι των ίδιων συμφερόντων. Στο παρόν άρθρο θα μας απασχολήσει μια άλλη όψη της: H υποχρέωση, συγκεκριμένα, για παράλειψη ανταγωνιστικών πράξεων.
Οι ανταγωνιστικές πράξεις
Η σύγκρουση συμφερόντων των μελών του ΔΣ έναντι της ΑΕ, είναι δυνατό να εμφανισθεί και με τη μορφή της διενέργειας ανταγωνιστικών πράξεων από μέρους των πρώτων. Στο πλαίσιο αυτό, ο νομοθέτης προέβη στη θέσπιση ειδικής, σχετικής, απαγόρευσης.
Πρόκειται για την υποχρέωση παράλειψης ανταγωνισμού. Η τελευταία απορρέει, επίσης, από την υποχρέωση πίστης. Η νομολογία την αντιμετωπίζει ως την κυριότερη περίπτωση της υποχρέωση αυτής.
Ποιους αφορά η υποχρέωση παράλειψης
Η απαγόρευση ανταγωνισμού αφορά, κατά νόμο, κάθε πρόσωπο το οποίο μετέχει με οποιονδήποτε τρόπο στη διεύθυνση της ΑΕ (των μελών του ΔΣ συμπεριλαμβανομένων). Αφορά τέλος και (το αντί του ΔΣ) μονομελές διοικητικό όργανο. Υπό την επιφύλαξη, βέβαια, της μη σύμπτωσης στο ίδιο πρόσωπο των ιδιοτήτων του διοικητή και του μοναδικού μετόχου (στην περίπτωση της μονοπρόσωπης ΑΕ).
Οι πράξεις ανταγωνισμού
Στην απαγόρευση ανταγωνισμού εμπίπτει η διενέργεια πράξεων από τα υπόχρεα πρόσωπα, οι οποίες υπάγονται στους καταστατικούς σκοπούς της ΑΕ, στην παρούσα, αλλά και μελλοντική δραστηριότητά της.
Στην απαγόρευση ανταγωνισμού εντάσσεται και η συμμετοχή των υπόχρεων προσώπων ως μόνων μετόχων ή ως εταίρων σε εταιρείες που επιδιώκουν τους ίδιους σκοπούς με την ΑΕ. Η ανταγωνιστική δραστηριότητα μπορεί να είναι άμεση -με την ίδρυση ανταγωνιστικής επιχείρησης ή έμμεση- με τη συμμετοχή σε τέτοια.
Η άρση της απαγόρευσης
Η άρση της απαγόρευσης άσκησης ανταγωνισμού για τα υπόχρεα πρόσωπα είναι δυνατό να αρθεί με ρητή (αρχική ή επιγενόμενη) καταστατική πρόβλεψη. Επίσης, με ρητή και ειδική άδεια της Γενικής Συνέλευσης.
Οι έννομες συνέπειες των παραβιάσεων
Η ΑΕ ως φορέας των αξιώσεων δικαιούται να επιλέξει μεταξύ: (α) της αξίωσης αποζημίωσης, (β) του δικαιώματος οικονομικής της υποκατάστασης στη θέση του υποχρέου και (γ) της αξίωσης απόδοσης ή εκχώρησης της απαίτησης αμοιβής του υπόχρεου. Παράλληλα, διατηρεί (με βάση όσα γενικά ισχύουν) και πρόσθετες αξιώσεις.
Μεταξύ αυτών: η αξίωση για την παύση και παράλειψη στο μέλλον των πράξεων ανταγωνισμού από τον υπόχρεο, το δικαίωμα ανάκλησης του υπόχρεου μέλους του ΔΣ ή το δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης του παραβάτη για σπουδαίο λόγο-όταν ο υπόχρεος συνδέεται συμβατικά με την ΑΕ.
Σημειώνεται πως η άσκηση απαγορευμένων ανταγωνιστικών πράξεων, ως σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ ΔΣ και ΑΕ μπορεί να οδηγήσει σε δικαστικό διορισμό προσωρινής διοίκησης. Ενδεχομένως μάλιστα και να ενδείκνυται.
Η περίπτωση της τέλεσης του αδικήματος της απιστίας θα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να μην αποκλειστεί.
Η διάρκεια της υποχρέωσης παράλειψης ανταγωνισμού
Κατά την πάγια θέση της νομολογίας «...Η υποχρέωση παραλείψεως ανταγωνισμού παύει να ισχύει με την καθοιονδήποτε τρόπο λήξη ή με την παύση της ιδιότητας του συμβούλου, που συμμετέχει στη διεύθυνση της ανώνυμης εταιρείας ή του διευθυντή αυτής…».
Είναι, ωστόσο, δυνατή η χρονική επέκταση της υποχρέωσης και μετά την παύση της ανωτέρω ιδιότητας ή την αποχώρηση του υπόχρεου από την εταιρεία, με ρητή συμβατική υποχρέωση (:ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού).
Η τελευταία είναι κατ` αρχήν έγκυρη. Το κύρος της ρήτρας απαγόρευσης ανταγωνισμού, ωστόσο, εξαρτάται, όπως δέχεται η νομολογία, «…από την διάρκεια της ισχύος της, την έκτασή της κατά τόπο, την επαγγελματική δραστηριότητα που απαγορεύθηκε και την αποζημίωση που δικαιούται η εταιρεία αν παραβλέψει ο υπόχρεος τη συμβατική του υποχρέωση ανταγωνιστικής δραστηριότητας…».
Παραγραφή
Η παραγραφή που επιφυλάσσεται για τις αξιώσεις αυτές είναι σύντομη. Προβλέπεται, ειδικότερα, ότι οι ανωτέρω περιγραφόμενες αξιώσεις παραγράφονται μόλις ένα έτος μετά την ανακοίνωσή τους σε συνεδρίαση του ΔΣ ή τη γνωστοποίησή τους στην εταιρεία. Συνεπώς, η δράση της ΑΕ για την αντιμετώπιση τέτοιων συμπεριφορών και την ικανοποίηση των ζημιών που υπέστη πρέπει είναι άμεση. Σε κάθε περίπτωση, η περιγραφή των αξιώσεων αυτών επέρχεται πέντε έτη μετά την ενέργεια της απαγορευμένης πράξης.
Η συμμετοχή σε Διοικητικό Συμβούλιο Ανώνυμης Εταιρείας δεν είναι χωρίς ευθύνες. Ούτε χωρίς περιορισμούς. Από τους σημαντικότερους: η απαγόρευση άσκησης ανταγωνιστικών δραστηριοτήτων. Η σχετική εγρήγορση κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της εταιρείας δεν αρκεί. Απολύτως αναγκαίες καθίστανται οι σχετικές, ακριβείς και συγκεκριμένες κατά το περιεχόμενο, καταστατικές πρόνοιες.
Περισσότερο αναγκαία όμως παρίσταται η ευλαβική συμμόρφωση των μελών του ΔΣ με τη σχετική τους υποχρέωση. Οι αρχές της Εταιρικής Διακυβέρνησης το επιβάλλουν. Ο νόμος θέτει τα όρια και (αστικές και ποινικές) κυρώσεις. Εντούτοις: η παράλειψη τέτοιου είδους δράσεων σε βάρος του νομικού προσώπου θα πρέπει να βασίζεται, προεχόντως, στην ηθική και τη συνείδηση των μελών του ΔΣ. Αυτών ελλειπουσών τα μέλη του ΔΣ δεν μπορούν να έχουν θέση στο όργανο.
Τα μέλη του ΔΣ, πάντως, για τη διασφάλιση της (αναγκαίας) «έξωθεν καλής μαρτυρίας» τους δεν δικαιούνται, κατ’ αρχήν, να συνάπτουν συμβάσεις με την ΑΕ. Περί αυτών, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.
* Ο Σταύρος Κουμεντάκης είναι Managing Partner Koumentakis and Associates Law Firm