Όσο πλησιάζουν οι εκλογές στη Τουρκία, ο Ταγίπ Ερντογάν δείχνει όλο και πιο καθαρά το πρόσωπο του. Του ανθρώπου, που βρίσκεται 20 χρόνια στην εξουσία και θέλει πάση θυσία να παραμείνει εκεί, με κάθε τρόπο, με κάθε μέσο.
Είναι ικανός να συμπράξει και με τον διάβολο για να το πετύχει και δεν διστάζει για τίποτε. Αρκεί να πάρει ό,τι θέλει. Αυτό είναι το ίδιον των Τούρκων και ο Ερντογάν δεν θα μπορούσε να αποτελέσει την εξαίρεση.
Η διχοτόμηση της Κύπρου, η αρπαγή «ιματίων» στη Συρία, η ωμή επέμβαση στην Αρμενία για το Ναγκόρνο Καραμπάκ και τέλος, οι αγκαλιές με τον απομονωμένο, Βλαντιμίρ Πούτιν, συμπληρώνουν σε βάθος χρόνου το παζλ του τουρκικού εθνικισμού και τη φαντασίωση ανασύστασης της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Το παζλ έχει κι’ άλλα κομμάτια για να συμπληρωθεί.
Ένα απ’ αυτά είναι και τα νησιά του ελληνικού Αιγαίου. Το πρώτο βήμα είναι η αποστρατικοποίησή τους και το δεύτερο είναι ο φυσικός ορυκτός πλούτος, που κρύβεται από κάτω τους. Πλούτος, που μπορεί να δώσει πολύτιμες οικονομικές ανάσες, όχι μόνο στη Τουρκία αλλά σε ολόκληρη την Ε.Ε., η οποία χειμάζεται από την ενεργειακή κρίση.
Ευτυχώς, τον τελευταίο χρόνο στην Ελλάδα οι «ιεροκήρυκες» της πολιτικής «του κατευνασμού», των «6 μιλίων» στα θαλάσσια σύνορα μας, του «σχεδίου-Ανάν» στη Κύπρο, φαίνεται να έχουν σιγήσει. Αποσπασματικά, που και που, εμφανίζονται κείμενα τα οποία υπενθυμίζουν τη διαπραγμάτευση με τους Τούρκους αλλά με κάθε κόστος για τους… Έλληνες.
Όσοι με γνωρίζουν -και πιστεύω είναι πολλοί- ξέρουν ότι είμαι από τους ανθρώπους που μισούν τη βία σε οποιαδήποτε μορφή της. Παράλληλα, όμως, αισθάνομαι και υπερήφανος που είμαι Έλληνας. Γι’ αυτό και δεν ανέχομαι από κανέναν, πολύ περισσότερο από Τούρκους, απειλές για την εθνική μας κυριαρχία.
Ως πολιτικός, καταλαβαίνω ότι ο Ερντογάν και οι Τούρκοι γενικά επιχειρούν να εξάγουν την κρίση ακρίβειας, που υπάρχει στο εσωτερικό της χώρας τους (ο πληθωρισμός βρίσκεται περίπου στο 80%) αλλά υπάρχουν και όρια.
Ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, ορθά στη ΔΕΘ έστειλε το διπλό μήνυμα στη Τουρκία. Ότι «νταηλίκια-γιοκ». Συνάμα όμως άφησε κι ανοιχτό το παραθυράκι του διαλόγου, αποδεικνύοντας έτσι ότι από τη μία η Ελλάδα δεν θα ανεχθεί καμία παραβίαση των συνόρων της κι από την άλλη πως δεν θα είναι υπεύθυνη για ό,τι προκληθεί, σε περίπτωση που ο Ερντογάν κάνει ότι δεν ακούει κανέναν.
Ορθώς, επίσης, ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, έχει διεθνοποιήσει με αδιάσειστα στοιχεία τη τουρκική προκλητικότητα σε κάθε σημείο του πλανήτη, επισημαίνοντας τους τεράστιους κινδύνους που ελλοχεύουν, ώστε μετά την Ουκρανία να έχουμε ανάλογη εξέλιξη στη πυριτιδαποθήκη των Βαλκανίων.
Με ικανοποίηση βλέπω ότι για πρώτη φορά -μοναδική δυσάρεστη εξαίρεση ο κ. Στόλντεμπεργκ που υποτίθεται πως εκπροσωπεί τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ και όχι της Τουρκίας- οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί μας, αλλά και οι ΗΠΑ, καταλαβαίνουν ότι η Ελλάδα έχει τα δίκαια με το μέρος της.
Θεωρώ, λοιπόν, ότι είναι η πιο κατάλληλη ώρα, για να υπενθυμίσουμε προς κάθε κατεύθυνση (Ε.Ε., ΝΑΤΟ) τις πάγιες εθνικές μας θέσεις. Δηλαδή:
1. Ο όρος «Θαλάσσιες Ζώνες» ουδόλως διαφοροποιεί την σταθερή, μετά από το 2004, στάση της Ελλάδας, ότι μία και μόνη διαφορά υφίσταται προς επίλυση με τη Τουρκία: Η οριοθέτηση της νησιωτικής υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Και επειδή η Ελλάδα είναι μέλος της Ε.Ε., άρα η όποια επικράτεια και τα Θα αποτελέσει την ολοκληρωμένη άσκηση του δικαιώματος της Ελλάδας να επεκτείνει την Αιγιαλίτιδια Ζώνη και στο Αιγαίο σύμφωνα –πάντα- με όσα ορίζουν οι κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, όπου σαφώς τονίζεται ότι το δικαίωμα είναι ως τα 12 ν.μ. (Διεθνές Δίκαιο Θάλασσας, Σύμβαση Montengo Bay, 1982).
2. Είναι (τουλάχιστον) ατυχείς οι διατυπώσεις του κοινού ανακοινωθέντος της Μαδρίτης (8 Ιουνίου 1997) κατά τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ και ορισμένων συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο Ελσίνκι (10-11 Δεκεμβρίου 1999) επί διακυβέρνησης Κώστα Σημίτη, που οδήγησαν στις τουρκικές «φαντασιώσεις» περί «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο- ευθεία αμφισβήτηση εθνικής κυριαρχίας σε συγκεκριμένα νησιά και βραχονησίδες μετά από τα Ίμια- με φράσεις όπως: «…νόμιμα, ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο» ή «…κάθε εκκρεμούς συνοριακής διαφοράς κι’ άλλων συναφών θεμάτων», αποτελούν για την Ελλάδα οριστικώς παρελθόν και ουδεμία συζήτηση χωρεί επ’ αυτών.
Πρόκειται για σαφή καταστρατήγηση του Διεθνούς Δικαίου και της Συνθήκης της Λωζάνης του 1923, που εξελίχθηκε και στη σύγχρονη «αναθεωρητική πλατφόρμα» της κυβέρνησης Ερντογάν για να στηθεί το αφήγημα της «Γαλάζιας Πατρίδας».
3. Η τουρκική πλευρά οφείλει να γνωρίζει ότι η Ελλάδα έχει το αναφαίρετο δικαίωμα αμυντικής θωράκισης όλων ανεξαιρέτως των νησιών της στο Αιγαίο. Τούτο προκύπτει κατά τις διατάξεις του άρθρου 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, λόγω της συνεχιζόμενης απειλής και της απειλής χρήσης βίας, εκ μέρους της Τουρκίας, όσο μάλιστα ισχύει το αυθαίρετο «casus belli» και η δράση της «Στρατιάς του Αιγαίου» στη Σμύρνη.
4. Την επίλυση του Κυπριακού με βάση το διεθνές και ευρωπαϊκό δίκαιο, που προβλέπει ένα ενιαίο κράτος και βεβαίως άμεση απόσυρση των στρατευμάτων κατοχής, τα οποία έχουν εγκαταστήσει οι Τούρκοι από το 1974.
5. Η προκλητική παραβατικότητα της Τουρκίας -κατά την εφαρμογή της συνθήκης της Λωζάνης- ως προς το ζήτημα των μειονοτήτων, θέτοντας επί τάπητος τη σύγκριση των Ελλήνων μουσουλμάνων της Θράκης και των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης.
Είναι μεγάλη ευκαιρία να αξιοποιήσουμε αυτή την χρονική συγκυρία και να τη μετατρέψουμε σε ευκαιρία προάσπισης των εθνικών μας θεμάτων, αλλά και της διεύρυνσης της Πατρίδας μας, πάντα στηριζόμενοι στο διεθνές δίκαιο και μόνο σε αυτό...
*Ο κ. Νικήτας Κακλαμάνης είναι Α' Αντιπρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, Βουλευτής Α’ Αθηνών, ΝΔ