Όταν ο ρωσικός στρατός συγκεντρώνονταν στα σύνορα με την Ουκρανία, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν απείλησε στις 8 Δεκεμβρίου τον Ρώσο ομόλογο του Βλαντιμίρ Πούτιν με «αυστηρές συνέπειες, οικονομικές συνέπειες τις οποίες κανείς δεν έχει ξαναδεί».
Ομως η προειδοποίηση δεν εισακούσθηκε, τα ρωσικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Ουκρανία και οι κυρώσεις άρχισαν σταδιακά να ανακοινώνονται. Στο μεταξύ, ωστόσο, είχε υπάρξει μια ενδιαφέρουσα αλλαγή. Οι κυρώσεις, όταν πρωτοαναφέρθηκε σε αυτές ο Μπάιντεν, είχαν αποτρεπτικό ρόλο, στόχευαν να αποτρέψουν την εισβολή. Τώρα που είχε γίνει η εισβολή αποτελούν όπλο που χρησιμοποιεί η Δύση προκειμένου να ασκήσει πίεση στη Ρωσία.
Αυτή η μετατροπή των οικονομικών κυρώσεων από εργαλείο αποτροπής πολέμου σε όπλο διεξαγωγής του αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ιστορίας των οικονομικών κυρώσεων από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι σήμερα.
Οπως αναφέρει ο Αμερικάνος πανεπιστημιακός Nicholas Mulder συγγραφέας του βιβλίου «The Economic Weapon: The Rise of Sanctions as a Tool of Modern War» (New Haven: Yale University Press, 2022): «Οι κυρώσεις δημιουργήθηκαν ως αντίδοτο στον πόλεμο. Ομως σήμερα έχουν καταστεί ένας εναλλακτικός τρόπος διεξαγωγής πολέμου, συντήρησης των ρήξεων και όχι εκτόνωσης τους».
Ενα όπλο που συνήθως δεν είναι ιδιαίτερα επιτυχές και τις περισσότερες φορές έχει αποτελέσματα αντίθετα των αναμενόμενων.
Δεν υπάρχουν ή είναι πολύ σπάνια τα περιστατικά όπου οι οικονομικές κυρώσεις ανάγκασαν ένα κράτος να συνθηκολογήσει ή να αλλάξει εν γένει την πολιτική του. Αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα είναι ότι οι κυρώσεις ενισχύουν τους ακραίους εθνικιστές και ταυτόχρονα καταστρέφουν τους εμπορικούς δεσμούς που ενώνουν μια χώρα με τον κόσμο. Με άλλα λόγια οι κυρώσεις ή το περιβάλλον απειλής κυρώσεων έχει αποτέλεσμα την μετατροπή της παγκοσμιοποίησης σε προστατευτισμό, καθώς τα κράτη προσπαθούν να αποκτήσουν αυτάρκεια και να μειώσουν την οικονομική τους εξάρτηση από άλλες χώρες.
«Οι κυρώσεις έκαναν την οικονομική αλληλεξάρτηση να φαίνεται πιο επικίνδυνη από τον προστατευτισμό» γράφει ο Mulder.
Το κλίμα των απειλουμένων κυρώσεων εναντίον της Γερμανίας και της αυτοκρατορικής Ιαπωνίας σε συνδυασμό με την Μεγάλη Υφεση την περίοδο του Μεσοπολέμου οδήγησαν στην άνοδο εθνικιστικών κινημάτων που πρέσβευαν την αυτάρκεια και τον μιλιταρισμό και επιτίθεντο εναντίον των φιλελεύθερων ιδεών, την διεθνή συνεργασία και την ειρήνη.
Στο τέλος η Γερμανία και η Ιαπωνία προκειμένου να απαλλαγούν από τις Αγγλο-αμερικανικες οικονομικές πιέσεις επιδόθηκαν σε εκστρατείες κατάκτησης ξένων εδαφών προκειμένου να διασφαλίσουν βασικούς πόρους όπως πετρέλαιο, σιτηρά και μέταλλα. Με αποτέλεσμα τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Σε κάποιο σημείο το να επιβάλεις επιπλέον κυρώσεις κάνει πιο σκληρή, αντί να μαλακώνει, την αντίσταση των χωρών που είναι ο στόχος τους. Οι κυρώσεις που επέβαλε στον Πούτιν η Δύση είναι μια κλασσική περίπτωση. Ετσι οι κυρώσεις ενέχουν το ρίσκο να οδηγήσουν τη Ρωσία και την Δύση πιο κοντά στον πόλεμο».
Απ αυτή τη σκοπιά, οι Δυτικοί υποστηρικτές των κυρώσεων αντιμετωπίζουν ένα σοβαρό πρόβλημα για το οποίο ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό οι ίδιοι. Αντι να ηρεμεί τα πνεύματα, η αδυσώπητη και αυτόματη προσφυγή τους σε αυτό το οικονομικό όπλο έχει επιδεινώσει τα προβλήματα τα οποία επρόκειτο να λύσει.
«Στον 21ο αιώνα το να προωθείς την οικονομική τόνωση στη χώρα σου και παράλληλα να επιβάλεις την στέρηση στο εξωτερικό είναι ένας αποτυχημένος τρόπος να επιδιώκεις την παγκόσμια σταθερότητα», γράφει ο Mulder.