Εχοντας βιώσει δύο παγκόσμιους πολέμους ο Αγγλος οικονομολόγος John Maynard Keynes κατάληξε στο συμπέρασμα ότι πολλές από τις διαμάχες μεταξύ των κρατών οφείλεται σε μια πολύ ιδιαίτερη «τύφλωση». Το μυαλό μας είναι τόσο κολλημένο στις “βεβαιότητες” που έχει αποδεχθεί με αποτέλεσμα να μην μπορεί να δει αλλά στοιχεία στο περιβάλλον που μπορούν να βοηθήσουν στην επίλυση της διαμάχης.
Ο Keynes ονόμασε αυτή την «τύφλωση» Ιnsufficient Devices of the Mind (IDOM) και έδωσε το εξής παράδειγμα:
Δυο φορτηγατζήδες ερχόμενοι από αντίθετες κατευθύνσεις ανταμώνουν σε ένα δρόμο που έχει χώρο να περάσει ένα μόνο φορτηγό. Ο δρόμος περιβάλλεται από ένα βαλτώδες έδαφος. Έτσι, το φορτηγό που θα κάνει στην άκρη για να αφήσει το άλλο να περάσει κινδυνεύει να βυθισθεί στη λάσπη και να μην μπορεί να συνεχίσει το ταξίδι.
Μη μπορώντας να βρουν λύση οι δύο οδηγοί προσπαθούν να διαπραγματευτούν. Στο βαθμό, όμως, που κάθε λύση συνεπάγεται ότι ένας από τους δύο ρισκάρει να μην μπορέσει να ολοκληρώσει την αποστολή του, δεν κάνουν τίποτα. Εκαστος αναμένει από τον άλλο να κάνει στην άκρη.
Ομως αν οι δύο οδηγοί είχαν δώσει μεγαλύτερη προσοχή στο περιβάλλον θα είχαν π.χ. διαπιστώσει ότι το βαλτώδες έδαφος είχε πάχος μόλις λίγα εκατοστά και ότι από κάτω ήταν στέρεο έδαφος που μπορούσε να κρατήσει ένα φορτηγό. Τώρα φυσικά μπορεί εύκολα να βρεθεί λύση. Θα παίξουν κορώνα γράμματα και αυτός που θα κερδίσει θα περάσει πρώτος, ενώ ο χαμένος απλά θα χάσει μερικά λεπτά ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας από τον αυτοκινητόδρομο πριν συνεχίσει το ταξίδι του.
Ομως οι δύο οδηγοί δεν ξέρουν, ούτε θέλουν να ξέρουν, τίποτα άλλο πέρα από τις «βεβαιότητες» τους: Oτι δηλαδή ο άλλος οδηγός τους εμποδίζει να φτάσουν στον προορισμό τους. Αυτή η «βεβαιότητα» γεμίζει το μυαλό τους και τους εμποδίζει να διερευνήσουν τα πράγματα που δεν ξέρουν (όπως το βάθος του βάλτου)
Η κατάσταση φυσικά δεν πρόκειται να παραμείνει για πάντα σε κατάσταση ισορροπίας. Σύμφωνα με τον Keynes η κατάσταση πολύ εύκολα μπορεί να κλιμακωθεί. Ο ένας ρίχνει μια γροθιά στον άλλο, που με την σειρά του τραβάει μαχαίρι....
Η Τουρκία και η Ελλάδα είναι «τυφλωμένες» από την ίδια «βεβαιότητα». Πώς οποιοδήποτε αίτημα διατυπώσει η μία χώρα έναντι της άλλης (για το Αιγαίο, για συνθήκες κ.λπ.) αποτελεί μέρος ενός «επεκτατικού» σχεδίου που κάθε μία χώρα τρέφει για την άλλη. Σε αυτά τα πλαίσια κάθε μια από τις δύο χώρες θέτει αιτήματα που απλά στοχεύουν να εμπεδώσουν τις προυπάρχουσες «βεβαιότητες», παρά να βρουν λύση.
Ετσι η Τουρκία επιμένει να θέτει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων όλες τις ασάφειες που διέπουν τις σχέσεις των δύο χωρών τα τελευταία 500 χρόνια. Αυτό φυσικά η Ελλάδα το απορρίπτει με αποτέλεσμα να επιβεβαιώνεται η τουρκική «βεβαιότητα» για την ύπαρξη «ελληνικού επεκτατισμού».
Από την πλευρά της, η Ελλάδα δέχεται να θέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μόνο ότι η ίδια έχει αποφασίσει να θέσει. Αυτό με τη σειρά της το απορρίπτει φυσικά η Τουρκία με αποτέλεσμα να εμπεδώνεται στην Ελλάδα η «βεβαιότητα» για «τουρκικό επεκτατισμό».
Κυριαρχούμενες απ’ αυτές τις «βεβαιότητες» οι δύο χώρες, όπως οι φορτηγατζήδες του Keynes, δεν μπορούν να δουν άλλα στοιχεία στο περιβάλλον που θα μπορέσουν να τις βοηθήσουν να λύσουν το πρόβλημα. Πάνω απ’ ολα δεν μπορούν να δουν τα οφέλη της συνεργασίας: Tην μείωση των τεράστιων στρατιωτικών δαπανών, τον έλεγχο των μεταναστατευτικών ροών, την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των «ασύμμετρων απειλών» (π.χ. τρομοκρατίας),την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, την αύξηση των αμοιβαίων επενδύσεων κ.λπ.
Κάθε ένα από τα οφέλη της συνεργασίας υπερβαίνει το κόστος οποιουδήποτε υποθετικού «συμβιβασμού» που πρέπει να κάνουν οι δύο χώρες για να βρεθεί μια λύση. Αλλά για να μπορέσουν να το δουν αυτό οι δύο χώρες θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να εγκαταλείψουν τις «βεβαιότητες» τους. Μόνο τότε θα καταφέρουν να αποβάλλουν την «τύφλωση « στην οποία αναφερόταν ο Keynes. Oσο παραμένουν δέσμιες των «βεβαιοτήτων» τους, θα συνεχίσουν να είναι «τυφλές» στα οφέλη της συνεργασίας και ανίκανες να κάνουν ένα βήμα προς τα εμπρός.
Και φυσικά κάθε προσπάθεια για λύση θα αποτύχει.