Ποιες τελικά είναι οι κυβερνήσεις που αντιμετώπισαν με μεγαλύτερη επιτυχία -απο την σκοπιά της ανάκαμψης της οικονομίας- την πανδημία; Ποιο είναι το πολιτικοιδεολογικό τους στίγμα; Είναι «αριστερές» ή «δεξιές» κυβερνήσεις;
Φυσικά αυτή την στιγμή δεν υπάρχουν τα απαιτούμενα παγκόσμια δεδομένα για να απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα. Ομως μια πρώτη προσέγγιση από την Λατινική Αμερική προσφέρει μια ενδιαφέρουσα απάντηση σε αυτό το ερώτημα.
Συνοπτικά το συμπέρασμα είναι ότι οι πιο επιτυχημένες κυβερνήσεις όσον αφορά τους ρυθμούς της οικονομικής ανάκαμψης είναι οι «δεξιές» κυβερνήσεις που εφάρμοσαν «αριστερή» πολιτική και οι πιο αποτυχημένες είναι οι «αριστερές» κυβερνήσεις που εφάρμοσαν «δεξιά» οικονομική πολιτική!
«Δεξιά» οικονομική πολιτική σημαίνει πολιτική λιτότητας και «αριστερή» πολιτική αύξησης των δημοσίων δαπανών και δημοσιονομικής τόνωσης.
Οι αναλυτές επικεντρώνονται στο γκρουπ των τεσσάρων οικονομιών της Λατινικής Αμερικής που έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα στον χώρο της Λατινικής Αμερικής. Πρόκειται για την Χιλή, την Βραζιλία, το Μεξικό και την Αργεντινή. Οι δύο πρώτες έχουν συντηρητικές κυβερνήσεις (με επικεφαλής τον Sebastian Pinera στην Χιλή και τον Jaim Bolsonaro στην Βραζιλία) και οι δύο άλλες έχουν «προοδευτικές» κυβερνήσεις (με επικεφαλής τον Lopez Obrador στο Μεξικό και τον Alberto Fernandez στην Αργεντινή).
Σύμφωνα με τα στοιχεία του τρίτου τρίμηνου το ΑΕΠ των χωρών με συντηρητικές κυβερνήσεις, δηλαδή της Χιλής και της Βραζιλίας, βρίσκεται περίπου στα ίδια επίπεδα με αυτά που ήταν πριν από την πανδημία. Σύμφωνα με τις προβλέψεις των αναλυτών η αύξηση στο ΑΕΠ θα συνεχισθεί και μέχρι το τέλος του 2021 θα έχει περάσει τα πριν την πανδημία επίπεδα.
Αντίθετα, αναμένεται ότι το ΑΕΠ των χωρών με «αριστερές» κυβερνήσεις όπως το Μεξικό και η Αργεντινή δεν θα πιάσει τα επίπεδα στα οποία βρισκόταν πριν από την πανδημία πριν από το τέλος του επόμενου έτους.
Η έκπληξη
Ως εδώ καμία έκπληξη. Το αντίθετο μάλιστα. Το ότι συντηρητικές κυβερνήσεις έχουν συνήθως καλύτερες επιδόσεις στο οικονομικό επίπεδο από ότι οι προοδευτικές είναι μάλλον κάτι το αναμενόμενο. Η έκπληξη αρχίζει όταν κοιτάξουμε τις πολιτικές που εφάρμοσαν οι διάφορες χώρες. Ετσι το γκρουπ των συντηρητικών χωρών εφάρμοσε πολιτική που επένδυε σημαντικούς πόρους σε μέτρα δημοσιονομικής τόνωσης, όπως μεταξύ άλλων επιδοτήσεις στις επιχειρήσεις για να μην απολύσουν τους εργαζομένους, μεταφορές πόρων προς τους οικονομικά ασθενέστερους κ.λπ. Ολα αυτά απουσίαζαν από τις πολιτικές του γκρουπ των χωρών με προοδευτικές κυβερνήσεις των οποίων το κυρίως μέλημα ήταν ο έλεγχος των δημοσίως δαπανών.
Ετσι σύμφωνα με στοιχεία του ΔΝΤ το Μεξικό δαπάνησε μόλις 0,7% του ΑΕΠ σε μέτρα άμβλυνσης των επιπτώσεων της πανδημίας και η Αργεντινή 4,5%. Αντίθετα η Χιλή αφιέρωσε το 14% και η Βραζιλία το 9,2% σε τέτοια κοινωνικά μέτρα δημοσιονομικής τόνωσης.
Φυσικά θα πρέπει να αναφερθεί εδώ ότι οι λόγοι για τους οποίους τα κράτη ακολούθησαν διαφορετικές πολιτικές ανταποκρινόταν σε ενδογενείς δυναμικές. Ετσι π.χ. το γεγονός ότι η μεγαλύτερη οικονομία της περιοχής, δηλαδή το Μεξικό, αρνήθηκε να αυξήσει το επίπεδο των δημοσίων δαπανών οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην βαθιά αλλεργία που τρέφει ο Lobez Obrador στη σύναψη νέων δάνειων, τα οποία θεωρεί καταστροφικά για την χώρα αλλά και ανήθικα.
Αντίθετα ο Alberto Fernandez της Αργεντινής δεν εφάρμοσε ανάλογα μέτρα δημοσιονομικής τόνωσης όχι επειδή είχε τις ίδιες ηθικές ενστάσεις στη σύναψη δανείων με αυτές του Μεξικανού προέδρου αλλά επειδή απλώς οι διεθνείς χρηματοοικονομικές αγορές ήσαν κλειστές για την Αργεντινή...