Η ευκαιρία σχεδιασμού, από το μηδέν, ενός ασφαλιστικού συστήματος, όπως το νέο Κεφαλαιοποιητικό Σύστημα Επικουρικής Ασφάλισης, δεν προκύπτει συχνά. Ως εκ τούτου, αυτή η ευκαιρία πρέπει να αξιοποιηθεί στο έπακρο, ώστε να στηθεί ένα νέο, αξιόπιστο Ταμείο ευρωπαϊκών προδιαγραφών, το οποίο θα διαχειρίζεται κατάλληλα τις εισφορές των εργαζομένων και θα τις επενδύει με διαφάνεια προς όφελός τους, προκειμένου, τελικά, να τις αποδίδει ως συντάξεις.
Η οικοδόμηση της μεταρρύθμισης βασίστηκε σε βέλτιστες πρακτικές ευρωπαϊκών χωρών που διαθέτουν προηγμένο κράτος πρόνοιας και αποτελεσματικούς θεσμούς, αλλά και στη βούληση αποφυγής παγίδων που βίωσαν άλλες χώρες με διαφορετική θεσμική κουλτούρα και χαμηλό κοινωνικό κεφάλαιο.
Τα βασικά διδάγματα που αποκρυσταλλώθηκαν από τη διεθνή εμπειρία και ενσωματώθηκαν στο σχέδιο νόμου για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση δείχνουν ότι ο καλός σχεδιασμός, η επαγγελματική διαχείριση και η συνεπής εκτέλεση σε συνδυασμό με την απόλυτη διαφάνεια, τις προβλέψεις λογοδοσίας και την ισχυρή εποπτεία αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για την επιτυχή λειτουργία του νέου Ταμείου.
Το νέο Δημόσιο Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (Τ.Ε.Κ.Α.) έχει σχεδιαστεί για να ταιριάζει σε ένα συγκεκριμένο δημόσιο συνταξιοδοτικό σύστημα καθώς και σε ένα συγκεκριμένο εθνικό πολιτικό πλαίσιο. Για το νέο Ταμείο θεσπίζεται τριμερής εποπτεία, αποτελούμενη από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, την Εθνική Αναλογιστική Αρχή και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κατά αναλογία της εποπτείας των Επαγγελματικών Ταμείων. Το Ταμείο δεν θα στηθεί με τον παραδοσιακό τρόπο με τον οποίο στήθηκαν οργανισμοί στην Ελλάδα. Γιατί κάτι τέτοιο δεν αρκεί, ώστε να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις. Θα λειτουργήσει με σύγχρονες προδιαγραφές που θα εξυπηρετούν τις ψηφιακές ανάγκες του μέλλοντος.
Το Ταμείο θα δρα όχι μόνο ως διαχειριστής αλλά και ως θεματοφύλακας των συμφερόντων των ασφαλισμένων. Στο πλαίσιο αυτό, οι επενδύσεις θα πραγματοποιούνται έχοντας ως πρωταρχικό κριτήριο το βέλτιστο συμφέρον των ασφαλισμένων με γνώμονα την ασφάλεια, την ποιότητα και την κερδοφορία του χαρτοφυλακίου στον ευρύτερο τομέα της ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας.
Για τον λόγο αυτό, τόσο η διαδικασία ανάδειξης της Διοίκησης του ΤΕΚΑ (διακυβέρνηση) όσο και οι κανόνες που θα διέπουν τη διαχείριση (επενδυτικοί κανόνες), σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα, θα είναι ριζικά ανανεωμένοι.
Ως όργανα διοίκησης του νέου Ταμείου ορίζονται το Διοικητικό Συμβούλιο και ο Διευθύνων Σύμβουλος. Εφαρμόζοντας τις αρχές χρηστής διακυβέρνησης (ISSA Guidelines, Good Governance, 2015), τα όργανα αυτά αναλαμβάνουν διακριτούς ρόλους, αναλόγως με την αποστολή και το είδος των αρμοδιοτήτων τους.
- Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι επιφορτισμένο με τον στρατηγικό σχεδιασμό και τον καθορισμό της εν γένει πολιτικής δράσης του Ταμείου, φέρει δε την τελική ευθύνη για την ορθή και σύννομη λειτουργία του.
Στις αρμοδιότητες του Διοικητικού Συμβουλίου περιλαμβάνεται, ενδεικτικά, η διαχείριση της περιουσίας του Ταμείου, ο καθορισμός της επενδυτικής πολιτικής, η στρατηγική κατανομή των περιουσιακών στοιχείων, η επιλογή του διαχειριστή επενδύσεων, καθώς και η πρόταση πρόσληψης του Διευθύνοντος Συμβούλου.
- Ο Διευθύνων Σύμβουλος ασκεί τις εκτελεστικές αρμοδιότητες του Ταμείου, είναι δηλαδή υπεύθυνος για την εφαρμογή και υλοποίηση των στρατηγικών αποφάσεων του Δ.Σ. σύμφωνα με τις οδηγίες του τελευταίου, είναι επικεφαλής της Επενδυτικής Επιτροπής, προΐσταται των υπηρεσιών του Ταμείου και είναι υπεύθυνος, συνολικά, για τις επιχειρησιακές λειτουργίες του Ταμείου.
Με στόχο τον περιορισμό οποιασδήποτε πολιτικής επιρροής ή παρέμβασης, η επιλογή των προσώπων που θα στελεχώσουν τα όργανα διοίκησης του Ταμείου γίνεται με μία καινοτόμα και διαφανή διαδικασία, που έχει ως κεντρικούς άξονες την καταλληλότητα, τη διαφάνεια και την αξιοκρατία. Τα μέλη του Δ.Σ. προεπιλέγονται από ανεξάρτητο Συμβούλιο Επιλογής, το οποίο αποτελείται από:
• έναν Υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος,
• τον Πρόεδρο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς,
• τον Πρόεδρο του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.),
• τον Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.ΔΗ.Χ.) και
• έναν καθηγητή Α.Ε.Ι. της ημεδαπής που ειδικεύεται σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης.
Τονίζεται ότι ο Διευθύνων Σύμβουλος πρέπει να διαθέτει, υποχρεωτικά, εν ισχύ πιστοποιητικό καταλληλότητας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ή της Τράπεζας της Ελλάδος, το οποίο αντιστοιχεί, τουλάχιστον, στην παροχή υπηρεσιών διαχείρισης χαρτοφυλακίων, προσόν που δεν απαιτούνταν ποτέ μέχρι τώρα για διοικούντες ασφαλιστικών ταμείων.
Με το νομοσχέδιο «Ασφαλιστική Μεταρρύθμιση για τη Νέα Γενιά» και τις συνοδευτικές οικονομικές μελέτες που τέθηκαν σε διαβούλευση, η κυβέρνηση καταθέτει μια ολοκληρωμένη πρόταση, η οποία εξασφαλίζει υψηλότερες επικουρικές συντάξεις για τους νέους, χωρίς να επηρεάζονται -ούτε στο ελάχιστο- οι σημερινές συντάξεις.
Η διαχείριση των αποθεματικών του Ταμείου έχει καθαρά επαγγελματικό χαρακτήρα, εφαρμόζοντας αυστηρούς επενδυτικούς κανόνες καθώς και την κατάλληλη εποπτεία. Προβλέπεται, επίσης, ρητά ότι τα κεφάλαια του Ταμείου μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για τους σκοπούς του, ώστε να μην μπορεί κανείς να προβεί σε επενδύσεις που δεν λαμβάνουν υπόψη, πρωτίστως, το συμφέρον των ίδιων των ασφαλισμένων.
Η εμπειρία κεφαλαιοποιητικών συστημάτων δείχνει ότι σε βάθος χρόνου οι αποδόσεις είναι ιδιαίτερα ικανοποιητικές και, σίγουρα, πολύ υψηλότερες από τις αποδόσεις των διανεμητικών συστημάτων γερασμένων κοινωνιών, όπως η ελληνική.
Τελευταίο -αλλά πολύ καίριο- σημείο του νόμου αποτελεί το γεγονός ότι παρέχει διπλή εγγύηση για τις επικουρικές συντάξεις τόσο των παλαιών όσο και των νέων ασφαλισμένων, τους οποίους προστατεύει από τυχόν ακραίας μορφής αρνητικές διακυμάνσεις των αγορών. Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση βασίζεται στην αρχή αλληλεγγύης των γενεών και όχι υποταγής των γενεών.
*Ο κ. Νίκος Μηλαπίδης είναι Νομικός, Διευθυντής του Γραφείου του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων κ. Τσακλόγλου.