Με πάνω από 2 εκατομμύρια νεκρούς μέχρι στιγμής, η πανδημία σίγουρα έχει τις διαστάσεις ενός νέου τύπου παγκόσμιου πολέμου. Και ως τέτοια, όπως προκύπτει από την οικονομική ιστορία, φέρνει στην επιφάνεια σοβαρές πολυεπίπεδες ανακατατάξεις και αλλαγές διαρθρωτικού χαρακτήρα, τις οποίες συνήθως οι οικονομολόγοι παρακάμπτουν για λόγους ευκολίας.
Έτσι, στην οικονομική κυρίως ιστορία κυριαρχούν μύθοι οι οποίοι, κατά την ταπεινή μας γνώμη, είναι το αποτέλεσμα μιας λαθεμένης αντιλήψεως από την πλευρά των οικονομολόγων -και όχι μόνον- των φαινομένων που διέπουν ιστορικά τις οικονομικές πραγματικότητες. Γι' αυτό, παραφράζοντας τον Λέοντα Τολστόι, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η οικονομική ιστορία είναι ένας κωφός που απαντά σε ερωτήσεις τις οποίες κανένας οικονομολόγος δεν του έθεσε.
Χρειάστηκε λοιπόν μια υγειονομική κρίση, για να καταλάβουμε εν μέρει τι μας απαντά, η ιστορία των οικονομικών εξελίξεων τα πενήντα τελευταία χρόνια; Πολύ απλά μάς λέει ότι το παγκόσμιο οικονομικό και κοινωνικοπολιτικ'ο περιβάλλον μεταλλάσσεται με ταχύτητα που υπαγορεύεται από τεχνολογικές και δημογραφικές, κλιματικές και υγειονομικές πλέον εξελίξεις.
Οι τελευταίες επηρεάζουν τις αποκαλούμενες «βαριές» τάσεις της οικονομίας και σήμερα όλα δείχνουν ότι οδηγούν σε μία βαθιά αλλαγή του αποκαλούμενου από φιλοσοφικής πλευράς οικονομικού «παραδείγματος». Με τις ανάλογες επιπτώσεις στα πολιτικά και κοινωνικοπολιτιστικά δρώμενα.
Τι αλλάζει, όμως, στην πράξη; Πριν απ’ όλα, στον ανεπτυγμένο κόσμο αλλάζει ο τρόπος παραγωγής πλούτου και προστιθέμενης αξίας. Η αποκαλούμενη «νέα οικονομία» και για άλλους 4η βιομηχανική επανάσταση, διαφέρει αισθητά από την «παλαιά». Και αυτή είναι μία σημαντική μεταβολή του «παραδείγματος», είτε τη θεωρήσει κανείς από τη σκοπιά του Άνταμ Σμιθ είτε από την αντίστοιχη του Καρόλου Μαρξ.
Ο Α. Σμιθ εξηγούσε ότι αν χρειαζόταν διπλάσιος χρόνος για να κυνηγήσει κανείς ένα ελάφι απ’ ό,τι για να κυνηγήσει έναν κάστορα, το πρώτο ζώο θα κόστιζε αναγκαστικά κατά μέσον όρο δύο φορές ακριβότερα από το δεύτερο. Η «νέα οικονομία» χαρακτηρίζεται από μία δομή κόστους εντελώς ατυπική σε σχέση με αυτό το σχήμα. Ένα λογισμικό κοστίζει πολύ για να σχεδιαστεί, όχι όμως και για να κατασκευαστεί. Άπαξ και σχεδιαστεί το λογισμικό των Windows, μπορεί κανείς να το πουλήσει εξίσου καλά σε μία κωμόπολη όπως σε όλη τη γη, και το κόστος κατασκευής του θα μεταβληθεί οριακά. Η ίδια επιχειρηματολογία ισχύει για τα οπτικοακουστικά μέσα -μία ταινία κοστίζει πολύ για να γυριστεί, όχι όμως και για να (ανα)διανεμηθεί.
Γενικότερα, η πληροφορία, η οποία παίρνει τη μορφή ενός αριθμητικού κώδικα, ενός συμβόλου ή ενός μορίου, κοστίζει πολύ περισσότερο να σχεδιαστεί απ’ ό,τι το φυσικό περίβλημα μέσα στο οποίο φιλοξενείται.
Σε αυτή τη «νέα οικονομία», το δαπανηρό είναι η παραγωγή της πρώτης μονάδας. Η δεύτερη μονάδα και οι επόμενες έχουν μικρό ή και μηδενικό κόστος, εντός κάποιων ορίων. Στη γλώσσα του Α. Σμιθ, θα έλεγε κανείς ότι είναι ο χρόνος που χρειάστηκε για να σκοτώσει κανείς τον πρώτο κάστορα ή το πρώτο ελάφι -δηλαδή, ο χρόνος που χρειάστηκε για να ανακαλύψει π.χ. πού είναι η φωλιά τους-, που θα εξηγούσε όλο το κόστος.
Και στη γλώσσα του ο Κ. Μαρξ, θα υποστήριζε ότι η πηγή της υπεραξίας δεν έγκειται πια στην εργασία που αφιερώνεται για να παραχθεί το αγαθό αλλά στον χρόνο που πέρασε για να συλλάβει κανείς την ιδέα. Αυτός που κατασκευάζει τα αγαθά, ο προλετάριος, ο οποίος δεν διαθέτει παρά τα χέρια του για να εξασφαλίσει τον μισθό του, δεν είναι πια πηγή υπεραξίας. Είναι ένα στοιχείο κόστους που επιδιώκει κανείς να το εξωτερικεύσει.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα φάρμακα. Το δυσκολότερο είναι να ανακαλύψεις το μόριο. Το κόστος παρασκευής του ίδιου του φαρμάκου, λαμβάνοντας υπόψη τις τιμές των γενόσημων (generiques) φαρμάκων, είναι πολύ μικρότερο απ’ ό,τι η απόσβεση των δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη που κοστολογείται στα φάρμακα τα οποία έχουν πάρει άδεια. Από την άποψη αυτή, είναι εκπληκτική σε επιστημονικό επίπεδο η ταχύτητα με την οποία ανακαλύφθηκαν και παρασκευάστηκαν τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού, φαινόμενο που αποδεικνύει τη βαρύτατη σημασία της γνώσης στην παραγωγή πλούτου.
Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε εκατοντάδες άλλες περιπτώσεις, που αποδεικνύουν ότι στην οικονομική δραστηριότητα, οι άυλες αξίες παίζουν όλο και σημαντικότερο ρόλο. Όμως, αυτές οι άυλες αξίες έχουν οικουμενική εμβέλεια, σε αντίθεση με δραστηριότητες που εντάσσονται στην αποκαλούμενη «πραγματική οικονομία». Και αυτό κάποιοι πυγμαίοι του πνεύματος και της σκέψης αδυνατούν να το καταλάβουν ή δεν θέλουν.
Για παράδειγμα, ο χημικός τύπος ενός φαρμάκου είναι το άυλο στοιχείο του. Αυτό που διαμορφώνεται από την έρευνα και τη γνώση. Όμως, ο γιατρός που το χορηγεί, είναι στην ουσία ο συντελεστής της εμπορευματοποιήσεώς του. Με άλλα λόγια, όπως γράφει και ο Ντ. Κοέν, ο γιατρός και ο φαρμακοποιός κινούνται στο πεδίο μιας εργασίας της εγγύτητας, που δεν μπορεί να αυτοματοποιηθεί ή να μετατοπιστεί.
Αμφότεροι δεν μπορούν να παγκοσμιοποιηθούν -σε αντίθεση με το φάρμακο που, ως άυλη αντίληψη, βρίσκεται αμέσως μέσα στην παγκοσμιοποίηση, διότι μπορεί να θεραπεύει όλα τα ανθρώπινα σώματα, όσο μακριά κι αν βρίσκονται από το εργαστήριο που το ανακάλυψε.
Δυστυχώς, τις εξελίξεις αυτές δεν μπορούν όλοι να τις παρακολουθήσουν, διότι είναι ταχύτατες -και το γεγονός αυτό δημιουργεί αστάθειες και ανισορροπίες. Αυτές οι τελευταίες είναι και μέρος της σημερινής κρίσεως, η οποία κάθε άλλο παρά στο τέλος βρίσκεται.
Παρ’ όλα αυτά, οι εξελίξεις αυτές δείχνουν να οδηγούν σε νέες μορφές κοινωνικών σχέσεων και καινοτόμου διακυβέρνησης, φιλικές προς τη γνώση και τον ρόλο της στην ανάπτυξη. Πιθανότατα, δε, αυτός να είναι και ο λόγος που κάποιοι επιδιώκουν να παγκοσμιοποιήσουν τη βλακεία και τον παραλογισμό.