Έχει και μια θετική πλευρά το lockdown. Επέτρεψε στον υπογράφοντα να πάει 20 χρόνια πίσω στις αμερικανικές εξελίξεις και σε γεγονότα που σημάδεψαν τις ΗΠΑ την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα.
Διαπίστωσε έτσι ότι η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ το 2016 ήταν μια φυσική, τρόπον τινά, εξέλιξη, η οποία θα είχε συνέχεια και το 2020, αν δεν είχε προκύψει η πανδημία της νόσου Covid-19 και ο ανεύθυνος χειρισμός της από έναν πρόεδρο των ΗΠΑ που μόνο στον λαϊκισμό υπακούει.
Μια αναδρομή στα τελευταία είκοσι χρόνια δείχνει ότι στις ΗΠΑ σημειώθηκαν σημαντικές εξελίξεις, οι οποίες με μεγάλη ταχύτητα μεταφέρθηκαν και στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο, με άμεσο αποτέλεσμα το ξέσπασμα μιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, η οποία επιδείνωσε μια προϋπάρχουσα κρίση αξιών και θεσμών. Από μόνη της, δε, η κρίση αυτή γεννά τάσεις και συμπεριφορές, οι οποίες όσο εξετάζονται και αναλύονται με τα παραδοσιακά πολιτικά και αναλυτικά εργαλεία τόσο χειρότερα αντιμετωπίζονται.
Σήμερα, λοιπόν, τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε άλλες δυτικού τύπου χώρες, υπάρχει μια πολυάριθμη μεσαία τάξη, η οποία ενώ για πολλά χρόνια απολάμβανε ένα σχετικά υψηλό επίπεδο ζωής, για ποικίλους λόγους αυτό το τελευταίο είναι πλέον αβέβαιο και σταδιακά χαμηλώνει. Την ώρα που μια άλλη τάξη, αυτή των μεσαίων και ανώτερων ελίτ, ανεβαίνει.
Πριν από οκτώ χρόνια, μιλώντας σ' ένα Συνέδριο στις Βρυξέλλες με τον γνωστό Αμερικανό στοχαστή Φρανσίς Φουκουγιάμα, μου έλεγε:
«Σε μια δημοκρατία με αδύναμη μεσαία τάξη, παρατηρείται αύξηση του λαϊκισμού και των εσωτερικών συγκρούσεων, καθώς και ανικανότητα επίλυσης του ζητήματος της αναδιανομής με μεθοδευμένο τρόπο. Στις ΗΠΑ τώρα παρατηρείται μια επιστροφή στον λαϊκισμό, θα έπρεπε να είναι αριστερός λαϊκισμός αλλά είναι δεξιός λαϊκισμός. Αν ρωτήσεις τα μέλη του "tea party” για τα συναισθήματά τους απέναντι στην κυβέρνηση, θα σου απαντήσουν με πάθος. Μισούν την κυβέρνηση. Πιστεύουν πως έχουν προδοθεί από τις ελίτ. Οι Αμερικανοί σιγά σιγά έχουν αρχίσει να αναγνωρίζουν ότι υπάρχει πρόβλημα ανισοτήτων, αλλά διαφορετικό σε σχέση με το παρελθόν. Προς αυτή την κατεύθυνση κινήθηκαν και οι κινητοποιήσεις στη Γουόλ Στριτ. Το πρόβλημα είναι πως στις ΗΠΑ είναι πολύ δύσκολο να κινητοποιήσεις ανθρώπους για θέματα ταξικά».
Το κίνημα tea party, συνέχιζε ο Φ. Φουκουγιάμα, «είναι γνησιότατα λαϊκό, απεχθάνεται τις ελίτ, απαρτίζεται από λευκούς της εργατικής τάξης κυρίως και τις θεωρίες περί σοσιαλιστικών μετασχηματισμών τις ακούει βερεσέ! Οι οπαδοί του κινήματος αυτού, τον Ομπάμα δεν τον πάνε όχι γιατί είναι σοσιαλδημοκράτης αλλά γιατί σπούδασε στο Χάρβαρντ!».
Αυτό το κίνημα, λοιπόν, βγήκε πανίσχυρο από τις τελευταίες προεδρικές εκλογές και ας έχασε ο ηγέτης του. Εξάλλου ο Τραμπ πήρε κάπου 9 εκατομμύρια ψήφους περισσότερους από αυτούς που είχε πάρει το 2016. Ο νέος πρόεδρος έτσι, θα έχει ισχυρή αντιπολίτευση απέναντί του και υπό αυτή την έννοια, οι αποφάσεις του για την εξωτερική πολιτική θα είναι συνάρτηση των εσωτερικών εξελίξεων και ισορροπιών.
Κατά συνέπεια, οι σύμμαχοι του νέου Αμερικανού προέδρου έχουν κάθε λόγο να είναι προσεκτικοί και προετοιμασμένοι για διαφορές μεταξύ λόγων και πράξεων. Πέρα από την ανακούφιση που σε πολλές κυβερνήσεις προκάλεσε η νίκη του Τζο Μπάιντεν, υπάρχει και η πραγματικότητα.
Είναι βέβαιο, όπως τόνισαν ο Economist και οι Financial Times, ότι υπό την νέα προεδρία των ΗΠΑ, θα πάψουν οι λαϊκιστικές κινήσεις «μπούλινγκ» που κατά κόρον έκανε ο Ντόναλντ Τραμπ προς συμμάχους. Θα σταματήσουν επίσης και οι απειλές αποχώρησης από το ΝΑΤΟ. Ακόμα, η Αμερική θα πάψει να αντιμετωπίζει την Ευρώπη σαν «εχθρό» στις εμπορικές σχέσεις, ή τις ίδιες τις δυνάμεις της που βρίσκονται στη Νότια Κορέα σαν μηχανισμό προστασίας.
Αντί για τη μηχανή κατεδαφίσεων Τραμπ, η προεδρία Μπάιντεν θα τείνει ανοιχτό χέρι και θα εργασθεί συνεργατικά στις παγκόσμιες απειλές -από τον κορωνοϊό μέχρι την κλιματική αλλαγή. Υπόσχεται ο Τζο Μπάιντεν να καταστήσει τις ΗΠΑ εκ νέου φάρο, σημαιοφόρο υψηλών αξιών και προστάτη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που θα ηγείται «όχι μόνον με το παράδειγμα της ισχύος μας αλλά με την ισχύ του παραδείγματός μας», σύμφωνα με την πρώτη επίσημη ομιλία του.
Στην προσέγγιση Μπάιντεν, οι σύμμαχοι έχουν κεντρικό ρόλο. Τους θεωρεί -ορθώς- πολλαπλασιαστές της επιρροής των ΗΠΑ, καθώς η τακτική του θα είναι αυτή των πολυμερών προσεγγίσεων. Θα επαναφέρει έτσι τις ΗΠΑ στη Συμφωνία των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή, την οποία η χώρα εγκατέλειψε επισήμως στις 4 Νοεμβρίου, ταυτόχρονα, δε, πιστεύει ότι είναι προτιμότερο να ηγηθεί του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, αντί να τον εγκαταλείψει.
Θα ξαναδώσει ζωή στην προσπάθεια ελέγχου των εξοπλισμών, με προτεραιότητα στο να παραταθεί πέραν της 5ης Φεβρουάριου η νέα START, η τελευταία πυρηνική συμφωνία με τη Ρωσία που έχει εναπομείνει. Θα επιθυμούσε επίσης να επανέλθει στην πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, την οποία εγκατέλειψε ο Ντόναλντ Τραμπ, αλλά μετά την τελευταία δολοφονία του επιστήμονα καθηγητή που ήταν υπεύθυνος του πυρηνικού προγράμματος, η κατάσταση θα πάρει άλλη τροπή. Άγνωστη για την ώρα.
Συνεπώς, δεν θα είναι όλη αυτή η διαδρομή εύκολη υπόθεση. Πολλές χώρες στην πρώτη γραμμή του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία έχουν χαρεί με την ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων επί Τραμπ. Και οι σύμμαχοι στην Ασία ευχαριστήθηκαν με τον τρόπο που ο Ντόναλτ Τραμπ αντιπαρατάχθηκε με την Κίνα, όταν έκανε λόγο για «ελεύθερη και ανοιχτή περιοχή Ινδικού-Ειρηνικού» και λειτούργησε ως «Τετράγωνο» με Αυστραλία, Ινδία και Ιαπωνία. Ο Τζο Μπάιντεν θα χρειαστεί να αποδείξει ότι δεν θα πάει πίσω.
Και οι σύμμαχοι όμως θα πρέπει να εργασθούν μαζί με την Αμερική, προκειμένου να επισκευασθεί η διεθνής τάξη πραγμάτων. Μπορούν να στηρίξουν τις προσπάθειές του να αντισταθεί στις τάσεις Κινέζων και Ρώσων να παραβαίνουν τους κανόνες.
Ο Τζο Μπάιντεν θα έχει να αντιμετωπίσει έναν κόσμο γεμάτο προβλήματα, όμως στο ξεκίνημά του θα διαθέτει ισχυρά σημεία. Χάρη στον Ντόναλντ Τραμπ, έχουν επιβληθεί κυρώσεις σε αντιπάλους -συμπεριλαμβανομένης της Βενεζουέλας και του Ιράν-, οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν ως διαπραγματευτικά χαρτιά.
Μεταξύ δε των φίλων θα μπορέσει να μετατρέψει την ανακούφιση από το ότι οι ΗΠΑ θα επανεμπλακούν στις διεθνείς υποθέσεις σε μια ισχυρότερη προθυμία να μοιραστούν το βάρος. Οι σύμμαχοι, λοιπόν, παρά τις πανδημίες και τα δικά τους προβλήματα, ας προετοιμάζονται να βάλουν και το χέρι στην τσέπη.
Όσο για τον Ερντογάν, είναι ανοικτό το θέμα του πώς θα ξεμπλέξει με τα οπλικά συστήματα που αγόρασε από τη Ρωσία και τα οποία, καλώς εχόντων των πραγμάτων, συνεπάγονται κυρώσεις.