Οντας μάρτυρας δύο παγκοσμίων πολέμων ο μεγάλος Αγγλος οικονομολόγος Τζον Μέιναρντ Κέινς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όλες οι συγκρούσεις μεταξύ των κρατών οφείλεται σε μία τύφλωση: Το μυαλό μας είναι τόσο βυθισμένο στις «βεβαιότητες» που έχουμε διαμορφώσει ώστε να μην μπορούμε να δούμε άλλα πράγματα που μας περιβάλλουν που μπορεί να έχουν μεγαλύτερη σημασία για την κρίση που αντιμετωπίζουμε με ένα άλλο κράτος.
Την τύφλωση αυτή ο Κέινς την ονόμασε IDOM, Insufficient Devices of the Mind (Ανεπαρκή Εργαλεία του Εγκεφάλου) πού σύμφωνα με τον Αγγλο οικονομολόγο χαρακτηρίζει τις περισσότερες συλλογικές κρίσεις μεταξύ των κρατών. Δίνει δε το παρακάτω απλό παράδειγμα:
Δύο οδηγοί φορτηγών ανταμώνουν μετωπικά σε ένα αυτοκινητόδρομο που περιβάλλεται από λασπώδεις φυτείες ρυζιού. Ο αυτοκινητόδρομος είναι στενός και δεν επιτρέπει και στα δύο φορτηγά να συνεχίσουν τη πορεία τους. Ενα από τα δύο πρέπει να βγει από τον αυτοκινητόδρομο με τον κίνδυνο να βυθισθεί στην λάσπη για να περάσει το άλλο.
Καθ’ όσον δεν μπορούν να βρουν άλλη λύση προσπαθούν να διαπραγματευθούν. Ομως στο βαθμό που κάθε λύση σημαίνει ότι ένας από τους δύο ρισκάρει να μην μπορέσει να φέρει σε πέρας την αποστολή του (να μείνει βυθισμένος στη λάσπη) μένουν και οι δύο παραλυμένοι χωρίς να μπορούν να κινηθούν περιμένοντας ο κάθε ένας από τον άλλο να υποχωρήσει.
Αν αμφότεροι γνώριζαν περισσότερα στοιχεία του περιβάλλοντος -όπως π.χ. ότι το βάθος λάσπης δεν ξεπερνά μερικά εκατοστά και ότι από κάτω βρίσκεται στέρεο έδαφος που μπορεί να στηρίξει ένα φορτηγό το πρόβλημα θα είχε λυθεί. Θα έπαιζαν μονά ζυγά και αυτός που θα κέρδιζε θα πέρναγε πρώτος, ενώ αυτός που θα έχανε απλά θα έκανε κανένα δεκάλεπτο παραπάνω να φτάσει στην αποστολή του.
Ομως και οι δύο οδηγοί δεν γνωρίζουν τίποτα παραπάνω απ’ αυτό που γνωρίζουν, ότι ο άλλος οδηγός τους εμποδίζει να φτάσουν στον προορισμό τους και αυτά που γνωρίζουν -δηλαδή οι «βεβαιότητες» τους- έχουν καταλάβει όλο τον εγκέφαλο τους και τους εμποδίζουν να διερευνήσουν αυτό που δε γνωρίζουν.
Μάλιστα όπως προβλέπει ο Κεινς ίσως και σε λίγο να ανάψουν τα αίματα και να κλιμακωθεί η κρίση. Ενας ρίχνει μια μπουνιά στον άλλο και τον παίρνουν τα αίματα. Ο άλλος βγάζει μαχαίρι και το καρφώνει στο στομάχι του αντιπάλου...
Τουρκία και Ελλάδα έχουν τυφλωθεί από την ίδια «βεβαιότητα». Οτι κάθε αίτημα που εγείρει ένας από τους δύο σε βάρος του άλλου αποτελεί μέρος ενός μακρόπνοου «επεκτατισμού». Για τους Τούρκους ο «ελληνικός επεκτατισμός» έχει τις ρίζες του στην διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, για τους Ελληνες ο «τουρκικός επεκτατισμός» είναι πιο πρόσφατης κοπής και εκδηλώνεται κυρίως στις μεταχουντικές εξελίξεις στην Κύπρο.
Και στα πλαίσια αυτά διατυπώνουν αιτήματα που στοχεύουν περισσότερο να επιβεβαιώσουν σε έκαστο από τους δύο ότι οι προϋπάρχουσες βεβαιότητες τους είναι σωστές παρά να προχωρήσουν την συζήτηση.
Ετσι η Τουρκία επιμένει να θέτει ως προς συζήτηση όλα τα προβλήματα που υπάρχουν μεταξύ των δύο χωρών από τότε που ο Αδάμ και η Ευα εγκατέλειψαν τον Παράδεισο, ενώ η Ελλάδα από την πλευρά της επιμένει ότι συζητάει μόνο το θέμα της ΑΟΖ.
Αν φυσικά το μυαλό των δύο «φορτηγατζήδων» μας είχε λιγότερες «βεβαιότητες» και περισσότερη διάθεση έρευνας για τα οφέλη της συνεργασίας στο Αιγαίο -στον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών σήμερα, του λαθρεμπορίου όπλων και φεντανιλ αύριο, της επιχειρηματικής συνεργασίας κ.λπ. -τότε πολύ γρήγορα θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι τα πλεονεκτήματα μιας λύσης των διαφορών των δύο χωρών θα ενείχε τέτοια πλεονεκτήματα που θα καθιστούσαν ασήμαντο το κόστος οποιασδήποτε «υποχώρησης».