Όταν την Πεμπτη 22 Ιουλίου 1966 μια σκυθρωπή Βελγίδα υπάλληλος ης Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μετά από αρκετές διαδικασίες, μου έδινε την άδεια να μπω στο τότε Γραφείο των Δημοσιογράφων της ΕΟΚ στις Βρυξέλλες, πού να φανταστώ ότι 54 χρόνια μετά, η τότε Κοινότητα των Έξι χωρών-μελών θα είχε 27 χώρες-μέλη και 63 χρόνια ζωής πίσω της. Και όχι μόνον.
Εκείνη τη χρονιά, η τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), με πρόεδρο της Επιτροπής τον Γερμανό καθηγητή Βάλτερ Χαλστάιν, έβγαινε αρκετά τραυματισμένη από τη γαλλική τακτική της «άδειας καρέκλας», που επί ένα εξάμηνο εφάρμοζε η Γαλλία του προέδρου Σαρλ ντε Γκολ, η οποία ήθελε η Κοινότητα να είναι μια απλή «τεχνική υπηρεσία» με διακυβερνητικό χαρακτήρα!
Και κάποιος θα πρέπει, κάποτε, να γράψει ότι η τότε γκολική Γαλλία ήταν το πιο σοβαρό εμπόδιο στην ένωση της Ευρώπης, την οποία ο στρατηγός Ντε Γκολ περιπαικτικά αποκαλούσε «machin» (πραγματάκι).
Σε καμία, δε, περίπτωση δεν ήθελε την οικονομική της ένωση, την οποία τελικά δέκα χρόνια μετά δρομολόγησαν οι φωτισμένοι Χέλμουτ Σμιτ, Γερμανός σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος και Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστίν, φιλελεύθερος Γάλλος πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Κατά την ταπεινή μας δε γνώμη, ο ρόλος αυτών των δύο ανδρών υπήρξε ιστορικός και αποφασιστικός για τη διαχρονική πορεία της Ευρώπης και την είσοδο της Ελλάδας στους κόλπους της.
Σε μια κρίσιμη μεταβατική περίοδο της παγκόσμιας οικονομίας, οι Χ. Σμιτ και Ζισκάρ ντ' Εστέν κατάλαβαν ότι η Ευρώπη για να επιβιώσει έπρεπε να αποκτήσει ενιαία αγορά και ενιαίο νόμισμα, ώστε να αποφεύγονται γραφειοκρατικά και διοικητικά κόστη και ανταγωνιστικές υποτιμήσεις.
Το σημαντικό αυτό έργο, μέσα σε μια δεκαετία, ολοκλήρωσε ο Γάλλος σοσιαλδημοκράτης πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζακ Ντελόρ, πετυχαίνοντας την ιστορική Συμφωνία, γνωστή ως Ενιαία Πράξη. Ετσι από το 1985 έως το 1995 η σημερινή Ένωση γνώρισε μιά δεκαετία μεγάλης θεσμικής και διαρθρωτικής αλλαγής, έχοντας πλέον 15 χώρες-μέλη, που αποτελούσαν τη μεγαλύτερη εμπορική δύναμη στον κόσμο. Στην ίδια δεκαετία, η κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων δημιουργούσε και νέες πολιτικές συνθήκες στην Ευρώπη, η οποία πέρα από την οικονομική της ισχύ αποκτούσε τεράστιο γεωπολιτικό βάρος. Ιδιαίτερα δε, μετά την επανένωση των δύο Γερμανιών, η οποία από μόνη της ανέτρεπε μεταπολεμικές ισορροπίες.
Παράλληλα η ύπαρξη και λειτουργία του ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος όταν ξεκινούσε ο 21ος αιώνας, ήταν ένα κοσμοϊστορικό γεγονός. Το ευρώ, ως δεύτερο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα με γερμανική σφραγίδα, αποτελούσε πρόκληση για τον αγγλοσαξονικό κόσμο, ο οποίος έως τότε είχε υπό τον απόλυτο έλεγχό του το παγκόσμιο νομισματικό και χρηματοπιστωτικό γίγνεσθαι.
Κυρίαρχος ήταν επίσης και ο αγγλοσαξονικός καπιταλισμός, ο οποίος με αιχμή του δόρατος τις ΗΠΑ και την τεχνολογική τους υπεροχή, είχε τον πρώτο λόγο στον νέο παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας. «Η σημερινή αμερικανική υπεροχή, έγραφε στις αρχές του 2000 ο Χέλμουτ Σμιτ, οφείλεται στις σημαντικά υψηλότερες δαπάνες των ΗΠΑ για έρευνα καθώς και στην πολύ ελεύθερη διάδοση της εφαρμογής αυτών των ερευνών.
»Είναι αξιοπρόσεκτη επίσης, η εξαιρετική αποδοτικότητα των αμερικανικών πανεπιστημίων, που φέρνει στο προσκήνιο την δύναμη μιας νέας ελίτ, η οποία θα παίξει όλο και μεγαλύτερο ρόλο στις παγκόσμιες τεχνολογικές και οικονομικές εξελίξεις. Πέρα από αυτά, η παγκοσμιοποίηση των χρηματοοικονομικών αγορών θέτει σε κίνδυνο την οικονομική και πολιτική αυτονομία πολλών εθνικών κρατών και κάνει αναπόφευκτη την οικονομική και νομισματική ένωση της Ευρώπης…
»Χωρίς αυτήν, η Ευρώπη θα αντιμετωπίσει πολύ σοβαρά προβλήματα παρακμής και θα γνωρίσει νέους κινδύνους από τη δημογραφική έκρηξη σε Ασία και Αφρική και από την κλιματική αλλαγή. Η μετανάστευση θα γίνει μείζον ευρωπαϊκό πρόβλημα».
Δίνοντας συνέχεια στην αρθρογραφία του, ο μεγάλος Γερμανός πολιτικός, στο βιβλίο του «Η αυτοδυναμία της Ευρώπης» (Εκδόσεις Παπαζήση), πριν 16 χρόνια έγραφε:
«Οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ πρέπει να ξεφύγουν από τον βάλτο κοντόθωρων σκοπιμοτήτων. Οι μικροπρεπείς διαμάχες για εθνικά πλεονεκτήματα είναι αδιέξοδες και αρνητικές για την Ευρώπη. Επείγουν ουσιαστικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις.
»Τους κινδύνους του 21ου αιώνα, που ήδη είναι σήμερα ορατοί, δεν επιβάλλεται να τους βλέπουν μόνον οι κυβερνώντες, αλλά και όλοι εμείς οι απλοί εκλογείς των κυβερνήσεών μας. Δεν είμαστε αμέτοχοι στο μέλλον μας, γίαυτό ας αναρωτηθούμε: Πώς περιμένουμε να εξελιχθούν τα πράγματα; Τι πρέπει να κάνουμε; Διότι οι κυβερνώντες διστάζουν όσον αφορά την ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, φοβούμενοι κυρίως τον εθνικό εγωισμό των εκάστοτε εκλογέων τους.
»Η πιο σημαντική απάντηση είναι ότι η κατάρρευση της Δύσης δεν θα επέλθει ούτε στον 21ο αιώνα, μόνον εφόσον εμείς οι Ευρωπαίοι φανούμε αρκετά έξυπνοι και ικανοί να μετατρέψουμε την Ευρωπαϊκή Ένωση σε μια δραστήρια ενότητα. Για μας δε τους Γερμανούς, προσθέτω ότι η επικίνδυνη απομόνωση του Βίσμαρκ έως και το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, του Χίτλερ, έως τα μέσα του 20ού αιώνα, δεν θα επαναληφθεί μόνον εφόσον η Γερμανία και η Γαλλία συσφίξουν τις σχέσεις τους μακρόπνοα, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Αυτές οι σχέσεις είναι σήμερα ισχυρές παρά τις προσπάθειες που έγιναν για να διαλυθούν. Οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της περασμένης εβδομάδας, παρά τον δύσκολο τοκετό, είναι πλέον ζωντανή απόδειξη ότι το αντιευρωπαϊκό μέτωπο και οι γνωστοί χρηματοδότες του (Αμερικανοί, Ρώσοι, Τούρκοι και Εμίρηδες), απέτυχαν.
Η Ευρώπη, με την ίδρυση του Ταμείου Ανάκαμψης, έστω και αν το επέβαλε η πανδημία του κορωνοϊού, άνοιξε την πόρτα της οικονομικής της ένωσης και αυτό δεν είναι καλό νέο για κάποια αρρωστημένα μυαλά. Παρ' όλα αυτά, δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν το παιχνίδι. Η πανδημία Covid-19 τούς χάλασε αρκετά σχέδια, πλην όμως οι δυνάμεις αυτές θα επανέλθουν, γιατί η διαίρεση είναι ο κανόνας τους.
Η Ένωση έχει όμως στη φαρέτρα της σοβαρά ατού. Και αυτά τα τελευταία τα παραθέτει σε μιά πολύ καλή και διεξοδική ανάλυση-παρουσίασή του ο Γιώργος Κολυβάς, πρώην καταξιωμένο μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και στέλεχός της σε κρίσιμες για την ΟΝΕ περιόδους.
Η επιτάχυνση της οικονομικής Ενωσης στην ευρωζώνη είναι μονόδρομος
του Γιώργου Κολυβά*
Σήμερα, η αντιμετώπιση της μεγάλης και πρωτόγνωρης οικονομικής κρίσης που προκάλεσε η πανδημία είναι η πρώτη και μεγάλη προτεραιότητα των κυβερνήσεων και των Κεντρικών Τραπεζών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας, όλων των χωρών του πλανήτη.
Στο πλαίσιο αυτό, σχεδόν όλες οι Κεντρικές Τράπεζες αποφάσισαν και υλοποιούν μεγάλα πακέτα ρευστότητας της τάξης του 10-15% του ΑΕΠ της χώρας τους ή της ομοσπονδίας τους. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ήταν ίσως η πρώτη που ανταποκρίθηκε στις έκτακτες ανάγκες ρευστότητας που προκάλεσε η πανδημία ήδη από τον Μάρτιο του 2020, με το νέο της πρόγραμμα PEPP-Pandemic Emergency Purchase Programme, στο οποίο εντάχθηκε άμεσα και η Ελλάδα.
Παράλληλα, οι κυβερνήσεις εγκρίνουν συνεχώς νέα και πρόσθετα προγράμματα, αφενός, στήριξης των επιχειρήσεων και των εργαζομένων που επλήγησαν από τον εγκλεισμό και την πανδημία, αφετέρου, προγράμματα αναθέρμανσης της οικονομίας. Τα προγράμματα αυτά κινητοποιούν πολύ μεγάλα ποσά, αντίστοιχα με το 10-20% του ΑΕΠ της κάθε χώρας, της ομοσπονδίας, είτε της υβριδικής και ακόμη ατελούς οικονομικής και νομισματικής ένωσης στην περίπτωση της Ευρώπης και του ευρώ, που όμως είναι ήδη σήμερα πιο προχωρημένη σε σχέση με το κλασικό μοντέλο της συνομοσπονδίας.
Στην Ευρώπη, η αγωνία και η συζήτηση-διαπραγμάτευση για την οικονομία και την απασχόληση σε κάθε κράτος-μέλος, αλλά και η αγωνία και βούληση για τη διαφύλαξη των κεκτημένων της ενιαίας εσωτερικής αγοράς την επόμενη μέρα του γενικευμένου lockdown και στις συνθήκες της πανδημίας που επιμένει, κυριάρχησε και κυριαρχεί, σχεδόν μονοπωλώντας δικαιολογημένα το ενδιαφέρον όλων ανεξαιρέτως κατά τους έξι τελευταίους μήνες. Στις συνθήκες της πρωτόγνωρης κρίσης που προκάλεσε η πανδημία, ελάχιστοι θέτουν πλέον ένα σημαντικό ζήτημα σε εκκρεμότητα, που αφορά τα απαραίτητα επόμενα βήματα προς την ολοκλήρωση της ευρωζώνης.
Ενώ θα περίμενε κανείς ότι οι μεταρρυθμίσεις για την εμβάθυνση της ευρωζώνης θα κέρδιζαν σημαντικά σε επιτάχυνση και σε βάθος μετά την κρίση του ευρώ του 2010-2013, ώστε το ευρώ και η ευρωζώνη να είναι σταθερά πλέον σε πολύ καλύτερη ετοιμότητα για να αντιμετωπίσουν τις επόμενες κρίσεις που θα έρχονταν, συνέβη ακριβώς το αντίθετο! Οι περισσότερες μεταρρυθμίσεις της ευρωζώνης που έγιναν ως τώρα πραγματοποιήθηκαν στο διάστημα της προηγούμενης κρίσης, στην περίοδο 2010-2013, ενώ πολύ λιγότερες πραγματοποιήθηκαν στο διάστημα 2014-2020.
Διαφαίνεται από τα όσα συνέβησαν τα τελευταία είκοσι χρόνια στην Ευρώπη, ότι εκτός περιόδου κρίσεων, η κοινή γνώμη και οι εθνικές κυβερνήσεις στην ΕΕ περνούν σε φάση αδικαιολόγητης ευφορίας, αισιοδοξίας και ίσως ολίγης αμνησίας, πιθανόν μετατρέποντας ενδόμυχα την ελπίδα για την οριστική εξάλειψη των οικονομικών κύκλων και κρίσεων σε πεποίθηση, και πιστεύοντας έτσι στην πλειοψηφία τους ότι κάθε μεγάλη κρίση που μόλις πέρασε στην Ευρώπη, θα είναι και η τελευταία! Ίσως δε τελικά να έχει πλέον μπει στο DNA της Ευρώπης να προοδεύει στην ολοκλήρωσή της σε περιόδους κρίσης, ενώ θα έπρεπε να συμβαίνει ακριβώς το αντίστροφο.
Αυτό υπενθύμιζε άλλωστε σε κάθε ευκαιρία και ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Jean Claude Juncker σε όλη τη διάρκεια της θητεία του (2014-2019), αξιοποιώντας πάντα και την προσφιλή του παρομοίωση, ότι επισκευάζουμε τη στέγη του σπιτιού μας όταν κάνει καλό καιρό και όχι όταν βρέχει και χιονίζει!
Σε λίγους μήνες, μετά την οριστική έγκριση μέσω του θεσμικού τριλόγου της ΕΕ μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου -Συμβουλίου- Επιτροπής, του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου-ΠΔΠ 2021-27 ύψους € 1.074 δισ., και του Ταμείου Ανάκαμψης € 750 δισ. που ενέκρινε κατ’ αρχάς το ιστορικό τετραήμερο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 17-21 Ιουλίου (μετά από συνολικά 90 ώρες διαπραγμάτευσης!), εκτιμούμε ότι η εμβάθυνση της ευρωζώνης θα τεθεί αναγκαστικά και πάλι στο προσκήνιο.
Οι συνέπειες της κρίσης της πανδημίας στην ενιαία εσωτερική αγορά θα είναι μεσοπρόθεσμα βαθιές και ασύμμετρες. Στο πλαίσιο αυτό, τουλάχιστον οι χώρες του Νότου της ευρωζώνης, μαζί με τη Γαλλία και τη Γερμανία, ενωμένες στο πλαίσιο ενός πρόσφατα αναζωογονημένου και ενισχυμένου γαλλο-γερμανικού άξονα, θα υποχρεωθούν να θέσουν και πάλι στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας το ζήτημα της ταχύτερης αλλά πάντα σταδιακής ολοκλήρωσης της ΟΝΕ.
Αυτό θα μπορούσε να γίνει σε πρώτο στάδιο στη βάση των προτάσεων της Επιτροπής που εκκρεμούν, και σε επόμενο στάδιο, στη βάση των υπόλοιπων σημαντικών προτάσεων τόσο της έκθεσης του 2012, των τεσσάρων προέδρων της ΕΕ, όσο και της έκθεσης των πέντε προέδρων της ΕΕ, του Ιουνίου του 2015, για την ολοκλήρωση της ΟΝΕ.
Το ζήτημα της ελληνικής οικονομίας
Η ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης-ΟΝΕ είναι απαραίτητη για να μπορέσει να προσφέρει το ευρώ σε όλους, ως δημόσιο αγαθό κοινό σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης και επωφελές για όλους τους πολίτες, βεβαίως με την απαραίτητη νομισματική σταθερότητα και την σταθερότητα των τιμών, αλλά και τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Θα θέλαμε να τονίσουμε εδώ ότι η καλύτερη λειτουργία της ΟΝΕ και του ευρώ ως κοινού δημόσιου αγαθού στο σύνολο της ευρωζώνης θα ωφελήσει οριζόντια όλους τους πολίτες και όλα τα κράτη-μέλη, και φυσικά και την Ελλάδα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η χώρα μας θα μπορέσει να εξασφαλίσει αυτομάτως την ευημερία της απλά και μόνον χάρη σε ένα ισχυρότερο και καλύτερο δημόσιο αγαθό, το βελτιωμένο ευρώ! Μόνες τους η νομισματική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα, και η πλουσιοπάροχη χρηματοδοτική και τεχνική βοήθεια που μας έρχονται από τις Βρυξέλλες, δεν φέρνουν τη μακροπρόθεσμη και περιβαλλοντικά βιώσιμη ανάπτυξη και απασχόληση, σε οποιαδήποτε χώρα της ΕΕ.
Για την ειδικότερη περίπτωση της δικής μας χώρας, είναι απαραίτητος και ο μετασχηματισμός του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, με έμφαση στην ενίσχυση της μεταποίησης και την καινοτομίας.
Απαιτούνται επίσης η ενίσχυση της παραγωγικότητας, της ανταγωνιστικότητας και των εξαγωγών αγαθών, οι μεταρρυθμίσεις και η ψηφιοποίηση συνολικά του ευρύτερου δημόσιου τομέα, η αναβάθμιση της παιδείας και της συνεχιζόμενης κατάρτισης για να αποκτούν συνεχώς οι πολίτες και η νέα γενιά τις απαιτούμενες δεξιότητες και γνώσεις. Όλα αυτά είναι αναγκαίες προϋποθέσεις για τη βιώσιμη ανάπτυξη και απασχόληση. Η επιτυχία στους στόχους αυτούς στην πράξη, στη χώρα μας, όπως και σε κάθε άλλο κράτος-μέλος, είναι κατά κύριο λόγο δική μας δουλειά και ευθύνη! Ουδέποτε θα αποκτήσει η ΕΕ αρμοδιότητες και εξουσίες, στο ορατό μέλλον, που θα της επιτρέπουν να κυβερνήσει τη χώρα μας και να πετύχει τους στόχους αυτούς στην Ελλάδα, για δικό μας λογαριασμό!
Οικονομική Ένωση της Ευρώπης: μια παλιά εκκρεμότητα!
Στη συνέχεια, θα επιχειρήσουμε να δούμε συνοπτικά πώς η έξοδος από την ύφεση της πανδημίας στην ευρωζώνη θα μπορούσε να συνδυασθεί επιτυχώς με κάποια ουσιαστικά βήματα προόδου προς στην εμβάθυνση της ευρωζώνης και την ισχυροποίηση του ευρώ, βήματα που νομίζουμε ότι έχουν καθυστερήσει εντελώς αδικαιολόγητα στα τελευταία έξι χρόνια, για να μην αναφερθούμε στις τελευταίες τρεις δεκαετίες αδικαιολόγητης καθυστέρησης.
Ήδη η έκθεση Werner από το 1970 πρότεινε τη σταδιακή δημιουργία μιας ολοκληρωμένης πολιτικής, οικονομικής και νομισματικής Ένωσης από τα έξι ιδρυτικά μέλη της ΕΟΚ, σε βάθος μιας έως το πολύ δυο δεκαετιών! H έκθεση Delors του 1989 πρότεινε τη δημιουργία σε τρία στάδια μιας προωθημένης Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, με δέσμευση όλων όσων συμμετέχουν ευθύς εξαρχής για την ολοκλήρωση και των τριών σταδίων σε συγκεκριμένο και σφικτό χρονοδιάγραμμα.
Όμως, η Διακυβερνητική Διάσκεψη που ακολούθησε τον Ιούλιο του 1990 την υποβολή της Έκθεσης Delors για την ΟΝΕ, η Συνθήκη του Μάαστριχτ του 1992 και η δημιουργία του ευρώ το 1999, στηρίχθηκαν μόνον σε ένα μέρος και όχι στο σύνολο των προτάσεων της έκθεσης Delors για την ΟΝΕ. Όσο για την έκθεση της άλλης Διακυβερνητικής Διάσκεψης για την πολιτική Ένωση, που ξεκίνησε κι αυτή τον Ιούλιο του 1990 παράλληλα με τη Διάσκεψη για την ΟΝΕ, δυστυχώς δεν είχε κάποια συνέχεια στη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Έτσι, τελικά το ευρώ και η ευρωζώνη, μετά μια πρώτη δεκαετία ευφορίας από το 1999 έως το 2008, βρέθηκαν ανοχύρωτα στην εξαγόμενη από τις ΗΠΑ χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση του 2008, την οποία αναπόφευκτα πλέον ακολούθησε η κρίση του ανοχύρωτου ευρώ, στην περίοδο 20010-2013.
Σχεδόν τη στιγμή της κορύφωσης της κρίσης του ευρώ, τον Δεκέμβριο του 2012, η έκθεση των τεσσάρων προέδρων της ΕΕ, Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Επιτροπής, ΕΚΤ και Ευρω-ομάδας, προτείνει τα κατά την άποψή της απολύτως απαραίτητα και άμεσα μέτρα για την ενίσχυση του ευρώ και της ευρωζώνης. Αυτά περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την πλήρη Τραπεζική Ένωση, την κοινή εποπτεία όλων των τραπεζών, την κοινή διαδικασία και ταμείο εξυγίανσης των τραπεζών και την κοινή εγγύηση των καταθέσεων.
Επίσης, περιλαμβάνουν προτάσεις για την πραγματική ένωση των κεφαλαιαγορών της ευρωζώνης, μια κοινή δημοσιονομική πολιτική και σημαντικό προϋπολογισμό της ευρωζώνης για τη σταθεροποίηση και την ανάπτυξη-σύγκλιση των οικονομιών των κρατών μελών, και την έκδοση ευρωομολόγου, που είναι απολύτως απαραίτητο για την κοινή δημοσιονομική πολιτική της ευρωζώνης αλλά και για την ένωση των κεφαλαιαγορών και την τραπεζική ένωση, και για τη μείωση της μεγάλης εξάρτησης πολλών τραπεζών από ομόλογα ενός και μοναδικού Κράτους μέλους! Μόνον οι μισές από τις προτάσεις της έκθεσης των τεσσάρων Προέδρων της ΕΕ μπήκαν έκτοτε σε πορεία μιας μάλλον αργόσυρτης υλοποίησης, που δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί!
Τον Ιούνιο του 2015, παρουσιάσθηκε η έκθεση των πέντε προέδρων της ΕΕ, περιλαμβάνοντας τώρα και τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, για την ολοκλήρωση της ΟΝΕ. Επί της ουσίας, η έκθεση περιλαμβάνει τις προτάσεις της έκθεσης των τεσσάρων προέδρων, οργανωμένες σε τέσσερα κεφάλαια:
α) την ένωση του χρηματοπιστωτικό τομέα, και συγκεκριμένα την τραπεζική ένωση και ένωση κεφαλαιαγορών,
β) δημοσιονομική ένωση,
γ) οικονομική ένωση,
δ) θεσμικές μεταρρυθμίσεις και ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμοποίησης της ευρωζώνης. Η έκθεση περιλαμβάνει οδικό χάρτη με συγκεκριμένες προτάσεις και χρονοδιάγραμμα υλοποίησής τους, που σαφώς δεν έχουν τηρηθεί ως τώρα, ιδίως από την Ευρω-ομάδα.
Παράλληλα, η ΕΚΤ καλεί εδώ και καιρό τις εθνικές κυβερνήσεις να πάψουν να αφήνουν σκόπιμα όλο το βάρος άσκησης της οικονομικής πολιτικής της ευρωζώνης στην ίδια και στη νομισματική της πολιτική, τονίζοντας ότι αυτή η τακτική έχει εξαντλήσει τα όριά της, και ζητώντας μια κοινή δημοσιονομική πολιτική.
Η ευρωζώνη όφειλε λοιπόν να έχει ήδη αναπτύξει ουσιαστική κοινή δημοσιονομική πολιτική με δικό της προϋπολογισμό, αλλά δυστυχώς η Ευρω-ομάδα (Eurogroup) δεν μπόρεσε ως τώρα να αποφασίσει με βάση τον κανόνα της ομοφωνίας που εφαρμόζει, παρά το ότι η Επιτροπή έχει υποβάλει σχετικές και απόλυτα μετριοπαθείς και ρεαλιστικές, για να μην πούμε μινιμαλιστικές προτάσεις, ήδη από το 2018, για παροχή ευνοϊκών δανείων μέχρι € 30 δισ. με στόχο τη σταθεροποίηση των δημόσιων επενδύσεων σε χώρες της ευρωζώνης σε ύφεση. Αλλά και η γαλλο-γερμανική πρόταση που διατυπώθηκε στη δήλωση μετά τη διάσκεψη κορυφής του Meseberg, τον Ιούνιο του 2018, για προϋπολογισμό της ευρωζώνης με στόχο τη σταθεροποίηση, την ανταγωνιστικότητα και τη σύγκλιση των κρατών-μελών, δεν είχε επί της ουσίας καλύτερη τύχη μέχρι σήμερα!
Το ατυχές αποτέλεσμα είναι ότι ακόμη και σήμερα η ευρωζώνη στερείται δικών της αυτόματων σταθεροποιητών της οικονομίας, και οποιουδήποτε δικού της εργαλείου για άσκηση αντι-κυκλικής πολιτικής όταν αυτή χρειάζεται, είτε στο επίπεδο της ευρωζώνης ως συνόλου είτε για μεμονωμένα κράτη-μέλη.
Πάνω στο ξέσπασμα της κρίσης της πανδημίας, ήλθε και το Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας με την πρώτη απόφαση του στην υπόθεση Weiss να βάλει στην πιο ακατάλληλη στιγμή, τον Μάιο του 2020, μια νάρκη στα θεμέλια του ευρώ και της ΕΚΤ. Η νάρκη τέθηκε αμφισβητώντας τη νομιμότητα του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, Public Sector Purchase Programme-PSPP, που υλοποιείται από το 2015 και με βάση το οποίο η ΕΚΤ έχει ως τώρα αγοράσει κρατικά ομόλογα των χωρών της ευρωζώνης, ύψους άνω των € 2 τρισ.! Αλλά το γερμανικό δικαστήριο αμφισβήτησε με την απόφασή του αυτή και την έννομη τάξη και το θεσμικό σύστημα της ΕΕ, δεδομένου ότι αγνόησε τη δεσμευτική για το εθνικό δικαστήριο προδικαστική απόφαση του ΔΕΕ για την εν λόγω υπόθεση Weiss, απόφαση που έκρινε σύμφωνο με τις Συνθήκες για τη λειτουργία της ΕΕ, το πρόγραμμα PSPP της ΕΚΤ!
Όμως, η νάρκη αυτή της υπόθεσης Weiss βρίσκεται ήδη σε προχωρημένο στάδιο εξουδετέρωσής της από την ίδια την ΕΚΤ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Δικαστήριο της ΕΕ. Ακόμη περισσότερο, η Ομοσπονδιακή Γερμανική Κυβέρνηση και η Ομοσπονδιακή Βουλή έχουν ήδη επίσης εξουδετερώσει επί της ουσίας, πολιτικά και νομικά, την απόφαση της Καρλσρούης, απαιτώντας ουσιαστικά από την Καρλσρούη να λάβει σε δεύτερο στάδιο, τον Αύγουστο του 2020, οριστική απόφαση για την υπόθεση Weiss, με την οποία θα δικαιώνει πλήρως την ΕΚΤ και το πρόγραμμα PSPP.
Πράγματι το Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο-Bundestag αποφάσισε στις 2 Ιουλίου, με βάση σχετική εισήγηση του υπουργού Οικονομικών Όλαφ Σολτς, ότι η ΕΚΤ έχει τηρήσει την αρχή της αναλογικότητας και ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις που έθεσε πρόσφατα το Συνταγματικό Δικαστήριο σχετικά με το πρόγραμμα για την αγορά κρατικών τίτλων (PSPP). Στην απόφασή της, η Bundestag θεωρεί ότι η δήλωση της ΕΚΤ σχετικά με τη διενέργεια ελέγχου αναλογικότητας είναι κατανοητή και πλήρης, και συνεπώς πληροί τις απαιτήσεις της απόφασης του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου. Είναι επίσης σημαντικό ότι η πρόταση κατατέθηκε και υπερψηφίστηκε με μεγάλη πλειοψηφία, από κοινού, από τις Κοινοβουλευτικές Ομάδες του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), των Φιλελευθέρων (FDP) και των Πρασίνων.
Η ΕΚΤ έπαιξε καίριο και κυρίαρχο ρόλο για την άμυνα και προστασία του ευρώ και της ευρωπαϊκής οικονομίας τα τελευταία χρόνια, ιδίως με την ανάληψη της ηγεσίας της από τον Mario Draghi, από τα μέσα του 2012.
Όμως, μπορεί μεν η ΕΚΤ να προχώρησε στην πράξη στα τελευταία χρόνια σε τολμηρά και σημαντικά μέτρα νομισματικής πολιτικής, αλλά το έπραξε βρίσκοντας με απαράμιλλη επιδεξιότητα τρόπους και επαρκή νομική βάση για να ξεπεράσει τα εμπόδια που της δημιουργεί μονίμως η λειψή και κουτσουρεμένη εντολή της, που περιορίζεται στη σταθερότητα των τιμών, την οποία της δίνει η Συνθήκη του Μάαστριχτ!
Η πρόκληση και η ανάγκη αποκατάστασης της εντολής και των αρμοδιοτήτων της ΕΚΤ, με την πρώτη ευκαιρία αναθεώρησης των Συνθηκών για τη λειτουργία της ΕΕ, στα αυτονόητα επίπεδα αρμοδιοτήτων που απολαμβάνουν σχεδόν όλες οι σημαντικές Κεντρικές Τράπεζες του πλανήτη, παραμένει ακέραια. Η αποκατάσταση αυτή αφορά τόσο στον τομέα της εποπτείας και της εξασφάλισης της σταθερότητας του συνολικού χρηματοπιστωτικού συστήματος της ευρωζώνης όσο και για να τεθεί ρητά και με άμεσο τρόπο η νομισματική πολιτική και στην υπηρεσία της περιβαλλοντικά βιώσιμης ανάπτυξης και απασχόλησης στην ευρωζώνη, και όχι μόνον πρώτα στην υπηρεσία της σταθερότητας των τιμών και ακολούθως και σε όποιον άλλο σημαντικό στόχο περισσεύει!
Πέρα όμως από τα θέματα σχετικά με την ΕΚΤ, διαφαίνεται μια πρόσφατη γενικότερη στροφή της Γερμανικής κυβέρνησης από το δόγμα της μαγικής θεραπείας όλων των προβλημάτων του ευρώ και της ΟΝΕ μέσω της λιτότητας, προς πιο φιλοευρωπαϊκές και μεταρρυθμιστικές θέσεις, και υπέρ της προόδου προς την γνήσια οικονομική, αλλά και πολιτική ένωση. Απευθυνόμενη στις 13 Μαΐου στην Ομοσπονδιακή Βουλή, την Bundestag, η καγκελάριος Μέρκελ, απαντώντας και στην πρόκληση που δημιούργησε η απόφαση της 5ης Μαΐου του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας στην υπόθεση Weiss, επιβεβαίωσε την αδιαπραγμάτευτη θέση και στάση της κυβέρνησής της υπέρ του ευρώ.
Η καγκελάριος είπε μεταξύ άλλων ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να κάνουμε περισσότερα μαζί στην οικονομική πολιτική και να προχωρήσουμε στην ολοκλήρωση της ευρωζώνης. Για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια, αναφέρθηκε η καγκελάριος και στην πολιτική ένωση, χρησιμοποιώντας μάλιστα τα λόγια του Ζακ Ντελόρ: «Δεν πρέπει να ξεχνάμε όσα έλεγε ο Ζακ Ντελόρ όταν δημιούργησε το ευρώ, ότι χρειαζόμαστε και την πολιτική ένωση, από μόνη της η νομισματική ένωση δεν είναι επαρκής»!
Αλλά και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε εκφράζει τελευταία πιο φιλοευρωπαϊκές απόψεις, επανερχόμενος κατά κάποιο τρόπο στις έντονα φιλοευρωπαϊκές απόψεις που είχε εκφράσει το 1994, ως νέος πολιτικός. Ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας και νυν πρόεδρος του ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου πιστεύει ότι οι καιροί είναι πλέον ώριμοι για μια κοινή, ενιαία οικονομική πολιτική όλων των χωρών της ΕΕ και απευθύνει έκκληση στους Ευρωπαίους, να αξιοποιήσουν την πανδημία του κορωνοϊού «για να δημιουργηθεί μια κοινή ευρωπαϊκή οικονομική πολιτική. Απαιτείται σήμερα το θάρρος που δεν είχαμε κατά την κρίση του 2010, ώστε να επιτύχουμε επιτέλους περισσότερη ολοκλήρωση στην ευρωζώνη. Δεν επιτρέπεται να χάσουμε την ευκαιρία ξανά. Είναι η ώρα, πέραν του (συζητούμενου) Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, να εξελίξουμε την νομισματική ένωση σε οικονομική ένωση», γράφει ο Σόιμπλε σε άρθρο του στην Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ), στις 5 Ιουλίου.
Ίσως ο πιο ένθερμος και σημαντικός υποστηρικτής της ολοκλήρωσης της ευρωζώνης, να είναι στα τελευταία χρόνια η Γαλλία και ο πρόεδρος Μακρόν, ο οποίος ήδη από τον πρώτο μήνα της θητείας του τον Ιούλιο του 2016 είχε θέσει ανάμεσα στις κορυφαίες προτεραιότητές του την εμβάθυνση της ΕΕ και του ευρώ. Επιπλέον της Γαλλίας, η Ελλάδα και ακόμη εννέα κράτη-μέλη που εκφράστηκαν εγγράφως τον Μάρτιο του 2020 υπέρ της έκδοσης ευρωομολόγου για την αντιμετώπιση της κρίσης της πανδημίας, τάσσονται κατά τεκμήριο αυτή τη στιγμή υπέρ της εμβάθυνσης της ευρωζώνης.
Στις 18 Μαΐου συνέβη ένα ιστορικό γεγονός, που σηματοδοτεί, αφενός, την αναγέννηση του γαλλο-γερμανικού άξονα στην ΕΕ και αφετέρου, το σπάσιμο του γερμανικού στερεότυπου κατά της έκδοσης κοινού ευρωπαϊκού χρέους σε μεγάλη κλίμακα, για την άσκηση αντι-κυκλικής πολιτικής. Τη μέρα αυτή, ο πρόεδρος Μακρόν και η καγκελάριος Μέρκελ ανακοίνωσαν κοινό σχέδιο με τρεις νέες προτάσεις για την ΕΕ:
α) Ταμείο Ανάκαμψης ύψους € 500 δισ., για επιχορηγήσεις στις περιφέρειες και στους τομείς που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση της πανδημίας. Σύμφωνα με την πρόταση, η Επιτροπή θα δανειστεί τα € 500 δισ. στις διεθνείς αγορές, με εγγυητές τα κράτη-μέλη.
β) Κοινή πολιτική υγείας της ΕΕ, και
γ) Ανάκτηση της ανεξαρτησίας της Ευρώπης στους στρατηγικούς βιομηχανικούς τομείς.
Πολλοί αναλυτές θεώρησαν τη στιγμή αυτή της ιστορικής κοινής γαλλο-γερμανικής πρότασης, ως τη στιγμή Χάμιλτον για την ΕΕ, κατ' αναλογία με την απόφαση του Αλεξάντερ Χάμιλτον, πρώτου υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ στα 1790 και με πρόεδρο τον George Washington, για τη χρηματοδότηση τουλάχιστον μέρους του χρέους των πολιτειών από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση και τη νεοσύστατη Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ.
Στις 27 Μαΐου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ενισχυμένη σημαντικά και από την πρόταση του αναζωογονημένου Γάλλο-Γερμανικού άξονα, παρουσίασε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο φιλόδοξη και θαρραλέα πρόταση για Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο- ΠΔΠ 2021-27 ύψους € 1.100 δισ., με επιπλέον 750 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης, τα οποία θα δανεισθεί Επιτροπή. Το Ταμείο Ανάκαμψης θα δώσει € 500 δισ. επιχορηγήσεις και € 250 δισ. ευνοϊκά δάνεια.
Τα € 750 δισ. θα τα δανειστεί η Επιτροπή στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, με την εγγύηση των κρατών-μελών, τα οποία και θα τα αποπληρώσουν σε βάθος χρόνου, αν και δεν αποκλείεται ένα μέρος τους να αποπληρωθεί από νέους ίδιους πόρους της ΕΕ που θα προκύψουν από νέους ευρωπαϊκούς φόρους! Ουσιαστικά έχουμε εδώ να κάνουμε με πρόταση της Επιτροπής για έκδοση μια πρώτης και υβριδικής μορφής ευρωομολόγου!
Τελικά, το ιστορικό τετραήμερο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 17-21 Ιουλίου, μετά από συνολικά 90 ώρες διαπραγμάτευσης, ενέκρινε κατ’ αρχάς Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο-ΠΔΠ 2021-27 ύψους € 1.074 δισ. και Ταμείου Ανάκαμψης-Next Generation EU συνολικού ύψους € 750 δισ. Όμως, οι επιχορηγήσεις στο εσωτερικό του Ταμείου Ανάκαμψης θα φθάνουν τα € 390 δισ. και τα δάνεια τα € 360 δισ. Η χρηματοδότηση των € 750 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης θα γίνει εξ ολοκλήρου από δανεισμό που θα συνάψει η Επιτροπή στις διεθνείς κεφαλαιαγορές εξ ονόματος όλων των κρατών-μελών. Η αποπληρωμή του δανεισμού αυτού θα γίνει σε βάθος χρόνου από όλα τα κράτη-μέλη, ανάλογα με το ΑΕΠ του καθενός.
Πολλοί αναλυτές συγκρίνουν την απόφαση αυτή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17-21 Ιουλίου με την απόφαση του υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ Αλεξάντερ Χάμιλτον στα 1790, σχετικά με την πρώτη έκδοση χρέους από το Ομοσπονδιακό κράτος των ΗΠΑ, για τη χρηματοδότηση των Πολιτειών! Το μέλλον θα δείξει εάν πράγματι ο Ιούλιος του 2020 θα είναι η στιγμή «Χάμιλτον» στην ιστορία των υπό συνεχή εξέλιξη από το 1950 και μετά, Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης!
Το παραπάνω πακέτο που ενέκρινε κατ' αρχάς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 17-21 Ιουλίου, θα είναι τώρα το αντικείμενο του θεσμικού τριλόγου μεταξύ Συμβουλίου, Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Επιτροπής κατά τους επόμενους μήνες. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε εδώ ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει σημαντικές αρμοδιότητες σε θέματα έγκρισης του ΠΔΠ-προϋπολογισμού της ΕΕ, και σίγουρα θα επηρεάσει το ΠΔΠ 2021-27 και το Ταμείο Ανάκαμψης που θα εγκριθούν τελικά. Το Ταμείο Ανάκαμψης-Next Generation EU συνολικού ύψους επιχορηγήσεων και δανείων € 750 δισ. θα προστεθεί στο πρώτο πακέτο των € 500 δισ. που εγκρίθηκε από την ΕΕ τον Μάρτιο και Απρίλιο του 2020 για την αντιμετώπιση της κρίσης της πανδημίας, και το οποίο είναι ήδη πλήρως διαθέσιμο στα κράτη-μέλη.
Το πρώτο αυτό πακέτο περιλαμβάνει μέτρα όπως η προσωρινή αναστολή των απαιτήσεων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, η προσωρινή αναστολή του καθεστώτος κρατικών ενισχύσεων, και μεγαλύτερη ευελιξία στην υλοποίηση των προγραμμάτων της πολιτικής συνοχής της ΕΕ 2014-2020. Τέλος, στο επίπεδο της χρηματοδότησης της οικονομίας από της ΕΕ, υπενθυμίζουμε ότι το πρώτο πακέτο στήριξης που ήδη εγκρίθηκε τον Απρίλιο, προβλέπει ευνοϊκά δάνεια μέχρι 540 δισ. στα Κράτη μέλη της ευρωζώνης και της ΕΕ, για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Από αυτά τα δάνεια των € 540 δισ., μέχρι € 240 δισ. θα είναι διαθέσιμα για να δοθούν από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας-ΕΜΣ στις χώρες της ευρωζώνης με ιδιαίτερα απλούς όρους αιρεσιμότητας και με στόχο να τα βοηθηθούν να αντιδράσουν στις επιπτώσεις της πανδημίας.
Ευνοϊκά δάνεια μέχρι € 100 δισ. θα δοθούν από την Επιτροπή για τη στήριξη της απασχόλησης μέσω του νέου προγράμματος SURE σε όλα τα μέλη της ΕΕ, και μέχρι € 200 δισ. θα δοθούν για τις επιχειρήσεις της ΕΕ μέσω ευνοϊκών δανείων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, η οποία και θα επωφελείται από εγγύηση του προϋπολογισμού της ΕΕ για να αντλήσει αυτά τα 200 δις στις διεθνείς κεφαλαιαγορές.
Συνολικά, η αντίδραση της ΕΕ στις προκλήσεις της μεγάλης κρίσης της πανδημίας ήταν ως τώρα και γρήγορη και τα ποσά που θα κινητοποιήσει είναι πολύ μεγάλα και πρωτόγνωρα για τα μέχρι σήμερα δημόσια οικονομικά της ΕΕ. Η πλήρης αμοιβαιοποίση από την ΕΕ του μελλοντικού χρέους € 750 δισ. για να χρηματοδοτηθεί το Ταμείο Ανάκαμψης-Next Generation EU είναι κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά σε τέτοια κλίμακα στα εβδομήντα χρόνια της ιστορίας της ΕΕ, και αυτό το ιστορικό γεγονός έχει σίγουρα την ιδιαίτερη σημασία του, είτε αποδειχθεί στο μέλλον ότι θα είναι η στιγμή Χάμιλτον για την ΕΕ είτε όχι!
Οι προοπτικές για τα επόμενα άμεσα βήματα προς την εμβάθυνση της ευρωζώνης
Αυτή η σχεδόν πρωτόγνωρη δυναμική ταχείας λήψης σημαντικών και δύσκολων αποφάσεων από την ΕΕ στους τελευταίους μήνες, δημιουργεί βάσιμες ελπίδες και για κάποια επερχόμενα σημαντικά βήματα προς την επείγουσα και οφειλόμενη ήδη εδώ και δύο δεκαετίες, ουσιαστική πρόοδο για την ολοκλήρωση της ΟΝΕ. Το Eurogroup έπαιξε σημαντικό ρόλο τόσο στην όποια πρόοδο πραγματοποιήθηκε την περίοδο 2010-2013, όσο και στην καθυστέρηση των μεταρρυθμίσεων στην ευρωζώνη, που σημειώνεται μετά το 2013.
Ο Ιρλανδός Πασκάλ Ντόναχιου εξελέγη από το Eurogroup της 9ης Ιουλίου νέος Πρόεδρός του. Κέρδισε με μια ψήφο διαφορά την Ισπανίδα Νάντια Καλβίνο, την οποία υποστήριξαν η Ελλάδα και οκτώ ακόμη χώρες, η Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Φινλανδία, Κύπρος και Μάλτα, που μαζί αντιπροσωπεύουν το 80 % του πληθυσμού της ευρωζώνης. Στο αποτέλεσμα της κρίσιμης αυτής ψηφοφορίας βλέπουμε και πάλι τις στρεβλώσεις που δημιουργεί ο απόλυτα διακυβερνητικός χαρακτήρας του Eurogroup, και το έλλειμμα δημοκρατικής διακυβέρνησης και νομιμοποίησής του, που το χαρακτηρίζουν ως τώρα. Εάν πχ η Νάντια Καλβίνο είχε λάβει επιπλέον και την ψήφο του Λουξεμβούργου, μια χώρας με πληθυσμό μόλις 700.000 κατοίκων, θα είχε κερδίσει την ψηφοφορία αυτή και την Προεδρία της Ευρώ-Ομάδας! Όμως, ο νέος Ιρλανδός Πρόεδρος του Eurogroup, οφείλει να ανταποκριθεί στις προκλήσεις των καιρών και να συμβάλει έμπρακτα στη γεφύρωση των διαφορών που χωρίζουν τον βορρά από τον νότο της ευρωζώνης, και στην άμεση προώθηση της εμβάθυνσης της ευρωζώνης και της οικονομικής ένωσης.
Η διαφαινόμενη όπως εξηγήσαμε παραπάνω σύμπλευση και της Γερμανίας στον στόχο της εμβάθυνσης της ευρωζώνης και του ευρώ, μπορεί να είναι καταλυτική για τη δημιουργία μιας ισχυρής μεταρρυθμιστικής πλειοψηφίας τουλάχιστον δώδεκα και όπως θα εξηγήσουμε παρακάτω έως και δεκαέξι Κρατών μελών της ευρωζώνης, προμηνύοντας θετικές εξελίξεις προς την κατεύθυνση της εμβάθυνσής της. Σε κάποιες από τις εξελίξεις αυτές εκτιμούμε ότι θα συμπλεύσουν τελικά, παίρνοντας ίσως και κάποια ανταλλάγματα, οι τρεις χώρες που είναι οι «δύσκολοι και φειδωλοί» της ευρωζώνης στη σημερινή συγκυρία, δηλαδή η Ολλανδία, η Αυστρία, και η Φινλανδία.
Άλλωστε ένα σημαντικό πακέτο προτάσεων της Επιτροπής για την ολοκλήρωση ΟΝΕ, προτάσεις που στηρίζονται στις Συνθήκες λειτουργίας της ΕΕ όπως ισχύουν σήμερα, είναι σε εκκρεμότητα στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης της Ευρώ-ομάδας (Eurogroup) εδώ και καιρό, από το τέλος του 2017 ή και νωρίτερα, και η έγκρισή του θα σήμαινε ήδη μια ουσιαστική ποιοτική αναβάθμιση της ευρωζώνης και του ευρώ! Οι υπό διαπραγμάτευση προτάσεις της Επιτροπής εντάσσονται στο πλαίσιο της Έκθεσης των πέντε Προέδρων της ΕΕ, του Ιουνίου του 2015, και αφορούν:
α) Ορισμένες σημαντικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις, και ιδίως:
· την καθιέρωση της θέσης του ευρωπαίου Υπουργού Οικονομικών, που θα είναι αντιπρόεδρος της Επιτροπής και Πρόεδρος του Eurogroup, με ταυτόχρονη ενσωμάτωση του τελευταίου στην έννομη τάξη και το κοινοτικό θεσμικό σύστημα της ΕΕ. Υπενθυμίζουμε εδώ ότι ακόμη και σήμερα το Eurogroup, το οποίο ουσιαστικά διοικεί την Οικονομική και Νομισματική Ένωση και το ευρώ, με την εξαίρεση της νομισματικής πολιτικής που ασκεί η ΕΚΤ, λειτουργεί ως πλήρως διακυβερνητικό όργανο, εντελώς εκτός του νομικού και θεσμικού συστήματος της ΕΕ. Όμως εδώ υπάρχει μια θεμελιώδης και σκανδαλώδης αντίφαση, διότι η ΟΝΕ και το ευρώ που αποτελούν την κορωνίδα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης υπόκεινται σε πλήρως διακυβερνητικό σύστημα διαχείρισης, ενώ οι άλλες κοινές πολιτικές της ΕΕ που προβλέπονται από τις Συνθήκες για τη λειτουργία της ΕΕ, υπόκεινται στην Κοινοτική μέθοδο και κατά συνέπεια και στην έννομη τάξη της ΕΕ!
· τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου και την ενσωμάτωση σ’ αυτό του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, ο οποίος από διακυβερνητικός οργανισμός που είναι σήμερα, θα ενσωματωθεί πλήρως στο θεσμικό και νομικό σύστημα της ΕΕ
β) την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης, περιλαμβανόμενου και δημοσιονομικού «διχτυού ασφαλείας» ύψους 60 δις από τον ΕΜΣ, για το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης των τραπεζών, και βεβαίως την ενιαία εγγύηση των καταθέσεων μέχρι 100.000 ευρώ, καθώς και την ολοκλήρωση της ενιαίας κεφαλαιαγοράς,
γ) έναν ειδικό προϋπολογισμό της ευρωζώνης για την σταθεροποίηση των δημόσιων επενδύσεων σε περιόδους κρίσης, την σύγκλιση και την ανταγωνιστικότητα των Κρατών μελών,
δ) προτάσεις για την ενίσχυση του διεθνούς ρόλου του ευρώ.
Η επικαιροποίηση και στη συνέχεια η κατά το δυνατόν ταχύτερη έγκριση, απλά και μόνον αυτών των προτάσεων της Επιτροπής που βρίσκονται εδώ και καιρό στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, θα σήμαινε ότι με ένα κλικ μιας ανανεωμένης πολιτικής βούλησης υπό την πίεση και απειλή της πρωτόγνωρης κρίσης και οικονομικής ύφεσης της πανδημίας, η ευρωζώνη θα πραγματοποιούσε σημαντικά βήματα προς την εμβάθυνσή της!
Γιατί επί της ουσίας, το προαναφερθέν πακέτο προτάσεων της Επιτροπής, αλλά και γενικότερα όλες οι υπόλοιπες προτάσεις και το χρονοδιάγραμμα της Έκθεσης των πέντε Προέδρων της ΕΕ του Ιουνίου του 2015, είναι έως τώρα παγιδευμένες στην εκκρεμότητα μιας μακρόχρονης και αργόσυρτης διαπραγμάτευσης από το γνωστό μας Eurogroup. Για να μην πούμε και κωλυσιεργίας, ιδίως από την ομάδα των φειδωλών της ευρωζώνης, δηλαδή την Ολλανδία, την Αυστρία και την Φινλανδία, ξεκινώντας ήδη από το 2013, και μέχρι σήμερα!
Τώρα όμως που όλοι στην ευρωζώνη πρέπει να αντιμετωπίσουμε μαζί και ενωμένοι τη βαθύτατη κρίση της πανδημίας, εκτιμούμε ότι ουδείς θα μπορεί να εμποδίσει στο άμεσο μέλλον, τα τουλάχιστον δώδεκα έως δεκαέξι Κράτη μέλη της ευρωζώνης που κατά τεκμήριο θα το επιθυμούν, να προχωρήσουν στο άμεσο μέλλον και σε κατά τομείς Ενισχυμένες Συνεργασίες. Άλλωστε οι Συνθήκες για τη λειτουργία της ΕΕ όπως ισχύον σήμερα ( Άρθρα 326-334) τους δίνουν αυτήν την δυνατότητα, όταν τουλάχιστον εννέα Κράτη μέλη επιθυμούν να προχωρήσουν σε Ενισχυμένη Συνεργασία, στο πλαίσιο και στα όρια πάντα των Συνθηκών για τη λειτουργία της ΕΕ που ισχύουν σήμερα. Και λέμε έως δεκάξι Κράτη μέλη της ευρωζώνης, με δεδομένο ότι στους έντεκα συν την Γερμανία που φαίνεται ότι συμπλέει, και ίσως να πρωταγωνιστήσει πλέον για την ολοκλήρωση της ευρωζώνης και του ευρώ, προσθέτουμε τις τρεις μικρές χώρες της Βαλτικής και τη Σλοβακία.
Πράγματι, αυτές οι τέσσερις χώρες της ευρωζώνης, δεν συμμετέχουν συστηματικά στον πυρήνα αντίδρασης στην ολοκλήρωση της ΟΝΕ και του ευρώ, πυρήνα που αποτελούν σταθερά στα τελευταία χρόνια η Ολλανδία, η Αυστρία και η Φινλανδία.
Αλλά και αντίστροφα, κατά την εκτίμησή μας ουδείς θα πρέπει πλέον να επιμένει και να πιέζει για να συμμετέχουν στις όποιες Ενισχυμένες Συνεργασίες μπορούν να υλοποιηθούν στο πλαίσιο της ευρωζώνης, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Φινλανδία, είτε κάποιο άλλο Κράτος μέλος της ευρωζώνης που δεν επιθυμεί να συμμετέχει. Και αυτό θα πρέπει να ισχύει για όσο διάστημα κάποιες χώρες δεν θα επιθυμούν να συμμετέχουν, δεδομένου ότι οι πόρτα εισόδου και συμμετοχής σε μια ενισχυμένη συνεργασία θα είναι πάντα ανοιχτή!
Δεν αποκλείεται επίσης κάποιες μελλοντικές Ενισχυμένες Συνεργασίες να αφορούν και θέματα εκτός της ευρωζώνης, και να υλοποιηθούν στο πλαίσιο της ΕΕ. Το ίδιο θα πρέπει να ισχύει πλέον και για Κράτη μέλη της ΕΕ εκτός της ευρωζώνης, όπως η Σουηδία, η Δανία, η Πολωνία, και η Ουγγαρία, τα οποία σήμερα δεν φαίνεται να επιθυμούν να συμμετέχουν σε περαιτέρω διαδικασίες ολοκλήρωσης της ΕΕ. Κατά την εκτίμησή μας, ουδείς θα πρέπει πλέον να πιέζει τις χώρες αυτές να προσχωρήσουν σε κάτι το οποίο δεν επιθυμούν. Άλλωστε όπως είπαμε, η πόρτα της εισόδου και συμμετοχής στις Ενισχυμένες Συνεργασίες θα είναι διάπλατα ανοικτή, για όποια από τις χώρες αυτές θελήσει να προσχωρήσει στο μέλλον.
Συμπερασματικά, βλέπουμε τώρα την συνήθως «αργοκίνητη» Ευρώπη να προχωρά με εντυπωσιακά και γοργά βήματα, μέσα στους τρεις πρώτους μήνες της κρίσης της πανδημίας, δηλαδή στον Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο του 2020. Tο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κατάφερε να φθάσει γρήγορα και έγκαιρα σε πολιτική συμφωνία για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-27 και το Ταμείο Ανάκαμψης – Next Generation EU, στις 17-21 Ιουλίου, έστω και μετά από τέσσερις μέρες σκληρών διαπραγματεύσεων και κάποιες αμοιβαίες παραχωρήσεις όλων των πλευρών!
Η πρόσφατη αυτή πρόοδος στην ταχύτητα λήψης σημαντικών και δύσκολων αποφάσεων από την ΕΕ, και η πρόσφατη αλλαγή στάσης της Γερμανικής κυβέρνησης, προμηνύουν περαιτέρω πρόοδο στο άμεσο μέλλον, προς την ολοκλήρωση της ευρωζώνης και της ΕΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι η πρόοδος αυτή συμβαίνει και πάλι σε περίοδο κρίσης! Ίσως γιατί στις κρίσεις οι Ευρωπαίοι συνειδητοποιούν και πάλι πόσο μικροί και αδύναμοι είναι στον σημερινό κόσμο, χωρίς την Ενωμένη Ευρώπη!
Αλλά και στους τελευταίους μήνες που ο πλανήτης ζει στους ρυθμούς της πανδημίας και της βαθειάς οικονομικής ύφεσης, τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Κίνα κάνουν ότι μπορούν για να υπενθυμίσουν επί της ουσίας στους Ευρωπαίους ότι εάν δεν μπορούν να υπερασπισθούν τους εαυτούς τους μόνοι τους σε όλα τα μέτωπα, περιλαμβανόμενης της δημόσιας υγείας, της βιομηχανίας, γενικότερα της νέας πράσινης και ψηφιακής οικονομίας, της τεχνητής νοημοσύνης, για να μην αναφέρουμε την ασφάλειά τους και την Άμυνά τους, κλπ., ουδείς άλλος θα το κάνει πλέον γι αυτούς!
*Ο κ. Γιώργος Κολυβάς είναι πρώην στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Επιστημονικός συνεργάτης του Κέντρου Ευρωπαϊκών Μελετών Dusan Sidjanski, στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης.