Στην Ελλάδα μπορεί να γίνεται πολλή συζήτηση για το πώς η χώρα μεταβάλλεται σε επενδυτικό παράδεισο κάτω από την «επιτελική» καθοδήγηση της ΝΔ, όμως η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Τουλάχιστον μετά την κρίση του κορωνοϊού.
Οχι απλά η Ελλάδα δεν εμφανίζεται ανάμεσα στους κορυφαίους παγκόσμιους επενδυτικούς προορισμούς αλλά επιπλέον βρίσκεται πολύ πίσω στις επιλογές των παγκόσμιων επενδυτών σε σχέση με τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Γαλλία.
Αυτά είναι τα συμπεράσματα του γνωστού Δείκτη Εμπιστοσύνης 2020 Ξένων Αμέσων Επενδύσεων της συμβουλευτικής εταιρείας Kearney, που δόθηκε στην δημοσιότητα. Ο δείκτης περιλαμβάνει τους κορυφαίους 25 επενδυτικούς προορισμούς όπως τους αξιολογούν διεθνείς επενδυτές. Στη λίστα δεν περιλαμβάνεται η Ελλάδα. Αντίθετα περιλαμβάνονται οι άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου: Γαλλία στη θέση 5, Ιταλία στην 9, Ισπανία στην 11 και Πορτογαλία στην 21.
Αυτό το έτος είναι η δεύτερη φορά στην 22χρονη ιστορία του Δείκτη που οι ανεπτυγμένες αγορές κατέχουν όλες τις πρώτες πέντε θέσεις. Οι ΗΠΑ βρίσκονται στην κορυφή για όγδοη συνεχή φορά. Ο Καναδάς λαμβάνει εκ νέου δεύτερη θέση και η Γερμανία πέφτει στην τρίτη. Η Ιαπωνία αντικαθιστά τη Βρετανία στην τέταρτη θέση και η Γαλλία διατηρεί την πέμπτη θέση.
Η Κίνα, η Βραζιλία και τα Αραβικά Εμιράτα είναι οι μόνες αναπτυσσόμενες αγορές που περιλαμβάνει ο Δείκτης. Οι ευρωπαϊκές ανεπτυγμένες αγορές εξακολουθούν να διατηρούν 14 θέσεις ενώ οι ασιατικές ανεπτυγμένες αγορές κατέχουν 7 θέσεις.
Η στροφή της εμπιστοσύνης των επενδυτών προς τις ανεπτυγμένες αγορές αναμφίβολα αντανακλά τις επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού. Οπως αναφέρει η έκθεση, «φαίνεται να υπάρχει μια στροφή των επενδυτών στα βασικά -σε μεγάλες πιο σταθερές αγορές με πιο προβλέψιμες πολιτικές και ρυθμιστικές δομές».
To ενδιαφέρον με αυτόν τον Δείκτη είναι ότι σχετίζεται στενά και σε μεγάλο βαθμό μπορεί να προβλέψει τις επενδυτικές ροές που θα λάβουν χώρα στα επόμενα τρία χρόνια. Από αυτή τη σκοπιά, τα δεδομένα δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά για την Ελλάδα, που δεν καταλαμβάνει καμία θέση στον Δείκτη.
Από την άλλη όμως πλευρά, οι διαθέσεις των επενδυτών μπορούν να αλλάξουν σε συνδυασμό με πολιτικές ή οικονομικές αλλαγές, τη διαθεσιμότητα ποιοτικών στόχων και σχεδίων στη χώρα αποδέκτη των επενδύσεων κ.λπ.