Ο διάβολος, λέει μια παροιμία, κρύβεται στις λεπτομέρειες. Το πακέτο συνολικού ύψους 10 δισ. ευρώ που ανακοίνωσε χθες ο πρωθυπουργός αναμφίβολα είναι εντυπωσιακό ως απόλυτο μέγεθος. Και δείχνει ότι η κυβέρνηση έσπευσε ακαριαία να εκμεταλλευτεί τις νέες συνθήκες που επικρατούν πλέον στα ευρωπαϊκά όργανα και στις πρωτεύουσες των εταίρων/δανειστών μας, απέναντι στην πρωτοφανή απειλή της πανδημίας.
Το μέγεθος και η διάρθρωση του πακέτου εμφανίζονται να είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, στηρίζοντας τόσο την προσφορά όσο και τη ζήτηση. Το σχεδόν πλήρες «πάγωμα» της οικονομικής δραστηριότητας αποτελεί άλλωστε πρωτόγνωρη συνθήκη, ανάλογη αυτών, για να μην πούμε χειρότερη, που επικρατούν σε συνθήκες ολοκληρωτικού πολέμου.
Στην πραγματικότητα, για να δώσουμε με κάποια γλαφυρότητα την εικόνα, το μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας βρίσκεται ολικά ή μερικά σε υποχρεωτική «αργία», από την οποία μπορεί να βγει αλώβητο μόνο εάν καλυφθούν οι δαπάνες αυτού του διαστήματος, όπως συμβαίνει στις κανονικές αργίες!
Ιδίως, δε, για μια χώρα όπως η Ελλάδα, για την οποία ο τουρισμός και οι συνδεόμενες με αυτόν δραστηριότητες αντιστοιχούν σε περίπου 20% του ΑΕΠ, ενώ ναυτιλία και διαμετακομιστικό εμπόριο έχουν επίσης πολύ σημαντική επίδραση.
Ουδείς λοιπόν μπορεί να κατηγορήσει την κυβέρνηση ότι υπερβάλλει. Για να ακριβολογούμε, ανάλογα με τη διάρκεια της κρίσης, ακόμη κι αυτό το γιγάντιο πακέτο μπορεί να μην αποδειχθεί αρκετό. Πολύ πιθανόν να υπάρξουν και πρόσθετα μέτρα.
Εντούτοις, είναι δύσκολο να εκφέρει κάποιος άποψη για την αποτελεσματικότητα που θα έχει στην πράξη, έως ότου γίνουν επισήμως σαφείς ένα σωρό λεπτομέρειες, είτε αφορούν τα «800 ευρώ στους εργαζόμενους», (πότε, πώς, με ποια κριτήρια κ.λπ.) είτε την απευθείας στήριξη των επιχειρήσεων και πολλά άλλα.
Ο μεγάλος εχθρός που δεν αποκλείεται να αναδυθεί στην πράξη δεν είναι άλλος από την αθάνατη ελληνική γραφειοκρατία. Το γνωρίζουμε αυτό, από τις καθυστερήσεις και τα αλαλούμ που δημιουργούνται με τους κατά καιρούς πληγέντες, είτε πρόκειται για πυρκαγιές είτε για σεισμούς και άλλα έκτακτα γεγονότα.
Στην τρέχουσα συγκυρία, όμως, τα προγράμματα στήριξης επιχειρήσεων, εργαζομένων και ελεύθερων επαγγελματιών, θα έχουν πρωτοφανή έκταση, πρωτόγνωρη για τον ελληνικό γραφειοκρατικό μηχανισμό. Άρα τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα.
Προφανώς θα υπάρξουν διαδικασίες, άγνωστες ακόμη, κριτήρια και ασφαλιστικές δικλίδες. Οφείλουν να υπάρξουν. Αρκεί «να μη φάει η φακή το λάδι», που λέει ο λαός μας.
Διότι, στις συνθήκες «εκτάκτου ανάγκης» που δημιουργεί η πανδημία, η ταχύτητα εκτέλεσης του πακέτου, η ορθότητα και η αποτελεσματικότητα στην κατανομή και διανομή του, θα παίξει στην πράξη πολύ μεγάλο ρόλο στο κατά πόσον θα επιτύχει τον στόχο του.
Τολμώ να ισχυριστώ, δε, ότι είναι μια από τις ελάχιστες περιπτώσεις που δεν θα έχει τόσο σημασία αν θα βρεθούν κάποιοι «αετονύχηδες» που θα εκμεταλλευτούν άδικα τις ευεργεσίες του, όσο το να βοηθηθούν άμεσα οι έχοντες την ανάγκη του.
Αυτή τη φορά, το “whatever it takes” πρέπει να ισχύσει και για την ελληνική γραφειοκρατία.
Εάν βρεθούν επιχειρήσεις κλειστές και… μισόκλειστες, με ελάχιστα έσοδα κι εργαζόμενοι κλεισμένοι στο σπίτι να παλεύουν με το τέρας και άκρη να μη βρίσκουν, ή να περιμένουν ενισχύσεις με φιλοσοφία «ζήσε γάιδαρε, να φας το Μάη τριφύλλι», τότε η ζημία θα είναι ανυπολόγιστη. Κοινωνική, οικονομική και πολιτική.