Το χθεσινό μήνυμα Μακρόν, ότι «καμία επιχείρηση, μικρή ή μεγάλη, δεν θα κλείσει» στη Γαλλία, λόγω της κρίσης, η αναφορά του υπουργού Οικονομικών της ίδιας χώρας, ότι δεν αποκλείονται ακόμη και κρατικοποιήσεις, όπου χρειαστούν, φανερώνουν το τεράστιο βάρος που θα πρέπει να αναλάβουν τα κράτη που πλήττονται από τον κορωνοϊό, για να σώσουν τις οικονομίες τους.
Δείχνουν επίσης ότι το «βιβλίο» σε ό,τι αφορά την οικονομική συμπεριφορά των κρατών της Ευρώπης, σε σχέση και με τις μέχρι τώρα δεσμεύσεις τους, εις αλλήλους, στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρώπης, μάλλον θα πρέπει να ξαναγραφτεί, για να ξεπεράσει τις μοναδικές συνθήκες που δημιουργεί η πανδημία.
Για την Ευρώπη συνολικά, ένας κίνδυνος, σοβαρός, αφορά την αναβίωση της κρίσης χρέους και τη μετάστασή της στο τραπεζικό σύστημα, με την Ιταλία, που αυτές τις μέρες φαίνεται να βρίσκεται στην κορύφωση της υγειονομικής κρίσης, να αποτελεί μάλλον το πρώτο υποψήφιο «θύμα».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τόσο η Ιταλία όσο και η Ισπανία αλλά και η Ελλάδα, ακόμη και πολύ πιο ισχυρές οικονομίες του «κέντρου» όπως η Γαλλία και η Γερμανία, θα πληγούν ισχυρά από την κρίση του κορωνοϊού. Ακόμη και στο πιο καλό σενάριο, της περιορισμένης δηλαδή διάρκειας.
Για την Ελλάδα, με το μεγάλο εξωτερικό χρέος, τα δέκα χρόνια κρίσης που έχουν προηγηθεί και το υψηλότερο ποσοστό κόκκινων δανείων, σε όλη την Ευρώπη, η κατάσταση είναι ακόμη πιο δύσκολη.
Στην καλύτερη περίπτωση, αναφέρουν ορισμένοι ειδικοί, το κόστος περιορισμού των οικονομικών συνεπειών, για να αποφευχθεί μια βαθιά και εξαιρετικά οδυνηρή ύφεση, θα ανέλθει σε πάνω από το 2% του ΑΕΠ (ήδη ο κ. Μητσοτάκης προανήγγειλε μέτρα ύψους 2 δισ. ευρώ για τις επιχειρήσεις, που ξεπερνούν το 1% του ΑΕΠ), ίσως πιο κοντά στο 3%, ενώ αν η πανδημία και οι συνέπειές της έχουν μεγάλη διάρκεια, όπως ενός εξαμήνου, θα μπορούσαν να απαιτηθούν μέτρα της τάξεως του 7-10% του ΑΕΠ.
Τα ποσά είναι αναμφίβολα ιλιγγιώδη, αλλά και οι συνθήκες είναι πρωτόγνωρες, καθώς η κρίση πιέζει πρακτικά όλους τους τομείς της οικονομίας με ελάχιστες εξαιρέσεις, τόσο στο σκέλος της ζήτησης όσο και στο σκέλος της προσφοράς. Κι όλα αυτά όχι για να αποφευχθεί η πρακτικά αναπόφευκτη προσωρινή ύφεση, αλλά για να προστατευθεί το κάθε κράτος, κι όχι μόνον η Ελλάδα, από «ανήκεστο βλάβη», που θα πάρει ίσως και χρόνια να αποκατασταθεί.
Για την ακρίβεια, ουδείς γνωρίζει πόσο μεγάλη μπορεί να είναι η ζημιά από αυτό το «πάγωμα» οικονομικής δραστηριότητας που προκαλεί το διεθνές «lockdown» για τον κορωνοϊό, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν υπάρχει προηγούμενο στις σύγχρονες οικονομίες. Όλοι αναγνωρίζουν όμως ότι η «ζημιά» θα είναι σε κάθε περίπτωση τεράστια. Γι' αυτό και σπεύδουν να ανακοινώσουν μέτρα περιορισμού της όπως αυτά που αναφέρονται σχεδόν καθημερινά από ηγέτες στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ.
Τα μέτρα αυτά απαιτούν προφανώς δημόσιες δαπάνες, που συνεπάγονται π.χ. στην ελληνική περίπτωση, χρήση του περίφημου cash buffer, νέο δανεισμό, ευρωπαϊκές ενισχύσεις είτε συνδυασμό όλων των παραπάνω, ιδίως στη περίπτωση μιας πιο μακροχρόνιας κατάστασης. Κι εδώ, για τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ αυτών και για την Ελλάδα, προκύπτει το «συλλογικό πρόβλημα» του πώς θα κινηθεί η Ευρώπη, καθώς καμία μεμονωμένη χώρα δεν έχει τη δυνατότητα ούτε να μειώσει επιτόκια, ούτε να τυπώσει χρήμα, ούτε να κάνει έστω υποτίμηση, ενώ το χρέος όλων είναι σε ευρώ!
Προς το παρόν, τόσο από την πλευρά της EKT όσο και από την πλευρά του Eurogroup, έχουν γίνει τα πρώτα βήματα, χωρίς όμως να υπάρχει αρκετή «ορατότητα» στο πώς ακριβώς μεταφράζεται το «whatever it takes» που έχει διατυπωθεί.
Υπάρχουν αρκετά σημεία που μένουν θολά, όπως π.χ. το αν εξακολουθεί να υφίσταται υπό τις σημερινές συνθήκες το ότι η ΕΚΤ δεν μπορεί να αγοράσει πάνω από το 1/3 του κυκλοφορούντος χρέους μιας χώρας. Ή το γιατί στο ανακοινωθέν του Eurogroup δεν έγινε καμία αναφορά στα τεράστια κεφάλαια που διαθέτει ο SSM, κάτι που αναμενόταν.
Eίναι σίγουρο πάντως ότι έως ότου αποκρυσταλλωθεί η στάση της «ενωμένης» Ευρώπης, ο κίνδυνος για την κυβέρνηση είναι μεγάλος. Κινείται όπως οφείλει και πρέπει να κινηθεί, χωρίς όμως να γνωρίζει πόσο ακριβά «θα το πληρώσει». Ο «λογαριασμός», δε, θα μας αφορά όλους. Είτε με μνημόνια είτε χωρίς.
Ο κίνδυνος όμως είναι μεγάλος και για την ίδια την Ευρώπη. Γιατί αν δεν υπάρξει έμπρακτη αλληλεγγύη των ισχυρών της προς τους λιγότερο ισχυρούς, αυτό μάλλον θα αποτελέσει ταφόπλακα για τη σημερινή μορφή της.
Διότι, εδώ πλέον δεν χωρούν δικαιολογίες περί «ηθικού κινδύνου» και περί «άτακτου Νότου».
Αν πάλι, ισχύσει πράγματι το «whatever it takes», γρήγορα και αποτελεσματικά, αν υπάρξει όντως αλληλεγγύη, τότε είναι πιθανό η κρίση αυτή να δώσει νέο περιεχόμενο στο ξεθωριασμένο «ευρωπαϊκό όραμα».