Καθώς οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής γίνονται συνεχώς πιο εμφανείς και ακραίες, η μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών ρύπων αναδεικνύεται ως αναγκαιότητα.
Η αειφορία ή βιώσιμη ανάπτυξη (sustainability) αποτελεί όλο και συχνότερα σημείο αναφοράς σε ένα ευρύ φάσμα δράσεων, θεσμικών μεταρρυθμίσεων και εταιρικών αλλαγών που συντελούνται γύρω μας. Αφορά το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των δραστηριοτήτων μας, τον αντίκτυπο τους στο κλίμα και τη συμβατότητά τους με τους περιβαλλοντικούς στόχους που έχουν τεθεί σε διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο (*).
Συνυφασμένη με την περιβαλλοντική είναι και η κοινωνική διάσταση, καθώς η κλιματική αλλαγή μπορεί να αποσταθεροποιήσει οικονομικές δομές, εντείνοντας υφιστάμενες κοινωνικές ανισότητες. Είναι αποκαλυπτική η εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕ) ότι για το 2017 οι οικονομικές ζημίες που προκλήθηκαν από την κλιματική αλλαγή υπερέβησαν παγκοσμίως τα 270 δισ. ευρώ. Επιπρόσθετα, πρόσφατη έκθεση αναδεικνύει ότι το 50% της έκθεσης των τραπεζών της ευρωζώνης σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με κινδύνους που προκύπτουν από την κλιματική αλλαγή.
Ο μετασχηματισμός που καλούμαστε να υλοποιήσουμε, ως πολίτες και φορείς, ενέχει πολλαπλές προκλήσεις. Καταρχάς, απαιτεί τεκτονικές αλλαγές σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητάς μας. Μεταξύ άλλων, θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε τον τρόπο των μετακινήσεών μας, την ποσότητα της ενέργειας που καταναλώνουμε, τον τρόπο παραγωγής της και την προέλευση των πηγών της, τις συνέργειες μεταξύ των υποδομών και την ενσωμάτωσή τους σε ένα ενιαίο πλαίσιο «έξυπνης» διαχείρισης, τον τρόπο οικοδόμησης και ανακαίνισης των κτιρίων μας, τις πρώτες ύλες και τις διεργασίες στη βιομηχανία, την καλλιέργεια της γης, το περιεχόμενο της εκπαίδευσης, ακόμα και το αντικείμενο των επαγγελμάτων του μέλλοντος. Συνολικά, καλούμαστε να εφαρμόσουμε μια νέα, ολιστική προσέγγιση, με έμφαση στη σύζευξη τομέων και στην κυκλική οικονομία.
Παράλληλα, η πορεία προς την απανθρακοποίηση είναι τεχνικά σύνθετη. Προϋποθέτει προσήλωση στην καινοτομία, μετάβαση από πιλοτικές σε μεγάλης κλίμακας εφαρμογές, νέα θεματικά πεδία και επιχειρηματικά μοντέλα. Καταλυτικός παράγοντας είναι ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου, ώστε να απαλλαγεί από αναχρονιστική γραφειοκρατία, εισάγοντας κίνητρα και ευρύτητα επιλογών, σε ανταγωνιστική βάση.
Για να επιφέρει απτά αποτελέσματα, η απανθρακοποίηση πρέπει να συντελεστεί σε παγκόσμιο επίπεδο, με συντονισμό και ταχύτητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι εκπομπές CO2 στην Ευρώπη συνιστούν μόλις το 12% των παγκόσμιων εκπομπών, ενώ θα συρρικνωθούν στο 5% έως το 2030. Απαιτούνται επομένως αποτελεσματικές διεθνείς συνεργασίες, ισχυρή πολιτική δέσμευση, ευαισθητοποίηση και κοινωνική συναίνεση σε παγκόσμια κλίμακα.
Εκτός από πολυδιάστατη, η ενεργειακή μετάβαση είναι και πολυδάπανη. Μόνο στην Ευρώπη η ΕΕ εκτιμά ότι θα πρέπει να διοχετευτούν επιπρόσθετα 180-260 δισ. ευρώ, ετησίως, από σήμερα έως το 2050. Αντίστοιχα, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) έχει εντοπίσει ισχυρό επενδυτικό έλλειμμα, 270 δισ. ευρώ, στους κομβικούς τομείς των υποδομών, μεταφορών, ενέργειας και διαχείρισης πόρων. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο συνολικός προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2020 ανέρχεται στα 169 δισ. ευρώ και το 25% θα διατεθεί για τη χρηματοδότηση έργων και δράσεων για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής. Καθίσταται ωστόσο, σαφές ότι οι δημόσιοι πόροι δεν είναι επαρκείς για να αμβλυνθεί το επενδυτικό χάσμα. Είναι επομένως αναγκαία η μόχλευση ιδιωτικών κεφαλαίων και η ενεργός εμπλοκή του τραπεζικού τομέα.
Η προσαρμογή του χρηματοπιστωτικού τομέα
Η ΕΕ επεξεργάζεται εντατικά την τελευταία διετία ένα συγκροτημένο σχέδιο δράσης και μια εκτενή δέσμη νομοθετικών ρυθμίσεων, ώστε να ισχυροποιηθεί ο προσανατολισμός των επενδύσεων και χρηματοδοτήσεων σε μια περιβαλλοντικά βιώσιμη κατεύθυνση. Στο πλαίσιο της ευθυγράμμισης με τη Συμφωνία του Παρισιού, παρουσιάστηκε τον Μάρτιο του 2018 ένα συνεκτικό σχέδιο δράσης, με 10 βασικούς πυλώνες:
1. Δημιουργία μιας ταξινόμησης, ενός συστήματος κατηγοριοποίησης, ώστε να προσδιοριστεί ποιες οικονομικές δραστηριότητες δικαιούνται πράγματι τον χαρακτηρισμό βιώσιμες.
2. Δημιουργία ενός ευρωπαϊκού προτύπου για πράσινα ομόλογα.
3. Ενίσχυση επενδύσεων σε βιώσιμα έργα.
4. Εφαρμογή παραγόντων ΠΚΔ (περιβαλλοντικών, κοινωνικών και σχετικών με τη διακυβέρνηση) στην παροχή χρηματοοικονομικών συμβουλών.
5. Ενσωμάτωση βιωσιμότητας στην πιστοληπτική αξιολόγηση και έρευνα αγοράς.
6. Ανάπτυξη σημείων αναφοράς (benchmarks) χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών.
7. Σαφήνεια υποχρεώσεων θεσμικών φορέων και διαχειριστών περιουσιακών στοιχείων αναφορικά με τη βιωσιμότητα.
8. Ενσωμάτωση της βιωσιμότητας στις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας και τις ρυθμίσεις εποπτείας για τις επιχειρήσεις.
9. Ενίσχυση της βιωσιμότητας στις αναφορές και τη δημιουργία λογιστικών κανόνων.
10. Εδραίωση βιώσιμης εταιρικής διακυβέρνησης αντί της υπερβολικής έμφασης σε βραχυπρόθεσμες αποδόσεις.
Πρακτικά, η παράμετρος του κλίματος ενσωματώνεται στον χρηματοπιστωτικό τομέα, και ιδίως στα κριτήρια πιστωτικού κινδύνου, γεγονός που θα μεταβάλλει καταλυτικά το προφίλ της εκάστοτε τραπεζικής χρηματοδότησης. Με απλούς όρους, «πράσινα» προϊόντα και δάνεια θα επενεργούν βελτιωτικά για τα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών, θα διαφοροποιούν το δανειοδοτικό τους μείγμα, και θα λειτουργούν αντισταθμιστικά ως προς δάνεια σε ρυπογόνους τομείς, απομειώνοντας τον συντελεστή έκθεσης κινδύνου για τα πιστωτικά τους ανοίγματα.
H απόφαση της ΕΤΕπ να καταργήσει τη δανειοδότηση σε έργα ορυκτών καυσίμων από τα τέλη του 2021, και αντίστοιχες προσεγγίσεις από μεγάλες διεθνείς τράπεζες, υποδεικνύουν την κατεύθυνση προσαρμογής του τραπεζικού συστήματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Φεβρουάριο του 2020 η ΕΤΕπ αποφάσισε τη διοχέτευση 2 δισ. ευρώ για καθαρή ενέργεια και μεταφορές και 1,7 δισ. ευρώ για ενεργειακή απόδοση στη βιομηχανία και εταιρική καινοτομία.
Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και άλλες 34 εθνικές κεντρικές τράπεζες έχουν συγκροτήσει το Δίκτυο για το Πράσινο Χρηματοοικονομικό Σύστημα (NGFS). Στις συστάσεις, μη δεσμευτικές προς το παρόν, που εξέδωσε το NGFS, περιλαμβάνονται η ενσωμάτωση κλιματικού κινδύνου στην εποπτεία χρηματοοικονομικής σταθερότητας και στην κατ’ ιδίαν εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, καθώς και η ενσωμάτωση παραμέτρων βιωσιμότητας στα υπό διαχείριση χαρτοφυλάκια. Συνολικά, επισημάνθηκε ότι ο χρηματοοικονομικός κίνδυνος που συνδέεται με το κλίμα δεν αντανακλάται επαρκώς στις αξιολογήσεις ενεργητικού.
Στην ίδια κατεύθυνση, τον Ιούνιο του 2019, η ΕΕ εξέδωσε κατευθυντήριες γραμμές που αφορούν 6.000 εισηγμένες επιχειρήσεις, τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ώστε να δημοσιοποιούν τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής στις δραστηριότητές τους, καθώς και τον αντίκτυπο των δραστηριοτήτων τους στο κλίμα. Το δίπτυχο αυτό αναμένεται να δώσει στους επενδυτές τη δυνατότητα να λαμβάνουν πιο εμπεριστατωμένες επενδυτικές αποφάσεις. Επίσης, εντός του 2019, δημοσιεύτηκαν τρεις σημαντικές εκθέσεις, που αφορούν το πρότυπο πράσινου ομολόγου, την οικολογική σήμανση (eco-labeling) χρηματοπιστωτικών προϊόντων, ενωσιακούς δείκτες αναφοράς για το κλίμα, και δημοσιοποιήσεις πληροφοριών σχετικών με παράγοντες ΠΚΔ.
Τον Οκτώβριο του 2019, η ΕΕ εκκίνησε μια διεθνή πλατφόρμα για τη βιώσιμη χρηματοδότηση, με συμμετοχή αποκλειστικά δημοσίων φορέων, από χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, ο Καναδάς και η Αργεντινή, που συνιστούν το 45% των εκπομπών CO2 και το 40% του ΑΕΠ παγκοσμίως. Στόχος της πλατφόρμας είναι η ανταλλαγή, η σύγκριση και ο συντονισμός προσεγγίσεων «πράσινης» χρηματοδότησης.
Η ταξινόμηση των οικονομικών δραστηριοτήτων
Τον Δεκέμβριο του 2019, επιτεύχθηκε πολιτική συμφωνία μεταξύ Συμβουλίου και Ευρωκοινοβουλίου για έναν νέο Ευρωπαϊκό Κανονισμό Ταξινόμησης, που καθιερώνει ένα ενωσιακό σύστημα κατηγοριοποίησης, ώστε να προσδιοριστεί ποιες οικονομικές δραστηριότητες συμβάλουν στη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών ρύπων και ποιες είναι περισσότερο εκτεθειμένες στον περιβαλλοντικό κίνδυνο. Βασικό ζητούμενο είναι η δημιουργία μια κοινής γλώσσας, που θα παρέχει σαφήνεια σε επιχειρήσεις και επενδυτές σχετικά με το βαθμό συμμόρφωσης των χρηματοπιστωτικών προϊόντων που παρουσιάζονται ως βιώσιμα με «πράσινα» πρότυπα. Η εδραίωση της αξιοπιστίας αναμένεται να δώσει ώθηση στη διεθνή αγορά «πράσινων» προϊόντων.
Σε τεχνικό επίπεδο, από την εφαρμογή αξιόπιστων, αλλά και περίπλοκων μεθοδολογιών, θα προκύπτει σε ποιο ποσοστό μια επένδυση ή ένα χαρτοφυλάκιο περιλαμβάνει βιώσιμες δραστηριότητες. Το ποσοστό αυτό θα αντανακλά το βαθμό συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις της ταξινόμησης και θα δημοσιοποιείται, καθιστώντας εφικτή τη σύγκριση εναλλακτικών επενδύσεων. Έτσι, θα προσδιορίζεται με σαφήνεια ο βαθμός που τα έσοδα ή οι δαπάνες μιας εταιρείας αφορούν επιλέξιμες δραστηριότητες της ταξινόμησης, και θα αξιολογείται η απόδοση ως προς περιβαλλοντικά και κοινωνικά κριτήρια, και συναρτώμενους κινδύνους.
Επιδιώκεται έτσι, ο περιορισμός του φαινομένου της «ψευδεπίγραφης πράσινης ταυτότητας», δηλαδή της προβολής προϊόντων ως «βιώσιμων», χωρίς στην πραγματικότητα να πληρούν βασικά κριτήρια. Επιπλέον, στη βάση της ταξινόμησης θα αξιολογείται στο μέλλον η επιλεξιμότητα μιας επένδυσης για ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και το ρίσκο που συνοδεύει τον τραπεζικό δανεισμό της.
Ειδικότερα, ο Κανονισμός Ταξινόμησης καθορίζει έξι περιβαλλοντικούς στόχους, όπως ο περιορισμός της κλιματικής αλλαγής, η προσαρμογή σε αυτήν, η βιώσιμη χρήση και προστασία υδάτων και θαλάσσιων πόρων, η βιοποικιλότητα, και η μετάβαση στην κυκλική οικονομία. Προκειμένου να χαρακτηρίζονται περιβαλλοντικά βιώσιμες, οι οικονομικές δραστηριότητες θα πρέπει να συμβάλλουν ουσιαστικά σε έναν τουλάχιστον από τους έξι στόχους, να μην θίγουν σημαντικά κανέναν από τους υπόλοιπους, και να πληρούν ελάχιστα επίπεδα κοινωνικών ασφαλιστικών δικλείδων. Για κάθε περιβαλλοντικό στόχο, θα εκδοθούν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, που θα καθορίζουν «τεχνικά κριτήρια ελέγχου», ιδίως για να προσδιορίσουν τους όρους: «συμβάλλουν ουσιαστικά» και «δεν θίγουν σημαντικά». Συμπληρωματικά, θα εκδοθούν εκτελεστικές πράξεις, που θα ορίζουν τα ποσοτικά και ποιοτικά κατώτατα όρια που πρέπει να πληροί μια δραστηριότητα ώστε να θεωρείται βιώσιμη.
Η εξειδίκευση της «πράσινης» ταξινόμησης βρίσκεται σε εξέλιξη. Η ΕΕ επικουρείται από ομάδα τεχνικών εμπειρογνωμόνων (TEG), η διάρκεια έργου της οποίας επεκτάθηκε έως τον Σεπτέμβριο 2020. Τότε, θα αντικατασταθεί από μια μόνιμη πλατφόρμα για τη βιώσιμη χρηματοδότηση, που θα συγκροτείται από εκπροσώπους Ευρωπαϊκών φορέων (Εποπτικές Αρχές, Οργανισμός Περιβάλλοντος, ΕΤΕπ, Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων), καθώς και του ιδιωτικού τομέα.
Η δομή αυτή θα ασκεί συμβουλευτικό ρόλο στην εκπόνηση των τεχνικών κριτηρίων και θα αναλύει τον αντίκτυπό τους όσον αφορά δυνητικά κόστη και οφέλη από την εφαρμογή τους. Στις 12 Μαρτίου 2020, θα παρουσιαστεί στις Βρυξέλλες το τελικό πόρισμα της TEG για το σύστημα ταξινόμησης. Παράλληλα, έχει ανατεθεί σε σύμβουλο η μελέτη για την καταγραφή και αξιολόγηση βιώσιμων προϊόντων και υπηρεσιών, ώστε να αναδειχθούν βέλτιστες πρακτικές. Η ταξινόμηση θα πρέπει να θεσπιστεί έως το τέλος του 2021, προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης εφαρμογή της έως το τέλος του 2022, αλλά έχει ήδη ανακοινωθεί η επιτάχυνσή της.
Πιο αναλυτικά, η Ομάδα Εμπειρογνωμόνων προσδιόρισε έξι τομείς προτεραιότητας: ενέργεια, κτίρια, νερό (απόβλητα, απορρίμματα), μεταφορές και αποθήκευση, γεωργία, μεταποίηση, τεχνολογίες πληροφορίας και επικοινωνιών.
Για τον 1ο περιβαλλοντικό στόχο, τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής, αναπτύχθηκαν ποσοτικά κριτήρια για 67 δραστηριότητες των παραπάνω τομέων, με την εξής κατηγοριοποίηση: (α) δραστηριότητες που είναι ήδη πράσινες, (β) που μπορούν να εξελιχθούν σε πράσινες και (γ) που συμβάλλουν στην πράσινη εξέλιξη άλλων (όπως η κατασκευή ανεμογεννητριών). Η βάση αναφοράς για τη μη πρόκληση σημαντικής βλάβης σε άλλους στόχους, είναι η κοινοτική περιβαλλοντική νομοθεσία.
Για τον 2ο περιβαλλοντικό στόχο, της κλιματικής προσαρμογής, ακολουθήθηκε μια πιο ποιοτική προσέγγιση, με κρίσιμη τη διάκριση των δραστηριοτήτων σε: (α) εκείνες που περιορίζουν την δική τους έκθεση σε κλιματικούς κινδύνους μέσω της υιοθέτησης κατάλληλων μέτρων, και (β) εκείνες που συμβάλουν στην προσαρμογή άλλων δραστηριοτήτων.
Έντονη αντιπαράθεση προκάλεσε η αντιμετώπιση του φυσικού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας. Τελικά, υπήρξε σύγκλιση σε μια ουδέτερη λύση, που αναγνωρίζει τον μεταβατικό τους ρόλο, χωρίς την ένταξη τους στις βιώσιμες δραστηριότητες αλλά ούτε και τον αποκλεισμό τους.
Tο επενδυτικό σχέδιο «Βιώσιμη Ευρώπη»
Τον Δεκέμβριο του 2019, η ΕΕ παρουσίασε την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία για μια κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη ως το 2050, επιδιώκοντας μια δίκαιη μετάβαση για όλους και υιοθετώντας αισθητά πιο φιλόδοξους στόχους για το 2030, συγκριτικά με τα επίπεδα που είχαν τεθεί το 2019. Ενδεικτικά, ο στόχος μείωσης των εκπομπών CO2 αναπροσαρμόστηκε στο 50-55% αντί για το 40% που είχε προηγουμένως συμφωνηθεί.
Τον Ιανουάριο του 2020, η ΕΕ παρουσίασε το χρηματοδοτικό πλαίσιο για την επίτευξη της συμφωνίας. Στόχος του είναι η κινητοποίηση βιώσιμων επενδύσεων, δημόσιων και ιδιωτικών, ύψους τουλάχιστον 1 τρισ. ευρώ, κατά την επόμενη δεκαετία, μέσα από την παροχή κινήτρων, την αναδιάρθρωση χρηματοδοτικών ταμείων, και τη θέσπιση κανονισμών που θέτουν τη βιώσιμη χρηματοδότηση στο επίκεντρο του χρηματοδοτικού συστήματος.
Τον προσεχή Σεπτέμβριο, η ΕΕ θα παρουσιάσει την αναθεωρημένη στρατηγική της για την πράσινη χρηματοδότηση. Κρίσιμο ρόλο θα διαδραματίσει η ΕΤΕπ, η οποία μετασχηματίζεται σε «Τράπεζα Κλίματος», με στόχο το 50% των χρηματοδοτήσεων της έως το 2025 να αφορά βιώσιμα έργα, έναντι 25% σήμερα.
Για την προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων, κομβικής σημασίας θα είναι το ενιαίο Ταμείο, InvestEU, που θα συνενώσει το Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων με άλλα 13 χρηματοδοτικά εργαλεία. Καθιερώνεται έτσι ένα συνεκτικό πλαίσιο, με ενοποιημένες διαδικασίες, για τη στήριξη των επενδύσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι ενισχυμένες εγγυήσεις που θα παρέχει το νέο Ταμείο θα περιορίζουν τον χρηματοπιστωτικό κίνδυνο των «πράσινων» ιδιωτικών επενδύσεων. Το Ταμείο θα επικουρείται από τον Ευρωπαϊκό Κόμβο Επενδυτικών Συμβουλών και την Ευρωπαϊκή Πύλη Επενδυτικών Έργων, ώστε να ενισχυθεί η τεχνική συνδρομή προς τους επενδυτές και τους φορείς υλοποίησης έργων, καθώς και η προβολή των επενδυτικών έργων ανά την ΕΕ. Αξίζει να τονιστεί ότι το 30 % του InvestEU θα διοχετευτεί σε έργα για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
Για τον αναπροσανοτολισμό των δημόσιων κονδυλίων, η ΕΕ θα ενθαρρύνει τους πράσινους προϋπολογισμούς και τις πράσινες δημόσιες συμβάσεις, παρέχοντας επίσης πρακτική στήριξη στον σχεδιασμό και την εκτέλεση βιώσιμων έργων. Επιπλέον, θα δοθεί στα κράτη μέλη ευελιξία για νέους τύπους συμβάσεων. Ενδεικτικά, εταιρείες παροχής υπηρεσιών θα μπορούν να επενδύουν στην ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων και να αποζημιώνονται από την εξοικονόμηση που θα προκύπτει στο κόστος ενέργειας.
Γενικότερα, η κλιματική παράμετρος ενσωματώνεται πλέον στο σύνολο των πολιτικών της ΕΕ. Έτσι, τα ευρωπαϊκά κονδύλια θα αφορούν κατεξοχήν έργα με ισχυρή περιβαλλοντική διάσταση, ιδίως Aνανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), αποθήκευση ενέργειας, υδρογόνο, καθαρές μεταφορές, ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων, ψηφιακό μετασχηματισμό, ηλεκτρικά δίκτυα και διασυνδέσεις.
Χρηματοδότηση Καινοτομίας
Καθώς η καινοτομία είναι κομβικής σημασίας για τη βιωσιμότητα, αλλά και την ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής οικονομίας, η ΕΕ θα διοχετεύσει εντός του 2020, μέσω του Προγράμματος «Horizon Europe» επιπλέον 1 δισ. ευρώ σε τομείς προτεραιότητας της Πράσινης Συμφωνίας. Αντίστοιχα, το 72% του Προγράμματος LIFE θα διοχετευτεί σε κλιματικούς στόχους, καθαρή ενέργεια και βιοποικιλότητα.
Για τα έργα κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, το 60% του προϋπολογισμού του μηχανισμού CEF θα εστιάσει σε κλιματικούς στόχους. Επιπλέον, το Ταμείο Καινοτομίας που έχει συσταθεί, αντλώντας έσοδα από το σχήμα εμπορίας ρύπων, θα εστιάσει σε ρηξικέλευθες τεχνολογίες και διεργασίες, με έμφαση και στις ενεργοβόρες βιομηχανίες. Στα μέσα του 2020, θα ανακοινωθεί η 1η πρόσκληση υποβολής προτάσεων με προϋπολογισμό 1 δισ. ευρώ. Επιπρόσθετα, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο θα στηρίξει 5 εκατ. πολίτες να αποκτήσουν αναβαθμισμένες ή νέες δεξιότητες στην πράσινη οικονομία.
Συμπερασματικά, το 2020 θα είναι έτος ορόσημο για τις πράσινες επενδύσεις στην Ευρώπη, γεγονός που θα έχει αντανάκλαση και σε παγκόσμιο επίπεδο. Σε επίπεδο ευρωπαϊκής νομοθεσίας, θα διευκρινιστεί πλήθος ζητημάτων που αφορούν την ταξινόμηση των οικονομικών δραστηριοτήτων, την εφαρμογή του προτύπου πράσινου ομολόγου, τους δείκτες αναφοράς βιώσιμης ανάπτυξης, καθώς και τη δημοσίευση σχετικών πληροφοριών. Σε διαρθρωτικό επίπεδο, θα υλοποιηθούν σημαντικές αλλαγές, με συνενώσεις χρηματοδοτικών εργαλείων (InvestEU), απλοποιημένες διαδικασίες, ισχυρότερες εγγυήσεις και νέες προσεγγίσεις δανειοδότησης. Η αναθεωρημένη στρατηγική χρηματοδότησης θα παρουσιαστεί τον Σεπτέμβριο.
Σε επίπεδο καινοτομίας, θα κυριαρχήσουν στις χρηματοδοτήσεις οι βιώσιμες υποδομές, η καθαρή ενέργεια, ο μετασχηματισμός της βιομηχανίας, και οι νέες εφαρμογές για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής. Σε θεσμικό επίπεδο, οι ρυθμιστικές αρχές ενέργειας θα εστιάσουν σε κομβικά ζητήματα, όπως το πλαίσιο για την αποθήκευση ενέργειας, το υδρογόνο, τη σύζευξη τομέων και τις ενεργειακές κοινότητες. Σημαντική πρόκληση είναι η ανάπτυξη μιας ολιστικής προσέγγισης, ώστε οι παραπάνω μεταρρυθμίσεις και δράσεις να λειτουργήσουν συνεκτικά, προκαλώντας τη μέγιστη κινητοποίηση δημοσίων πόρων και ιδιωτικών κεφαλαίων.
Στη χώρα μας, οι ενεργειακοί και κλιματικοί στόχοι που έχουν τεθεί για το 2030 αντανακλούν το επίπεδο φιλοδοξίας που απαιτεί η ενεργειακή μετάβαση. Συνθέτουν ένα νέο τοπίο, με 38% εξοικονόμηση ενέργειας, που πρακτικά συνεπάγεται την ενεργειακή αναβάθμιση 600 χιλ. κατοικιών), μερίδιο ΑΠΕ άνω του 35% στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας, και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα να αποτελούν το 30% των νέων ταξινομήσεων. Οι επενδύσεις που απαιτούνται ανέρχονται στα 44 δισ. ευρώ και θα αξιοποιήσουν ένα ευρύ φάσμα χρηματοδοτικών μηχανισμών και εργαλείων. Ενδεικτικά, εντός του Μαρτίου 2020, η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα θα εκδώσει πρόσκληση σε εταιρείες επιχειρηματικών κεφαλαίων για υποβολή προτάσεων που αφορούν διαχείριση και επένδυση 400 εκατ. ευρώ σε πράσινους τομείς, αναμένοντας μόχλευση 600 εκατ. ευρώ από ιδιωτικά κεφάλαια.
Όπως επισημαίνεται συχνά, οι ελληνικές τράπεζες υιοθετούν ήδη υπεύθυνες εταιρικές πρακτικές, ενσωματώνουν περιβαλλοντικές παραμέτρους στις αναλύσεις τους, και αυξάνουν αισθητά τις χρηματοδοτήσεις αειφόρων έργων. Στην κατεύθυνση αυτή, εδραιώνουν συνεργασίες με ευρωπαϊκές τράπεζες, όπως η ΕΤΕπ και η EBRD, για τη βελτίωση των όρων «πράσινης» δανειοδότησης, την παροχή προστασίας έναντι κινδύνων, τη μεταφορά τεχνικής και χρηματοοικονομικής τεχνογνωσίας. Παράλληλα, προωθούν «πράσινα» προϊόντα, όπως αμοιβαία κεφάλαια.
Μια σημαντική εξέλιξη, ενδεικτική της δυναμικής που διαπιστώνεται, είναι ότι τον Οκτώβριο εκδόθηκε στη χώρα μας το πρώτο πιστοποιημένο «πράσινο» ομόλογο, αξίας 150 εκατ. ευρώ. Αξίζει να αναφερθεί ότι το 2019, τα πράσινα ομόλογα άγγιξαν παγκοσμίως τα 280 δις δολάρια, με την Ευρώπη να εμφανίζει μερίδιο 45%, σημειώνοντας άνοδο 74% συγκριτικά με το 2018. Οι ρυθμίσεις που προαναφέρθηκαν, όπως ο Κανονισμός Ταξινόμησης και το πρότυπο πράσινου ομολόγου, αλλά και οι φιλόδοξοι στόχοι που έχουν πλέον αποτυπωθεί στα εθνικά σχέδια δράσης, αναμένεται να προκαλέσουν μια «πράσινη» επενδυτική έκρηξη σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Πέρα από την προσαρμογή του χρηματοπιστωτικού τομέα, είναι κρίσιμο να κατανοήσουμε την αναγκαιότητα και το φάσμα των τεκτονικών αλλαγών που απαιτούνται. Τα κόστη που συνεπάγεται η ενεργειακή μετάβαση είναι σημαντικά, ωστόσο μπορούν να αντισταθμιστούν σε σημαντικό βαθμό από τα οφέλη που απορρέουν, αν συνδυαστούν με νέες προσεγγίσεις και επιχειρηματικά μοντέλα. Καταλυτικός παράγοντας είναι η ευαισθητοποίηση όλων μας, ως φορείς και πολίτες, ώστε να εργαστούμε μεθοδικά σε μια κοινή κατεύθυνση, αναθεωρώντας πολλαπλές πτυχές της οικονομίας αλλά και της καθημερινότητάς μας.
(*) Σχετικά με τους περιβαλλοντικούς και κλιματικούς στόχους, ορόσημα αποτελούν: (α) H Συμφωνία του Παρισιού του 2015, για περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη σε επίπεδα κάτω των 2 βαθμών Κελσίου, που υπογράφηκε από 197 χώρες, (β) Oι 17 Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών για το 2030, (γ) οι Ευρωπαϊκοί στόχοι του Πακέτου της Καθαρής Ενέργειας για το 2030: τουλάχιστον 32.5% εξοικονόμηση ενέργειας, 32% ΑΠΕ, 40% μείωση εκπομπών CO2 συγκριτικά με το 1990, (δ) H Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (Δεκέμβριος 2019), που αναθεωρεί σε πιο φιλόδοξα επίπεδα τους προηγούμενους στόχους και προσθέτει την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050, (ε) το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, που υπέβαλε η χώρα μας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Δεκέμβριο του 2019. Το σχέδιο περιέχει φιλόδοξους στόχους, όπως 42% μείωση αερίων του θερμοκηπίου, 38% εξοικονόμηση, 35% ΑΠΕ, και απολιγνιτοποίηση έως το 2028 (με απόσυρση υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων έως το 2023).
** Η Νεκταρία Καρακατσάνη είναι μαθηματικός με εξειδίκευση στα οικονομικά της ενέργειας, μέλος της ΡΑΕ, του ACER και του CEER. Το κείμενο εκφράζει προσωπικές σκέψεις και αποτελεί απόσπασμα από ομιλία στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου.