«Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού» ισχύει στις μέρες μας; Ή μήπως η δυτική χρηματοοικονομική κρίση μετακόμισε στην Ασία μετά την έκρηξή της το 2008;
Υπενθυμίζουμε τα γεγονότα, καθ' όσον η μνήμη πολλών είναι ασθενής και για κάποιους άλλους δεν υπάρχει καθόλου, γιατί έτσι τους βολεύει. Εξάλλου ο πολύς κόσμος ποτέ δεν πληροφορήθηκε τα πραγματικά αίτια της κρίσης, γιατί έτσι θα... ξεστραβωνόταν. Και αυτό κάποιοι το αποφεύγουν όπως ο διάβολος το λιβάνι.
Έχουμε και λέμε λοιπόν:
Κατά τον καθηγητή Adam Tooze, συγγραφέα του βιβλίου «Πώς μια δεκαετία κρίσης άλλαξε τον κόσμο», τα φαινόμενα που προκάλεσαν τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008 είναι αρκετά γνωστά. Το πρόβλημα ξεκίνησε το 2007, με την πληθώρα των στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ και όχι μόνον και τη συνακόλουθη ύφεση στις δυτικές αγορές ακινήτων. Μια ύφεση που έριξε στα τάρταρα τις τιμές των ακινήτων από την Καλιφόρνια και τη Νέα Υόρκη έως το Δουβλίνου.
Με αφορμή λοιπόν αυτή την πτώση, οι ιδιοκτήτες σπιτιών έμειναν πίσω στις πληρωμές των υποθηκών τους και οι δανειστές σύντομα άρχισαν να νιώθουν την πίεση. Χάρη στη βαθιά ενοποίηση των παγκόσμιων αγορών τραπεζών, χρεογράφων και χρηματοδότησης, η μετάδοση εξαπλώθηκε γρήγορα σε μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε όλο τον κόσμο. Στα τέλη του 2008, οι τράπεζες στο Βέλγιο, στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιρλανδία, τη Λετονία, την Ολλανδία, την Πορτογαλία, τη Ρωσία, την Ισπανία, τη Νότιο Κορέα, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετώπιζαν όλες υπαρξιακή κρίση. Πολλές είχαν ήδη καταρρεύσει και πολλές άλλες θα το έκαναν μετ' ου πολύ.
Η Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930 έχει μείνει στη μνήμη ως η χειρότερη οικονομική καταστροφή στη σύγχρονη ιστορία -η οποία προήλθε σε μεγάλο βαθμό από αδέξιες πολιτικές απαντήσεις-, αλλά ήταν πολύ λιγότερο συγχρονισμένη από τη συντριβή το 2008.
Παρόλο που περισσότερες τράπεζες κατέρρευσαν κατά τη διάρκεια της Ύφεσης, αυτές οι αποτυχίες ήταν διασκορπισμένες μεταξύ 1929 και 1933 και αφορούσαν πολύ μικρότερους ισολογισμούς. Το 2008, τόσο η κλίμακα όσο και η ταχύτητα της κατάρρευσης ήταν εκπληκτικές. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών, οι ακαθάριστες ροές κεφαλαίων ανά τον κόσμο βούλιαξαν κατά 90% μεταξύ 2007 και 2008.
Καθώς οι ροές κεφαλαίων στέρεψαν, η κρίση σύντομα μεταμορφώθηκε σε μια συντριπτική ύφεση στην πραγματική οικονομία. Η «μεγάλη κατάρρευση του εμπορίου» το 2008 ήταν η σοβαρότερη συγχρονισμένη συρρίκνωση του διεθνούς εμπορίου που σημειώθηκε ποτέ. Εντός εννέα μηνών από την προ της κρίσης κορύφωση, τον Απρίλιο του 2008, οι παγκόσμιες εξαγωγές μειώθηκαν κατά 22%. (Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης, χρειάστηκαν σχεδόν δύο χρόνια για να βουτήξει το εμπόριο κατά παρόμοιο ποσοστό).
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, από τα τέλη του 2008 έως τις αρχές του 2009, περίπου 800.000 άνθρωποι έχαναν τη δουλειά τους κάθε μήνα. Μέχρι το 2015, πάνω από εννέα εκατομμύρια αμερικανικές οικογένειες θα έχαναν τα σπίτια τους από κατάσχεση. Στην Ευρώπη, εν τω μεταξύ, οι καταρρέουσες τράπεζες και τα εύθραυστα δημόσια οικονομικά δημιούργησαν κρίση που σχεδόν διέσπασε την ευρωζώνη.
Η ελληνική κρίση ήταν το αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής και όχι τα αίτια που επικαλούνται κάποιοι μαθητευόμενοι μάγοι της οικονομίας.
Δώδεκα χρόνια αργότερα, υπάρχει μικρή συναίνεση για το νόημα του 2008 και τα επακόλουθά του. Έχουν προκύψει μερικές αφηγήσεις για να τονισθεί η μία ή η άλλη πτυχή της κρίσης, αλλά κρίσιμα στοιχεία της ιστορίας έχουν ξεχαστεί.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι μνήμες έχουν επικεντρωθεί στην κυβερνητική απερισκεψία και στις ευθύνες των ιδιωτικών τραπεζών που από ελαφρότητα οδήγησαν στη συντριβή. Στην Ευρώπη, οι ηγέτες της, αντί να βλέπουν τα δικά τους υπερχρέη, ικανοποιούνταν να αποδίδουν ευθύνες στους Αμερικανούς και σε κάποια σκιώδη διεθνή επενδυτικά ταμεία.
Στην πραγματικότητα, ιδιωτικές και κρατικές τράπεζας και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού δημιούργησαν το σύστημα που συνετρίβη το 2008. Η κατάρρευση θα μπορούσε εύκολα να είχε καταστρέψει τόσο τις ΗΠΑ όσο και τις ευρωπαϊκές οικονομίες, αν δεν υπήρχε αυτοσχεδιασμός εκ μέρους των Αμερικανών αξιωματούχων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, οι οποίοι μόχλευσαν διατλαντικές συνδέσεις που είχαν κληρονομήσει από τον εικοστό αιώνα, για να σταματήσουν τον παγκόσμιο τραπεζικό πανικό.
Από την πλευρά του, στην ευρωζώνη, ο Μάριο Ντράγκι, επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), είχε το θάρρος να αγνοήσει τις γερμανικές ανοησίες περί σταθερότητας και κατά παράβαση πολλών κανόνων, έσωσε το ευρωπαϊκό ενιαίο νόμισμα.
Το γεγονός δε ότι αυτές οι πραγματικότητες έχουν συγκαλυφθεί από πολλές πλευρές, δίνει στοιχεία τόσο για την αμφιλεγόμενη πολιτική διαχείρισης των παγκόσμιων οικονομικών όσο και για την αυξανόμενη απόσταση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης. Πιο σημαντικό, προκαλεί ένα ερώτημα σχετικά με το μέλλον της οικονομικής παγκοσμιοποίησης: Πώς θα αντιμετωπίσει την επόμενη κρίση ένας πολυπολικός κόσμος που έχει μετακινηθεί πέραν των υπερατλαντικών δομών του περασμένου αιώνα;
Απίθανες ιστορίες
Στην ελληνική έκδοση του περιοδικού Foreign Affairs του Απριλίου-Μαΐου 2012, διαβάζω τα ακόλουθα αποκαλυπτικά και ενδιαφέροντα:
«Ένας από τους πιο κοινούς μύθους που προέκυψαν από το 2008 είναι ότι κανείς δεν προέβλεψε την κρίση. Πρόκειται για ένα κατασκεύασμα μετά το γεγονός. Στην πραγματικότητα, υπήρχαν πολλές προβλέψεις για μια κρίση που σαν σενάριο ήταν ορατή σε κάθε στοιχειωδώς νοήμονα άνθρωπο της οικονομίας.
Οι μακροοικονομικοί σε όλο τον κόσμο προειδοποιούσαν από καιρό για τις παγκόσμιες ανισορροπίες που απέρρεαν από τα εμπορικά και δημοσιονομικά ελλείμματα των ΗΠΑ και τη συσσώρευση αμερικανικού χρέους από την Κίνα. Επρόκειτο για ξεκάθαρες καταστάσεις, που μπορούσαν να προκαλέσουν ρευστοποιήσεις για το δολάριο παγκοσμίως. Ο οικονομολόγος Paul Krugman προειδοποίησε το 2006 για τους σοβαρούς κινδύνους, αλλά κανείς δεν ήθελε να δει την πραγματικότητα. Το ίδιο συνέβη και με τις αναλύσεις του Νουριέλ Ρουμπίνι, που ήταν φωνή βοώντος εν τη ερήμω.
Αλλά οι καλύτεροι και οι εξυπνότεροι διάβαζαν τα λάθος σημάδια. Όταν ήρθε η κρίση, οι Κινέζοι δεν πούλησαν τα αμερικανικά περιουσιακά στοιχεία. Παρόλο που μείωσαν τις συμμετοχές τους σε επιχειρήσεις χρηματοδοτούμενες από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, όπως οι ενυπόθηκοι δανειστές Fannie Mae και Freddie Mac, αύξησαν τις αγορές ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου, αρνούμενοι να συμπαραταχθούν με τους Ρώσους σε μια υποτιμητική επιδρομή στο δολάριο. Αντί να πέφτει όπως προβλεπόταν, το δολάριο σημείωσε άνοδο το φθινόπωρο του 2008. Αυτό που αντιμετώπιζαν οι Αρχές των ΗΠΑ δεν ήταν μια σινο-αμερικανική καταστροφή, αλλά μια κατάρρευση του διατλαντικού τραπεζικού συστήματος, μια κρίση του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού.
Και η κρίση ήταν γενική, όχι μόνο αμερικανική, αν και οι Ευρωπαίοι δυσκολεύτηκαν να το πιστέψουν. Όταν το Σαββατοκύριακο 13-14 Σεπτεμβρίου 2008 ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Henry Paulson και άλλοι αξιωματούχοι προσπάθησαν να οργανώσουν την πώληση της χρεοκοπημένης επενδυτικής τράπεζας Lehman Brothers, στη βρετανική τράπεζα Barclays, η αντίδραση του Alistair Darling, του Βρετανού υπουργού Οικονομικών, ήταν αποκαλυπτική. Δεν ήθελε, είπε στους Αμερικανούς ομολόγους του, να «εισαγάγει» τον «καρκίνο» των Ηνωμένων Πολιτειών -αυτό παρά το γεγονός ότι οι τράπεζες του ίδιου του Ηνωμένου Βασιλείου σκόνταφταν ήδη γύρω του.
Οι Γάλλοι και σι Γερμανοί δεν ήταν λιγότερο εμφατικοί. Τον Σεπτέμβριο του 2008, καθώς η κρίση ήταν ήδη παγκόσμια, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Peer Steinbruck δήλωσε ότι ήταν «ένα αμερικανικό πρόβλημα» που θα είχε ως αποτέλεσμα «να χάσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες τη θέση τους ως υπερδύναμη του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος». Ο Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί ανακοίνωσε ότι το αμερικανικού στυλ «laissez faire» ήταν «τελειωμένο». Για τους Ευρωπαίους, η ιδέα μιας αμερικανικής κρίσης είχε νόημα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν επιτρέψει στον εαυτό τους να απορροφηθούν σε λανθασμένους πολέμους από επιλογή, ενώ αρνούνταν να πληρώσουν γι' αυτούς. Ζούσαν πολύ πέρα από τα μέσα τους και η κρίση ήταν η τιμωρία τους. Ωστόσο, οι σίγουρες προβλέψεις ότι αυτό ήταν ένα αμερικανικό πρόβλημα ξεπεράστηκαν γρήγορα από τα γεγονότα. Όχι μόνο οι ευρωπαϊκές τράπεζες συμμετείχαν σε μεγάλο βαθμό στην αμερικανική κρίση των subprime [ενυπόθηκων δανείων χαμηλής εξασφάλισης], αλλά τα επιχειρηματικά μοντέλα τους τις άφησαν να εξαρτώνται απελπιστικά από τη δολαριακή χρηματοδότηση. Το αποτέλεσμα ήταν να στείλουν την ήπειρο σε μια οικονομική και πολιτική κρίση από την οποία μόλις τώρα ανακάμπτει».
Όλες τις πιο πάνω εξηγήσεις, η Ελλάδα και το πολιτικό της σύστημα εκείνης της περιόδου τις αγνοούσαν πλήρως. Ακόμα χειρότερα, όταν άρχισαν τα καμπανάκια, αρνήθηκαν οι πολιτικοί μας να καταλάβουν το τι συνέβαινε. Τόσο ο Κ. Καραμανλής όσο και ο Γ.Α. Παπανδρέου δεν θέλησαν να ομονοήσουν μπροστά στο δυσθεώρητο ελληνικό χρέος. Ένα χρέος, το οποίο ήδη από τον Αύγουστο του 2007, όταν ξεκίνησε στις ΗΠΑ η κρίση των ενυπόθηκων δανείων, οι διεθνείς αγορές έβλεπαν με καχυποψία, γιατί δεν γνώριζαν ποια θα μπορούσε να είναι η τύχη της ευρωζώνης σε περίπτωση κρίσης.
Γιατί όμως η κατάρρευση των αγορών ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων χαμηλής εξασφάλισης προκάλεσε την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση; Έφταιγε μόνον το «χαλασμένο» ενυπόθηκο σύστημα των ΗΠΑ ή υπήρχαν και άλλοι σοβαροί λόγοι;
Στο επόμενο άρθρο μας θα εκθέσουμε γεγονότα και απόψεις.