Η περασμένη χρονιά σημαδεύτηκε από μία σειρά εξεγέρσεων στην Λατινική Αμερική σε χώρες όπως κυρίως η Βολιβία, το Εκουαντόρ και η Χιλή που είχαν ως κύριο χαρακτηριστικό την βιαιότητα τους.
Αυτό που παρουσίαζε ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι ότι όλες αυτές οι χώρες διακρίνονταν για την πολιτική τους σταθερότητα. Εξ ίσου ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι οι χώρες αυτές είχαν διαφορετικές κυβερνήσεις -φιλελεύθερη η Χιλή, σοσιαλδημοκρατική το Εκουαντόρ και η αριστερή η Βολιβία- κάτι που καθιστά δύσκολη την ερμηνεία των γεγονότων με βάση την ιδεολογική φύση των καθεστώτων των διαφόρων χωρών.
Στις περισσότερες αναλύσεις που είδαν το φως της ημέρας ανασύρθηκαν οι παλιοί μας γνώριμοι, η φτώχεια και η ανισότητα για να ερμηνεύσουν τα γεγονότα. Πράγματι αυτές οι δύο έννοιες έχουν καταντήσει το πασπαρτού στο οποίο προσφεύγουν αυτόματα πολλοί αναλυτές όποτε ξεσπάει μια κοινωνική εξέγερση χωρίς πολλές φορές να διερωτώνται αν τα δεδομένα δικαιώνουν αυτή την άποψη. Οπως νομίζω ότι συμβαίνει και αυτή την φορά.
Ας αρχίσουμε με το θέμα της φτώχειας ως αίτιο των κοινωνικών ταραχών. Από το 2000 μέχρι σήμερα η φτώχεια στην Λατινική Αμερική, παρόλο που σε πολλές χώρες παραμένει ένας σημαντικός παράγων, έχει μειωθεί κατά 50% κάτι που δύσκολα εναρμονίζεται με την υπόθεση ότι ήταν ο αιτιακός παράγων των ταραχών. Ιδιαίτερα μία από τις τρεις χώρες, η Xιλη, είναι από τις πλέον εύπορες στην Λατινική Αμερική και η πλέον φτωχή από τις τρείς, η Βολιβία του Εβο Μοράλες είχε να επιδείξει σημαντικά επιτεύγματα στον αγώνα εναντίον της φτώχειας.
Αν πάρουμε π.χ. την Βολιβία η μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ -οφειλόμενη φυσικά εν μέρει στην άνοδο της τιμής του φυσικού αερίου που η χώρα εξάγει-την τελευταία δεκαετία ήταν μεταξύ 6%-4% (αριθμοί φανταστικοί για την Ελλάδα και την ΕΕ!).
Η αύξηση του ΑΕΠ ωφέλησε τον μέσο κάτοικο, καθώς το επίπεδο της φτώχειας (λιγότερο απο 1 δολάριο ημερησίως) μειώθηκε κατά 23 ποσοστιαίες μονάδες: από 38% που ήταν όταν η κυβέρνηση Μοράλες ανέλαβε την εξουσία σε 15%. Αυτό σήμανε την έξοδο από την φτώχεια σε μια δεκαετία 2 εκατομμυρίων ανθρώπων. Επιπλέον όταν ο Μοράλες ανελάμβανε την εξουσία 65% του πληθυσμού αμειβόταν στο επίπεδο του βασικού μισθού. Σήμερα το ποσοστό αυτό έχει μειωθεί σε 32%. Eπίσης οι κοινωνικές δαπάνες αυξήθηκαν πάνω από 45%, ενώ ο βασικός μισθός κατά 87,7%.
Aν λοιπόν η φτώχεια δύσκολα μπορεί να ερμηνεύσει τις κοινωνικές εξεγέρσεις στην Λατινική Αμερική, μήπως την ερμηνεία μπορεί να την δώσουν οι οικονομικές ανισότητες όπως υποστηρίζουν πολλοί αναλυτές;
O δείκτης τον οποίο χρησιμοποιούν οι οικονομολόγοι για να μετρήσουν την οικονομική ανισότητα είναι ο συντελεστής (ή δείκτης ανισότητας) Gini. Οσο πιο κοντά στο μηδέν είναι ο δείκτης Gini τόσο μικρότερη είναι η ανισότητα και αντίστροφα.
Από την σκοπιά αυτή η Λατινική Αμερική με ένα δείκτη 0,46 είναι μια από τις πιο άνισες περιοχές του κόσμου.
Ομως από την άλλη πλευρά όπως παρατηρεί η καθηγήτρια Nora Lustig τα τελευταία 20 έτη η ανισότητα στη Λατινική Αμερική μειώθηκε με ρυθμούς πρωτοφανείς στην παγκόσμια ιστορία. To 2000 ο δείκτης Gini για την Λατινική Αμερική ήταν 0.54. Αυτό σημαίνει ότι μέσα σε 20 χρόνια ο δείκτης ανισότητας μειώθηκε κατά 17%! Οι ανισότητες μειώθηκαν σε κάθε χώρα της Λατινικής Αμερικής συμπεριλαμβανομένων και των τριών χωρών στις οποίες έγιναν ταραχές. Στην Χιλή ο δείκτης ανισότητας περιορίστηκε από 0,53 σε 0,47,στο Εκουαντόρ από 0,53 σε 0,47 και στη Βολιβία από 0,53 σε 0,44!
Απ’ αυτή λοιπόν την σκοπιά η φτώχεια και η ανισότητα δεν προσφέρονται τόσο εύκολα ως ερμηνείες για τις ταραχές που ξέσπασαν το περασμένο έτος στην Λατινική Αμερική.
Αν δει κανείς την κατάσταση στατικά τότε πράγματι αυτοί οι δύο παράγοντες κυριαρχούν στην Λατινική Αμερική-αν και όχι τόσο στις τρεις χώρες που αναφερθήκαμε και όχι όσο π.χ. ο παράγων ανασφάλεια και εγκληματικότητα που είναι σήμερα η υπ’ αριθμόν 1 έγνοια των κατοίκων της Λατινικής Αμερικής.
Αν πάλι δει κανείς την κατάσταση δυναμικά, ως μέρος μια διαδικασία που εξελίσσεται στον χρόνο, τότε τόσο η φτώχεια όσο και η ανισότητα βελτιώθηκαν σημαντικά τα τελευταία χρόνια οπότε δύσκολα συμβαδίζουν με την άποψη ότι αποτελούν την βαθύτερη αιτία των εξεγέρσεων.
Και στις τρείς χώρες υπήρξαν συγκεκριμένα αίτια που οδήγησαν στις ταραχές. Στην Χιλή η αύξηση των εισιτηρίων του μετρό, στο Εκουαντόρ η πρόταση για κατάργηση των επιδοτήσεων στο πετρέλαιο και στην Βολιβία η εμμονή του Μοράλες να παραμείνει στην εξουσία πέρα από τα συνταγματικά όρια.
Είναι κατανοητό ότι πολλοί αναλυτές προσπαθούν να βρουν κοινά «βαθύτερα» αίτια που να προσφέρουν μια κοινή ερμηνεία των φαινομένων. Ομως το ερώτημα είναι αν οι εξηγήσεις που προτείνονται έχουν σχέση με την πραγματικότητα η αν απλά, όπως συμβαίνει αρκετές φορές, είναι παράγωγα μιας προϋπάρχουσας ιδεοληψίας των αναλυτών.