Είναι αλήθεια ότι οι στόχοι για μείωση του ελλείμματος σε καθένα από τους κρατικούς προϋπολογισμούς των τελευταίων ετών έχουν επιτευχθεί και μάλιστα με το παραπάνω, δημιουργώντας χώρο για πρόσθετες παροχές και μειώσεις φόρων.
Γιατί συμβαίνει αυτό είναι αντικείμενο αντικρουόμενων εξηγήσεων από τις συμπολιτευόμενες και τις αντιπολιτευόμενες δυνάμεις και δεν πρόκειται να μείνουμε σ’ αυτές.
Είναι πάντως αυτό που επιθυμεί κάθε κυβέρνηση, καθώς ενισχύει τις πιθανότητες επανεκλογής της που είναι ο βασικός πολιτικός στόχος.
Η στήλη είχε επισημάνει, επικαλούμενη πηγές που εμπιστεύεται, πριν η κυβέρνηση ανακοινώσει την αναβάθμιση του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα στο 2,5% φέτος όταν κατέθεσε τον προϋπολογισμό του 2025, ότι το πλεόνασμα κινείται προς το 3% του ΑΕΠ.
Δηλαδή, ακόμη κι ο νέος υψηλότερος στόχος είναι συντηρητικός. Πολύ καλά κάνει, αφενός γιατί μπορεί να προκύψουν απρόοπτες κρατικές δαπάνες μέχρι το τέλος της χρονιάς και αφετέρου τυχόν υπέρβαση θα είναι θετική έκπληξη για τις αγορές.
Όμως, η τυχόν φετινή υπέρβαση δημιουργεί το υπόβαθρο για βελτιωμένη δημοσιονομική επίδοση το 2025 και το 2026. Αυτή μπορεί να μοιραστεί σε ομάδες του πληθυσμού που η κυβέρνηση επιλέγει με κάποια κριτήρια.
Η δωρεάν πρόσβαση στα φάρμακα των δυνητικών δικαιούχων του ΕΚΑΣ-συνολικά 310.000 συνταξιούχων με χαμηλές αποδοχές- από το 2025 είναι ένα μέτρο που βοηθάει το κοινωνικό πρόσωπο της κυβέρνησης και δείχνει ευαισθησία. Αν και δεν γνωρίζουμε το κόστος του μέτρου θα πρέπει να χαρακτηρισθεί σωστό.
Όσον αφορά την κατάργηση έως δραστική μείωση των χρεώσεων στις βασικές τραπεζικές κινήσεις και το πλαφόν έως 0,5 ευρώ για τη μεταφορά χρημάτων μέχρι 5000 ευρώ ανά έμβασμα είναι επίσης στο σωστό δρόμο. Ακόμη, κι αν δόθηκε η εντύπωση ότι το μέτρο υιοθετήθηκε λόγω πίεσης από το ΠΑΣΟΚ. Μερικοί ισχυρίζονται ότι ο πρωθυπουργός θα έπρεπε να πάει παραπέρα, ζητώντας οι προμήθειες για μεταφορές χρημάτων εντός της ευρωζώνης να μηδενιστούν ή μειωθούν δραστικά.
Αν μας εκπλήσσει κάτι, αυτό είναι γιατί δεν το έκαναν οι τράπεζες νωρίτερα, γνωρίζοντας την έντονη δυσαρέσκεια των πελατών τους και την σχετικά μικρή απώλεια εσόδων από προμήθειες στις ίδιες. Μπορεί τα έσοδα από προμήθειες ως προς το ενεργητικό των ελληνικών τραπεζών να είναι χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι οι τράπεζες θα πρέπει να αγνοούν την δυσαρέσκεια των πελατών τους.
Όμως, στα ανακοινωθέντα κυβερνητικά μέτρα δεν υπάρχουν μόνο σωστά. Υπάρχουν επίσης λαϊκίστικα. Ένα από αυτά είναι ο διπλασιασμός του ΕΝΦΙΑ στα ακίνητα τα οποία διαχειρίζονται οι τράπεζες και οι servicers από το 2026.
Ως γνωστόν, οι τράπεζες και οι servicers δεν έχουν κανένα λόγο να κρατάνε τα ακίνητα και να μην τα πουλάνε. Αν κάποιος φταίει που αυτά τα ακίνητα, όπως κι άλλα, δεν έχουν βγει στην αγορά είναι το ίδιο το κράτος. Όταν χρειάζεται ένας χρόνος για να γίνει μεταβίβαση ακινήτου λόγω της κρατικής γραφειοκρατίας, πώς θα βγουν γρήγορα ακίνητα στην αγορά;
Ένα άλλο λαϊκίστικο μέτρο είναι το επίδομα για την επικινδυνότητα των υπηρεσιών που προσφέρουν οι 150 χιλ. ένστολοι. Το επίδομα ιδιαίτερων συνθηκών θα γίνει ιστορικών συνθηκών και επικινδυνότητας που μεταφράζεται σε μια αύξηση 500-600 ευρώ τον χρόνο σύμφωνα με κυβερνητικές διαρροές.
Με άλλα λόγια, οι ένστολοι υπάλληλοι γραφείων θα πάρουν επίδομα επικινδυνότητας. Αναρωτιέται λοιπόν κανείς αφενός πώς θα αντιδράσουν εκείνοι που ήδη παίρνουν επίδομα επικινδυνότητας π.χ. πιλότοι, ΟΥΚ κ.τ.λ. και αφετέρου οι υπάλληλοι γραφείων στον υπόλοιπο δημόσιο τομέα και στον ιδιωτικό. Κι αν η απάντηση προς τους πιλότους κ.τλ. είναι μια γενναία αύξηση του επιδόματος, για τους υπολοίπους δεν υπάρχει.
Προφανώς, το μέτρο αποσκοπεί στην ικανοποίηση ενός μέρους του εκλογικού σώματος που θεωρείται παραδοσιακά φίλα προσκείμενο προς το κυβερνών κόμμα.
Κοντολογίς, η σώφρων δημοσιονομική πολιτική δεν σημαίνει απαραίτητα διαζύγιο με λαϊκιστικά μέτρα στην Ελλάδα.