Πριν από δύο μήνες περίπου, η στήλη είχε ζητήσει από άτομα τα οποία εμπιστεύεται και τα οποία έχουν γνώση της εξέλιξης του προϋπολογισμού της Γενικής Κυβέρνησης, την εκτίμησή τους για τον φετινό.
Είναι κάτι που κάνει τα δύο τελευταία χρόνια καθώς έχει διαπιστώσει ότι πέφτουν μέσα στις εκτιμήσεις τους.
Στο άρθρο της 30ής Αυγούστου το οποίο είχε τίτλο «Οι ηλεκτρονικές συναλλαγές δείχνουν πλεόνασμα 2,5% του ΑΕΠ φέτος», η εκτίμηση των υπηρεσιακών παραγόντων ήταν πως το αποτέλεσμα θα ήταν καλύτερο της τότε κυβερνητικής πρόβλεψης για πλεόνασμα 2,1%-2,2% του ΑΕΠ.
Δεν χρειάσθηκε να περάσει πολύς χρόνος και η εκτίμησή τους ουσιαστικά επιβεβαιώθηκε. Στο προσχέδιο για τον προϋπολογισμό 2025, τα κρατικά έσοδα εκτιμάται ότι θα υπερβούν τις κρατικές δαπάνες, χωρίς τους τόκους εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους κατά 2,4% του ΑΕΠ. Υπήρξε δηλαδή ανοδική αναθεώρηση του στόχου πιο κοντά στο 2,5% και πλέον, που εκείνοι προέβλεπαν ένα μήνα νωρίτερα.
Επειδή είμαστε λίγο υποψιασμένοι, διαβάζοντας τα δημοσιεύματα για τις νέες φοροελαφρύνσεις τις οποίες σχεδιάζει το οικονομικό επιτελείο τα επόμενα χρόνια, απευθυνθήκαμε εκ νέου στους ανθρώπους που εμπιστευόμαστε.
Οι υποψίες μας βγήκαν αληθινές. Η νέα, αναθεωρημένη εκτίμηση των τελευταίων θέλει το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού της Γενικής Κυβέρνησης να προσεγγίζει ή και να ξεπερνάει το 3% του ΑΕΠ το 2024. Αν είναι έτσι, δεν θα αποκλείαμε το ενδεχόμενο μιας νέας ανοδικής αναθεώρησης του φετινού πρωτογενούς πλεονάσματος, όταν κατατεθεί ο προϋπολογισμός του 2025 εντός του Νοεμβρίου.
Θα πρόκειται για εντυπωσιακή επίδοση, αν επιβεβαιωθεί, η οποία παραπέμπει σε σχεδόν ισοσκελισμένο προϋπολογισμό φέτος έναντι κυβερνητικής εκτίμησης για έλλειμμα ίσο με 1% του ΑΕΠ το 2024 και 0,6% το 2025.
Προφανώς, η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας συμβάλλει σ’ αυτή την εξέλιξη, όπως και η σύλληψη μεγαλύτερης φορολογητέας ύλης από τη φοροδιαφυγή μέσω των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Θα προσθέταμε επίσης την έξτρα φορολογική επιβάρυνση των εισοδημάτων καθώς υπόκεινται σε υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές, όταν μετακινούνται σε υψηλότερα κλιμάκια εισοδήματος λόγω αυξήσεων μισθών κ.λπ.
Να υπενθυμίσουμε επίσης ότι για κάθε 1 δισ. ευρώ που αυξάνεται το ονομαστικό ΑΕΠ, τα κρατικά έσοδα αυξάνονται κατά 300 εκατ. ευρώ περίπου, εκ των οποίων τα 200 εκατ. περίπου από τον ΦΠΑ και τα 100 εκατ. ευρώ από τον φόρο εισοδήματος.
Θεωρητικά, ενδεχόμενη υπέρβαση του πρωτογενούς πλεονάσματος στον προϋπολογισμό θα πρέπει να κατευθυνθεί στη μείωση του δημόσιου χρέους και να τηρηθεί η δέσμευση για αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών κατά 3,6%-3,7%.
Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε τι θα γίνει αυτή τη φορά. Πάντως, τυχόν επιβεβαίωση της άποψης για πρωτογενές πλεόνασμα 3% του ΑΕΠ φέτος, θα έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις σ’ εκείνα των επόμενων χρόνων.
Και προφανώς έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στις εξεταζόμενες φοροελαφρύνσεις με αλλαγές στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος από το 2026 και μετά, από το οικονομικό επιτελείο, όπως αναφέρουν τα δημοσιεύματα.