Το χθεσινό άρθρο στους Financial Times (FT) είχε τίτλο «Οι εργαζόμενοι χάνουν έδαφος στην παγκόσμια ανάκαμψη» και υπότιτλο «Η απότομη πτώση στο μερίδιο των εργαζομένων στην παγκόσμια παραγωγή δείχνει ότι επιδεινώνεται η ανισότητα».
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εργασίας (ILO), η οποία δημοσιεύθηκε την Τετάρτη και την οποία επικαλείται το άρθρο, το μερίδιο του παγκόσμιου Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) που πήγε στους εργαζόμενους και στους αυτοαπασχολούμενους μειώθηκε στο 52,3% το 2022 από 52,9% το 2019.
Οι μεγαλύτερες μειώσεις παρατηρήθηκαν στην Αφρική, στα Αραβικά κράτη και στις Αμερικές και σε κάποιο βαθμό αποδίδονται στη γενετική τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ), η οποία κερδίζει έδαφος.
Το άρθρο μάς κέντρισε την προσοχή και σκεφθήκαμε ότι θα ήταν καλό να διερευνήσουμε τι συμβαίνει στην Ελλάδα, με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat.
Η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat) κατατάσσει τα εισοδήματα σε 3 ευρείες κατηγορίες. Τις αμοιβές της εξαρτημένης εργασίας, το ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα και τα μικτά εισοδήματα των μετόχων των εταιρειών, των ελεύθερων επαγγελματιών μετά φόρων και πληρωμής αμοιβών εξαρτημένης εργασίας και, τέλος, των φόρων επί της παραγωγής και των εισαγωγών αφαιρουμένων των επιδοτήσεων.
Από αυτά προκύπτει ότι οι μισθοί στην Ελλάδα υποχώρησαν στο 26,9% του ΑΕΠ πέρυσι από 27% το 2022, με τον μέσο όρο στην ΕΕ να βρίσκεται στο 37,3% και στην ευρωζώνη στο 37,4%. Πρόκειται για το χαμηλότερο μερίδιο στην ΕΕ και την ευρωζώνη μετά από εκείνο της Ιρλανδίας, της οποίας η οικονομία έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Ακόμη, οι αμοιβές των εργαζόμενων στην Ελλάδα (μισθοί συν κοινωνικές εργοδοτικές εισφορές) υποχώρησαν ελαφρώς στο 34,7% του ΑΕΠ το 2023 από 34,9% το 2022, παραμένοντας πολύ χαμηλότερες σε σχέση με τον μέσο όρο 47% του ΑΕΠ της ΕΕ και 47,7% του ΑΕΠ της ευρωζώνης.
Επίσης, οι αμοιβές των ασκούντων επιχειρηματική δραστηριότητα υποχώρησαν στο 50,9% από 52,5% του ΑΕΠ αλλά παρέμειναν πολύ πιο πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ και της ευρωζώνης, που ήταν 42,1% και 41,7% του ΑΕΠ αντίστοιχα. Μόνο η Ιρλανδία, η Ρουμανία και η Μάλτα ξεπερνούν την Ελλάδα.
Από την άλλη πλευρά, αυξήθηκε το μερίδιο των φόρων στην ελληνική παραγωγή και τις εισαγωγές μείον τις επιδοτήσεις στο 14,4% του ΑΕΠ και 12,9% πέρυσι και πρόπερσι αντίστοιχα. Το μερίδιο των ανωτέρω φόρων στην Ελλάδα υπερβαίνει τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους, που διαμορφώνονται λίγο κάτω από το 11% του ΑΕΠ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι μισθωτοί αντιπροσωπεύουν πάνω από το 70% των απασχολουμένων στην Ελλάδα ενώ οι αυτοαπασχολούμενοι πάνω από το 27%. Επιπλέον, οι μισθωτοί πληρώνουν περισσότερους φόρους εισοδήματος, παρότι οι μισθοί αντιπροσωπεύουν αρκετά χαμηλότερο ποσοστό του ΑΕΠ.
Οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι τα νούμερα δεν μας εξέπληξαν. Κι αυτό γιατί το φαινόμενο δεν είναι τωρινό αλλά διαχρονικό. Το 2003, το μερίδιο των αμοιβών στο ΑΕΠ ήταν 26% έναντι 26,9% και των αυτοαπασχολούμενων, επιχειρήσεων ήταν στο 56,3% από 50,9%.
Το ερώτημα είναι τι έχουν κάνει τόσες κυβερνήσεις για να βοηθήσουν τους μισθωτούς π.χ. με τη φορολογική επιβάρυνση. Η απάντηση είναι λίγα πράγματα.
Η κατάργηση του φόρου αλληλεγγύης από τη σημερινή κυβέρνηση είναι η σημαντικότερη κίνηση-μέτρο ανακούφισης που μπορούμε να σκεφθούμε από την αρχή της κρίσης.
Θα αλλάξει κάτι ριζικά την επόμενη 5ετία; Δεν το νομίζουμε.