Οι χώρες με υψηλό βιοτικό επίπεδο στη Δύση χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη ισχυρών, ανεξάρτητων θεσμών, οι οποίοι είναι απολύτως νομιμοποιημένοι στα μάτια της κοινής γνώμης και των οποίων οι αποφάσεις είναι σεβαστές και αποδεκτές.
Δεν συμβαίνει το ίδιο στην Ελλάδα.
Η χθεσινή γνωστοποίηση των βασικών σημείων του πορίσματος του Αρείου Πάγου για τις υποκλοπές των τηλεφωνικών συνομιλιών πολιτικών, δημοσιογράφων και άλλων προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις.
Η κυβερνητική πλευρά την υποδέχθηκε με ικανοποίηση, με τον Γρηγόρη Δημητριάδη να αναφέρει ότι «θέτει οριστικό τέλος σε κάθε εικασία και λοιπά ευφάνταστα κατασκευάσματα».
Από την άλλη πλευρά, τα κόμματα της αντιπολίτευσης ήταν επικριτικά, με τον Στέφανο Κασσελάκη του ΣΥΡΙΖΑ να μιλάει για κλονισμό εμπιστοσύνης προς τη Δικαιοσύνη και τον Νίκο Ανδρουλάκη για διπλό σκάνδαλο.
Είναι αλήθεια ότι στην Ελλάδα έχουμε την τάση να επικρίνουμε τις δικαστικές αποφάσεις που δεν μας αρέσουν ή πάνε κόντρα στο δημόσιο αίσθημα, χωρίς να γνωρίζουμε ούτε όλη τη δικογραφία ούτε τους νόμους με βάση τους οποίους οι δικαστές καλούνται να λάβουν αποφάσεις.
Εκτιμούμε ότι σ’ αυτό έχει συμβάλει το γεγονός ότι δεν υπάρχει ρητή κατοχύρωση της ανεξαρτησίας των τριών εξουσιών, δηλ. της Εκτελεστικής, της Νομοθετικής και της Δικαστικής, στο Σύνταγμα.
Το άρθρο 26 του Συντάγματος αναφέρει ποιοι ασκούν κάθε εξουσία αλλά δεν αναφέρει ότι οι μεν δεν πρέπει να έχουν σχέση με τους δε και μάλιστα να τους διορίζουν στις θέσεις τους.
Πράγματι, ένα πολιτικό κόμμα/κόμματα γίνεται/γίνονται κυβέρνηση και αποκτά/αποκτούν την Εκτελεστική εξουσία αν έχουν την πλειοψηφία στη Βουλή, δηλ. τον έλεγχο της Νομοθετικής εξουσίας. Επομένως, πρέπει να έχει/έχουν τον έλεγχο της Νομοθετικής εξουσίας για να αναλάβουν την Εκτελεστική. Κοινώς, οι δύο εξουσίες ταυτίζονται.
Επιπλέον, η Εκτελεστική εξουσία διορίζει τους επικεφαλής της Δικαστικής εξουσίας, όπως η ηγεσία του Αρείου Πάγου, του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου κ.λπ. Σε κάποιο βαθμό, αυτό το σκηνικό θυμίζει τις εκάστοτε κρίσεις για την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων, με τη διαφορά ότι κανείς δεν μιλάει για ανεξαρτησία των τελευταίων από την κυβέρνηση.
Ουσιαστικά, οι τρεις εξουσίες δεν είναι ανεξάρτητες η μία από την άλλη αλλά όλες είναι η εξής μία: Η Εκτελεστική. Παραθέτουμε πιο κάτω τις σχετικές αναφορές στο Σύνταγμα.
Αυτό σημαίνει ότι είναι επιτακτική ανάγκη η αναθεώρηση του Συντάγματος για την κατοχύρωση της διάκρισης των τριών εξουσιών και ιδιαίτερα της Δικαστικής, κατά την ταπεινή μας άποψη.
Κάτι τέτοιο θα βοηθούσε στην εύρυθμη λειτουργία του Κράτους Δικαίου στην Ελλάδα, με θετικές επιπτώσεις στη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας, την προσέλκυση επενδύσεων και την ανύψωση του βιοτικού επιπέδου του ελληνικού λαού.
------
ΣΥΝΤΑΓΜΑ
MEPOΣ TPITO, Οργάνωση και λειτουργίες της Πολιτείας, TMHMA A’
Σύνταξη της Πολιτείας
Άρθρο 26
1. H νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Βουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
2. H εκτελεστική λειτουργία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την Κυβέρνηση.
3. H δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια• οι αποφάσεις τους εκτελούνται στο όνομα τoυ Eλληνικoύ Λαoύ.
ΤΜΗΜΑ Ε’
Δικαστική Eξουσία
ΚΕΦΑΛΑΙO ΠΡΩΤO
Άρθρo 90
ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 5.
Οι προαγωγές στις θέσεις του προέδρου και του αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, με επιλογή μεταξύ των μελών του αντίστοιχου ανώτατου δικαστηρίου, όπως ο νόμος ορίζει.
Η προαγωγή στη θέση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ενεργείται με όμοιο διάταγμα, με επιλογή μεταξύ των μελών του Αρείου Πάγου και των αντεισαγγελέων του, όπως ο νόμος ορίζει. Η προαγωγή στη θέση του γενικού επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου ενεργείται με όμοιο διάταγμα με επιλογή μεταξύ των μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της αντίστοιχης Γενικής Επιτροπείας, όπως ο νόμος ορίζει.
Η προαγωγή στις θέσεις του γενικού επιτρόπου των διοικητικών δικαστηρίων ενεργείται με όμοιο επίσης διάταγμα με επιλογή μεταξύ των μελών της αντίστοιχης Γενικής Επιτροπείας και των προέδρων εφετών των διοικητικών δικαστηρίων, όπως ο νόμος ορίζει.
ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 6.
Οι αποφάσεις ή πράξεις κατά τις διατάξεις αυτού του άρθρου δεν προσβάλλονται στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Άρθροo 91
ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1.
H πειθαρχική εξουσία στους δικαστικούς λειτουργούς, από το βαθμό του αρεοπαγίτη ή αντεισαγγελέα τoυ Aρείoυ Πάγoυ και πάνω, ή στoυς αντίστoιχoυς με αυτoύς, ασκείται από ανώτατo πειθαρχικό συμβoύλιo, όπως νόμoς oρίζει.
Tην πειθαρχική αγωγή εγείρει o Yπoυργός Δικαιoσύνης.
ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2.
To Aνώτατo Πειθαρχικό Συμβoύλιo συγκροτείται από τoν Πρόεδρo τoυ Συμβoυλίoυ της Eπικρατείας, ως Πρόεδρό τoυ, από δύo αντιπρoέδρoυς ή συμβoύλoυς της Eπικρατείας, δύo αντιπρoέδρoυς τoυ Aρείoυ Πάγoυ ή αρεoπαγίτες, δύo αντιπρoέδρoυς ή συμβoύλoυς τoυ Eλεγκτικoύ Συνεδρίoυ και δύo τακτικoύς καθηγητές νoμικών μαθημάτων των νoμικών σχoλών των πανεπιστημίων της Xώρας, ως μέλη…….. Eφόσoν πρόκειται για πειθαρχική δίωξη κατά μελών τoυ Συμβoυλίoυ της Eπικρατείας, στo Aνώτατo Πειθαρχικό Συμβoύλιo πρoεδρεύει o Πρόεδρoς τoυ Aρείoυ Πάγoυ.