Οι αγορές, όπως κι η ζωή, κάνουν κύκλους. Οι κύκλοι των αγορών μπορεί να είναι είτε ανοδικοί, είτε καθοδικοί. Οι επενδυτές το γνωρίζουν αυτό αλλά δεν έχουν ούτε τον ίδιο χρονικό ορίζοντα, ούτε είναι όλοι το ίδιο σοφιστικέ ώστε να κατανοούν τα οφέλη της διεθνούς διαφοροποίησης του χαρτοφυλακίου τους.
Για τον Έλληνα επενδυτή που έχει επιμείνει ελληνικά, η εμπειρία δεν ήταν καλή αν εξαιρέσουμε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα τα τελευταία 25 χρόνια.
Σύμφωνα με το Trading Economics, o Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών βρέθηκε στις 5700 μονάδες περίπου τον Νοέμβριο του 1999 για να βουτήξει έως τις 1400 μονάδες περίπου τον Μάρτιο του 2003.
Η πορεία του είναι έντονα ανοδική μέχρι τις 5300 μονάδες περίπου τον Οκτώβριο του 2007 και από εκεί και πέρα ξεκινάει μια μακροχρόνια πτωτική τροχιά και ένα βάλτωμα από το οποίο προσπαθεί να βγει τα τελευταία χρόνια.
Δεν συμβαίνει το ίδιο με τον αμερικανικό χρηματιστηριακό δείκτη S&P 500. Από το 1928 μέχρι σήμερα, η μέση ετήσια συνολική απόδοση του είναι 11,5% περίπου. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει βιώσει πτωτικές αγορές όπως στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές της επόμενης οι οποίες διήρκησαν σχεδόν 20 μήνες.
Όμως, την σκόνη του δείκτη S&P 500 δεν βλέπει μόνο ο ελληνικός χρηματιστηριακός δείκτης. Το ίδιο συμβαίνει με τον πανευρωπαϊκό δείκτη Euro Stoxx 50 απο το 2009.
Τα στοιχεία από την σύγκριση των επιδόσεων του χρηματιστηριακού δείκτη S&P 500 και με τον πανευρωπαϊκό Euro Stoxx 50, των 50 μεγαλύτερων ευρωπαϊκών εταιρειών, είναι εντυπωσιακά.
Πιο συγκεκριμένα, οι δυο χρηματιστηριακοί δείκτες πήγαιναν σχεδόν χέρι-χέρι από το 1990 μέχρι το 1ο τρίμηνο του 2009 αλλά από εκεί και πέρα ακολουθούν διαφορετικούς δρόμους.
Ο αμερικανικός δείκτης κερδίζει σωρευτικά 575% από τον Μάρτιο του 2009 μέχρι τον Απρίλιο του 2024 έναντι μόλις 150% του Euro Stoxx 50 την ίδια περίοδο σύμφωνα με το trendlinehq.
Ως ένα σημείο η διαφορά απόδοσης εξηγείται από τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης των ΗΠΑ έναντι της ΕΕ τα τελευταία 15 χρόνια. Το 2006, η οικονομία της ΕΕ (με την Βρετανία) αντιστοιχούσε στο 30% του ΑΕΠ έναντι μόλις 20% μέχρι το 2024. Υψηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης σημαίνει υψηλότερες πωλήσεις και κέρδη.
Επίσης, η νομισματική πολιτική της Fed ήταν πιο επιθετική και εμπροσθοβαρής σε σχέση με εκείνη της ΕΚΤ, γεγονός που βοήθησε τις ΗΠΑ να αποφύγουν ή να αντιμετωπίσουν με μεγαλύτερη επιτυχία τις κακοτοπιές. Δεν είναι τυχαίο ότι η ΕΚΤ αύξησε τα επιτόκιά της τον Ιούλιο του 2008 και αναγκάσθηκε να τα μειώσει λίγους μήνες αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 2008 μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers. Αντίθετα, η Fed μείωσε επιθετικά το παρεμβατικό της επιτόκιο στο 0%-0,25% τον Δεκέμβριο του 2008 απο 5,25% τον Σεπτέμβριο του 2007.
Όμως, ο σημαντικότερος λόγος δεν είναι άλλος από την κυριαρχία των ΗΠΑ στις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας με τις Amazon, Apple, Alphabet, Microsoft, Meta (Facebook), Netflix, Tesla και τελευταία την NVIDIA. Ακόμη και στο ΑΙ που είναι στη πρωτοπορία της τεχνολογίας, οι 6 απο τις 10 μεγαλύτερες Unicorns, όπως η OpenΑΙ, στον κόσμο είναι αμερικανικές.
Με δεδομένο ότι η ΕΕ αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις με το δημογραφικό και την κλιματική αλλαγή τα επόμενα χρόνια και ίσως δεκαετίες, οι προοπτικές για τους ευρωπαίους επενδυτές δεν είναι οι καλύτερες αν δεν συμπεριλάβουν τον S&P 500 και γενικότερα τις αμερικανικές μετοχές στις επιλογές τους.