Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα ανήκει σ’ εκείνες τις χώρες οι οποίες αντιμετωπίζουν σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα. Το γεγονός ότι οι γεννήσεις υπολείπονται των θανάτων από τη μια πλευρά και το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται από την άλλη, την καθιστούν μια γερασμένη χώρα.
Όμως, κι εμείς ακόμη εκπλαγήκαμε πόσο άσχημη είναι η θέση της Ελλάδας όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως, όταν τέθηκαν υπόψη μας οι εκτιμήσεις στο Ετήσιο Βιβλίο της CIA (Yearbook) για το 2024.
Εκεί λοιπόν κατατάσσονται οι χώρες με βάση τη μέση ηλικία, δηλαδή εκείνη πάνω από την οποία το 50% του πληθυσμού είναι πιο ηλικιωμένο και κάτω από την οποία το 50% είναι νεότερο.
Η πιο ηλικιωμένη χώρα στη γενική κατάταξη με αυτό το κριτήριο είναι το Μονακό, με τη μέση ηλικία στα 57 χρόνια και ακολουθεί το Saint Pierre & Miquelon, μια υπερπόντια περιοχή της Γαλλίας, με 51 χρόνια. Στην τρίτη θέση βρίσκεται η Ιαπωνία με 50 χρόνια και ακολουθούν η Ανδόρα και η Ιταλία με 49 και 48 χρόνια αντίστοιχα.
Την πρώτη δεκάδα των χωρών με τους πιο γερασμένους πληθυσμούς συμπληρώνουν πέντε χώρες με την ίδια μέση ηλικία των 47 ετών. Η Ελλάδα καταλαμβάνει τη 10η θέση, με τη Γερμανία στην 9η και την Ισπανία στην 8η θέση. Άλλη μια υπερπόντια περιοχή της Γαλλίας, το Saint Barthelemy και το Χονγκ Κονγκ βρίσκονται στην 5η και 6η θέση αντίστοιχα. Προφανώς, η κατάταξη έχει επηρεαστεί από τη μέση ηλικία τους πριν από την στρογγυλοποίηση στα 47 έτη.
Όπως ίσως θα περίμενε κάποιος, οι χώρες της Αφρικής βρίσκονται στον αντίποδα, καθώς έχουν τον νεότερο πληθυσμό.
Τα ανωτέρω στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα καταλαμβάνει μια από τις χειρότερες θέσεις παγκοσμίως με κριτήριο τη γήρανση του πληθυσμού.
Αν μάλιστα δεχθούμε ότι ιστορικά η αύξηση της παραγωγικότητας εργασίας, δηλαλαδή πόσο παράγει κάθε εργαζόμενος, στην Ελλάδα είναι χαμηλή, κυμαινόμενη κοντά στο 0,45%, και ο αριθμός των εργαζομένων αναμένεται να συρρικνωθεί τις επόμενες δεκαετίες, το νεοκλασικό μοντέλο ανάπτυξης του Solow παραπέμπει σε αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης, δηλαδή συρρίκνωση της οικονομίας, σε βάθος δεκαετιών.
Φυσικά, η αύξηση των επενδύσεων βοηθά βραχυπρόθεσμα, αλλά για να υπάρξει μόνιμη αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης θα χρειαστεί σημαντική αύξηση της ολικής παραγωγικότητας. Η τελευταία συνδέεται με μεγάλες μεταρρυθμίσεις σε πολλούς τομείς, π.χ. δικαστικό σύστημα, ενέργεια κ.λπ., που ιστορικά η Ελλάδα δεν έχει επιδείξει.
Είναι λοιπόν ανάγκη να βελτιώσει η χώρα την εικόνα της στο δημογραφικό, κάτι που απαιτεί πολύ χρόνο, χωρίς το αποτέλεσμα να είναι βέβαιο. Ο τίτλος του σημερινού άρθρου «Γερασμένη χώρα, αναιμική οικονομία» αντικατοπτρίζει τις προοπτικές που διανοίγονται.