Υπάρχουν στιγμές ή μέρες στη ζωή ενός ανθρώπου που δύσκολα ξεχνάει.
Η 23η Απριλίου του 2010 ήταν μια τέτοια μέρα για τη στήλη. Ο καιρός ήταν σχετικά καλός και καθόμασταν στο γραφείο, κοιτάζοντας με ένα απλανές βλέμμα προς την Ακρόπολη που ξεπρόβαλε μέσα από ένα δάσος από κεραίες της τηλεόρασης.
Στο μυαλό μας στριφογύριζε η φράση του αείμνηστου Γιώργου Αρώνη, υψηλόβαθμου στελέχους της Alpha Βank, στις αρχές του ίδιου μήνα, μετά την αποτυχημένη έκδοση του 7ετούς ομολόγου της Ελληνικής Δημοκρατίας: «… σήμερα η Ελλάδα πήγε στο ΔΝΤ».
Του είχαμε τηλεφωνήσει για να τον ρωτήσουμε αν είχαν βάση οι φήμες στην αγορά που ήθελαν την Alpha Βank να αγοράζει μεγάλο μέρος της έκδοσης του 7ετούς καθώς ξένοι θεσμικοί/τράπεζες είχαν αποχωρήσει μετά την απόφαση του τότε ΥΠΕΘΟ να μειώσει το κουπόνι του ομολόγου κάτω από το 6%. Ο λόγος; Θα έπρεπε να φανεί ότι τα επιτόκια δανεισμού της Ελλάδας αποκλιμακώνονται και να «παίξει» στα βραδινά δελτία ειδήσεων.
Θυμόμαστε ότι εκείνο το απόγευμα της 23ης Απριλίου είχαμε μιλήσει επίσης με τον Νίκο Καραμούζη της Eurobank και τον Άνθιμο Θωμόπουλο της Εθνικής (ακόμη, αν θυμόμαστε καλά). Ο Ν. Καραμούζης μάς είχε πει χονδρικά πως ό,τι έγινε, έγινε και η χώρα θα έπρεπε να πάει στο ΔΝΤ συντεταγμένα. Ο Α. Θωμόπουλος είχε κάνει την πρόβλεψη ότι η Ελλάδα δεν θα έβγαινε γρήγορα από το πρόγραμμα προσαρμογής και μάλιστα ίσως χρειαζόταν μια δεκαετία. Χρειάστηκαν 8 χρόνια για να αποφοιτήσει υπό την αυστηρή έννοια του όρου (καλοκαίρι του 2018) και περισσότερα υπό την ελαστική έννοια.
Όμως, την ίδια μέρα μιλήσαμε επίσης τηλεφωνικά με φίλο, στέλεχος του ΔΝΤ εκείνη την περίοδο στην Ουάσιγκτον. Προς μικρή έκπληξή μας, τον ακούσαμε να λέει πως η Ελλάδα έκανε λάθος που πήγε στο ΔΝΤ, προσθέτοντας ότι παρόμοια άποψη είχαν κι άλλοι εκεί.
Τα παραθέτουμε για την ιστορία.
Κοιτάζοντας πίσω, διαπιστώνουμε ότι η χώρα μείωσε δραστικά τα δίδυμα ελλείμματα, δηλαδή το δημοσιονομικό και το τρεχουσών συναλλαγών και ανέκτησε σημαντικό μέρος της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς της. Επιπλέον, ελήφθησαν πρωτοβουλίες για τον εξορθολογισμό και εκσυγχρονισμό του κράτους και την ενίσχυση του ανταγωνισμού σε κλάδους της οικονομίας που θεωρούνταν κλειστοί. Όμως, το τίμημα που πλήρωσε η χώρα ήταν υπέρογκο.
Η Ελλάδα έχασε το 25% του ΑΕΠ της, η ανεργία ξεπέρασε το 20% σε κάποιο σημείο και η μεγάλη πλειονότητα του κόσμου είδε τα εισοδήματά της να μειώνονται δραστικά. Πάνω από 300 χιλ. νέοι αναζήτησαν την τύχη τους στο εξωτερικό και το δημογραφικό πρόβλημα επιδεινώθηκε, υπονομεύοντας τον ρυθμό ανάπτυξης και τη βιωσιμότητα του χρέους μεσοπρόθεσμα.
Τι κρατήσαμε από αυτή τη δύσκολη πορεία; Την εμπέδωση της ανάγκης για δημοσιονομική πειθαρχία ώστε να αποφευχθεί μια νέα κρίση χρέους, είναι η απάντηση, κατά την άποψή μας.
Ασφαλώς, έγιναν και γίνονται κι άλλες μεταρρυθμίσεις σε διάφορους τομείς, όμως δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε κάποια. Ούτε η πιο φιλική χώρα προς τις επενδύσεις και το επιχειρείν έχουμε γίνει, ούτε το εθνικό σύστημα υγείας έχει βελτιωθεί ριζικά, ούτε το εκπαιδευτικό σύστημα έχει αλλάξει προς το καλύτερο με βάση διεθνούς δείκτες.
Ακόμη, οι θεσμοί της Ελλάδας παραμένουν αδύναμοι και πρωτίστως η Δικαιοσύνη. Επιπλέον, το πελατειακό σύστημα ζει και βασιλεύει και οργανωμένες μονάδες προσπαθούν να προωθήσουν τα συμφέροντά τους, ξηλώνοντας το πουλόβερ των μεταρρυθμίσεων που τους στέκονται εμπόδιο.
Δυστυχώς, αν και η μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού βίωσε μια δύσκολη κατάσταση την προηγούμενη δεκαετία, ξεκινώντας από το 2010, δείχνει ότι έχει βραχεία μνήμη.