Αν επενδύσεις 1 δισ. ευρώ, το παραγόμενο προϊόν (ΑΕΠ) μπορεί να είναι διπλάσιο. Αν όμως δαπανήσεις 1 δισ. ευρώ για καταναλωτικά αγαθά, η επίπτωση είναι συνήθως μικρότερη. Με άλλα λόγια, ο πολλαπλασιαστής των επενδύσεων είναι μεγαλύτερος μεσοπρόθεσμα.
Αυτός είναι ένας λόγος που κάνει την κυβέρνηση και τους αναλυτές να εκτιμούν ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί ταχύτερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης την περίοδο 2024-2026 και ενδεχομένως το 2027. Είναι όμως έτσι;
Πράγματι, η Ελλάδα εμφανίζεται να είναι η περισσότερο ωφελημένη ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ από την κατανομή των ευρωπαϊκών κονδυλίων-επιχορηγήσεις και δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης.
Όμως, άλλο πράγμα είναι η κατανομή κι άλλο η απορρόφηση και κυρίως η εκταμίευση των κονδυλίων για επενδύσεις. Η Ελλάδα δεν μπορούσε να απορροφήσει σημαντικά κοινοτικά κονδύλια σε μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα. Γιατί θα μπορέσει τώρα;
Ακόμη κι αν η χώρα μας απορροφήσει τα κονδύλια, το ερώτημα είναι: Oι επενδύσεις θα πιάσουν τόπο; «Γιατί θα επωφεληθεί η ελληνική οικονομία αν ο ΟΤΕ, η Vodafone και άλλες μεγάλες εταιρείες αυξήσουν τα περιθώρια κέρδους τους για να κάνουν επενδύσεις μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, που έτσι κι αλλιώς θα έπρεπε να κάνουν;» ρώτησε fund manager σε private equity.
H χθεσινή ενδιάμεση (mid-term) έκθεση αξιολόγησης του Ταμείου Ανάκαμψης (RRF) από την Κομισιόν, η οποία καλύπτει την περίοδο 2021-2023, ακουμπά κάποια σημεία. Από μια γρήγορη ματιά που ρίξαμε, μας έκανε εντύπωση το γεγονός ότι η Ελλάδα εμφανίζεται να έχει κάνει περισσότερες μεταρρυθμίσεις, δηλ. να έχει ικανοποιήσει ορόσημα και στόχους, σε σύγκριση με τον αριθμό των επενδύσεων που υλοποιούνται.
Σε άλλες χώρες, π.χ. Ιταλία, Γαλλία, Πορτογαλία, ισχύει το αντίθετο. Εκεί, οι επενδύσεις είναι περισσότερες από τις μεταρρυθμίσεις, με αποτέλεσμα αρκετοί να θεωρούν τη μη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων ως τον βασικό λόγο που δεν έχουν γίνει περισσότερες επενδύσεις.
Πάντως, η Κομισιόν εκτιμά ότι οι επιπτώσεις των επενδύσεων του Ταμείου Ανάκαμψης στο ΑΕΠ στην Ελλάδα θα είναι οι μεγαλύτερες. Στο βασικό σενάριο όπου οι επενδύσεις οδηγούν σε υψηλή παραγωγικότητα, η σωρευτική αύξηση φτάνει το 4,5% του ΑΕΠ. Στο δυσμενές σενάριο της χαμηλής παραγωγικότητας, η αύξηση του ΑΕΠ είναι λίγο μικρότερη του 3,5%.
Όμως, αυτές είναι ex ante μακροοικονομικές προβλέψεις. Στην πράξη, τα πράγματα μπορεί να είναι διαφορετικά. Το 2020, η Κομισιόν εκτιμούσε ότι η στήριξη από το RRF θα πρόσθετε 1,9% του ΑΕΠ το 2022, αλλά ήταν μόλις 0,4%. Η Goldman Sachs προβλέπει ότι η επίπτωση του Ταμείου Ανάκαμψης στις 4 μεγάλες οικονομίες της ΕΕ θα είναι ανεπαίσθητη.
Η απόφαση της ΕΕ το 2021 να εκδώσει κοινό χρέος ύψους 724 δισ. ευρώ κατέστη δυνατή υπό τον όρο ότι πρόκειται για εφάπαξ πείραμα που θα λήξει το 2026. Όμως, οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου ήλπιζαν και ακόμη ελπίζουν ότι το πείραμα με την κοινή έκδοση χρέους θα επαναληφθεί.
Αν όμως τα στοιχεία δείξουν ότι η επίπτωση των επενδύσεων του Ταμείου Ανάκαμψης στις οικονομίες της ευρωζώνης ήταν κατώτερη των προσδοκιών, οι πιθανότητες να επαναληφθεί παρόμοιο εγχείρημα θα μειωθούν δραματικά.
Ο τίτλος σε πρόσφατο άρθρο των FT έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου: «Αποτυγχάνει το Ταμείο Ανάκαμψης από την Covid της ΕΕ;».