Όσα περισσότερα μαθαίνει κάποιος για τον αγροτικό τομέα, τόσο περισσότερο του ενισχύεται η εντύπωση ότι στηρίζεται σε πήλινα πόδια. Οι επιδοτήσεις κάθε είδους, η μη εφαρμογή των νόμων, η φοροδιαφυγή, η έλλειψη εργατικών χεριών, η γήρανση των γεωργών και άλλα συνιστούν ένα επικίνδυνο κοκτέιλ.
Ως γνωστόν, μια μερίδα γεωργών ετοιμάζεται να κλείσει δρόμους και να κατέβει αύριο με τα τρακτέρ στην Αθήνα, ζητώντας ακόμη περισσότερα λεφτά απ’ όσα τους έδωσε πρόσφατα η κυβέρνηση. Οι συγκεκριμένοι αγρότες είναι μειοψηφία και προέρχονται από συγκεκριμένες περιοχές, π.χ. Θεσσαλία, όπως μας λένε, αλλά όποια κι αν είναι τα κίνητρά τους, π.χ. κομματικά, δείχνουν μια βαθιά ριζωμένη νοοτροπία.
Είναι η νοοτροπία που έχει οδηγήσει 3 στους 10 αγρότες να έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές για αγροτικές παροχές ηλεκτρικού ρεύματος. Μάλιστα, ορισμένοι εξ αυτών χρωστάνε δεκάδες χιλιάδες ευρώ επί πολλά χρόνια, π.χ. την προηγούμενη δεκαετία, αλλά συνεχίζουν να ηλεκτροδοτούνται από τη ΔEΗ κι ενδεχομένως άλλους παρόχους σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Αν ένα νοικοκυριό της πόλης ή μικρή επιχείρηση χρώσταγε χιλιάδες ευρώ επί πολλούς μήνες, πόσο μάλλον χρόνια, θα του είχαν κόψει το ρεύμα.
Και μη νομίζετε ότι δεν τους έχουν προσφερθεί πολύ ευνοϊκές ρυθμίσεις για τις συσσωρευμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές τους. Απλά, η συντριπτική πλειοψηφία αδιαφορεί καθώς συνεχίζει να παίρνει ρεύμα κανονικά, μας λένε. Αυτό ισχύει τόσο για ιδιώτες όσο και τους ΤΟΕΒ (Τοπικοί Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων). Δεν είναι τυχαίο ότι με τα πρόσφατα μέτρα η σημερινή κυβέρνηση χαρίζει το 75% των χρεών των ΤΕΟΒ της Θεσσαλίας, με πρόσχημα την πλημμύρα.
Η ανοχή του επίσημου κράτους σε τέτοιες συμπεριφορές και πρακτικές ενθαρρύνει ακόμη περισσότερους αγρότες να ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο και καθιστά τους συνεπείς, τα μεγάλα κορόιδα της υπόθεσης.
Αντίστοιχα φαινόμενα υπερβολών έχουμε στην κατανάλωση πετρελαίου. Αγρότες και άλλοι παράγοντες του χώρου, οι οποίοι μιλάνε ειλικρινά off the record, περιγράφουν μια λυπηρή όσο και τραγελαφική κατάσταση στο θέμα του αγροτικού πετρελαίου για εκτατικές καλλιέργειες, π.χ. σιτάρι.
Για μια έκταση 100 στρεμμάτων στάρι, ο αγρότης χρειάζεται κάπου 8 ώρες για να την οργώσει, δηλ. μια μέρα. Χρειάζεται μία ακόμη μέρα για σπορά μαζί με το λίπασμα και μία ή δύο ζιζανιοκτονίες. Χονδρικά, χρησιμοποιεί το τρακτέρ 5 ή 6 μέρες τον χρόνο για ένα χωράφι 100 στρεμμάτων. Πόσο πετρέλαιο καίει ένα τρακτέρ αυτό το χρονικό διάστημα; ρωτήσαμε. «Λίγο» ήταν η απάντηση, με την επισήμανση ότι η ιπποδύναμη του τρακτέρ παίζει επίσης ρόλο.
Είναι κοινό μυστικό ότι σε πολλά χωριά στην επαρχία γίνονταν άτυποι διαγωνισμοί ποιος θα έχει το μεγαλύτερο τρακτέρ. Πρακτικά, το χωριό θα μπορούσε να κάνει όλες τις αγροτικές εργασίες με λίγα τρακτέρ, αλλά συνήθως γέμιζε και είναι ένας από τους λόγους που η Ελλάδα έχει τόσα πολλά τρακτέρ σε σχέση με χώρες όπως η Γερμανία, ανά εκτάριο.
Όμως, ένα τρακτέρ των 150 ίππων, το οποίο δεν χρειαζόταν πραγματικά και έχει κοστίσει 250 με 300 χιλ. ευρώ μαζί με το άροτρο και το ψεκαστικό, θα πρέπει να αποσβεστεί. Αυτό δημιουργεί την ανάγκη για μεγαλύτερες επιδοτήσεις κ.λπ. Και φυσικά, ένα ερώτημα είναι πώς η τράπεζα έδωσε τόσο μεγάλο δάνειο με εγγύηση ένα χωράφι 80-100 στρεμμάτων στάρι. Η απάντηση που έδωσε αγρότης σε πρωινή ραδιοφωνική εκπομπή ήταν πως ο υπάλληλος της τράπεζας έγραψε ψευδώς πως στο μεγαλύτερο μέρος της έκτασης καλλιεργούνται άλλα είδη, για να δικαιολογήσει το ποσό.
Όλα αυτά και πολλά άλλα μαθαίνει κάποιος όταν εντρυφήσει στον συγκεκριμένο κλάδο, που θα μπορούσε να είναι πολύ πιο ανταγωνιστικός και υγιής. Δυστυχώς, ανταγωνιστικό πρωτογενή τομέα με μικρούς κλήρους χωρίς καθετοποίηση και έφεση στις αποζημιώσεις, επιδοτήσεις και στα φέσια στην αγορά δεν μπορούμε να έχουμε.