Δεν είναι εύκολο να βρεις χώρες στην Ευρώπη οι οποίες να αναπτύσσονται με ικανοποιητικό ρυθμό, να μειώνουν το δημοσιονομικό και το εξωτερικό τους έλλειμμα, να μειώνουν τον πληθωρισμό, την ανεργία και το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Η Ελλάδα είναι μια από τις λίγες που το κάνει αυτό τα τελευταία χρόνια και εξίσου καλά το «πουλάει» στο εξωτερικό. Βλέπετε η αντίληψη (perception) που έχουν οι απέξω για μια χώρα είναι πολλές φορές πιο σημαντική από την πραγματική κατάσταση εκεί.
Δεν θα πρέπει να εκπλήσσει λοιπόν όταν διαβάζει κάποιος πως ο πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Λάρυ Σάμερς μίλησε με κολακευτικά λόγια για την ελληνική οικονομία κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα ή πως το Economist την ανακήρυξε «Οικονομία της Χρονιάς για το 2023.»
Είναι απολύτως φυσιολογικό. Κανείς άλλωστε δεν κάθεται να εντρυφήσει βαθύτερα αν δεν υπάρχει σοβαρός λόγος π.χ. εξαγοράς επιχείρησης, μεγάλης αγοράς κινητών και ακίνητων αξιών κ.τ.λ.
Όσοι το κάνουν και ενημερώνονται δεν έχουν αυταπάτες. Γνωρίζουν για το πρόβλημα με την απονομή δικαιοσύνης, την κρατική γραφειοκρατία, τα οργανωμένα συμφέροντα (επιχειρηματικά, συντεχνιακά, πολιτικά, μηντιακά κ.τ.λ.) που δεν θέλουν και δεν αφήνουν να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός, την έλλειψη εργατικών χεριών, το δημογραφικό και άλλα.
Γι’ αυτό συχνά είτε αποχωρούν αηδιασμένοι από την Ελλάδα, έχοντας χάσει χρόνο και χρήμα, είτε βάζουν συνεταίρο κάποιο Έλληνα ολιγάρχη για να παρακάμψει τις αντιστάσεις με τις γνωριμίες και τις πάσης φύσεως επιρροές που έχει. Ότι δηλαδή γίνεται σε αναπτυσσόμενες χώρες με υψηλή διαφθορά.
Παρ’ όλα αυτά όλοι αναγνωρίζουν ότι η Ελλάδα έχει μια ευκαιρία να βάλει τα θεμέλια για να περάσει σ’ άλλη πίστα, όπως λέμε, μέχρι τα τέλη της τωρινής δεκαετίας. Άλλωστε, δεν είναι λίγα τα 80 δισ. ευρώ μόνο από το Ταμείο Ανάκαμψης, το ΕΣΠΑ 2021-2027, το Εθνικό Επενδυτικό Πρόγραμμα και άλλα κοινοτικά προγράμματα.
Το ζητούμενο είναι να τα αξιοποιήσει. Δυστυχώς η προϊστορία δεν είναι υπέρ μας καθώς αρκετά λεφτά φαίνεται ότι κατέληξαν στις τσέπες επιχειρηματιών, συμβούλων και κρατικών λειτουργών τις προηγούμενες δεκαετίες. Είναι λοιπόν άλλο πράγμα η απορρόφηση των κονδυλίων για την οποία κόπτονταν όλες οι κυβερνήσεις και άλλο η μετουσίωση τους σε παραγωγικές επενδύσεις.
Καλές είναι οι επενδύσεις αλλά τέτοιες και μάλιστα υψηλές, αφού ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου έφθασε το 25%-27% του ΑΕΠ, είχαμε την πρώτη δεκαετία της χιλιετίας. Όμως, το 42% περίπου κατευθύνθηκε σε κατοικίες και όχι σε διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες με τα γνωστά αποτελέσματα.
Καλές είναι π.χ. οι επενδύσεις για τις ΑΠΕ στα πλαίσια της πράσινης μετάβασης. Όμως, ειδικοί προειδοποιούν ότι για κάθε νέα 10 giga από ΑΠΕ θα πρέπει να έχεις 7 giga από παραδοσιακές πηγές ενέργειας (ψυχρή, θερμή εφεδρεία) για κάθε ενδεχόμενο λόγω της στοχαστικότητας των πρώτων.
Μιλάμε για επενδύσεις στη ψηφιοποίηση αρχείων κ.τ.λ. και βλέπουμε κατασκευαστικούς, τηλεπικοινωνιακούς ομίλους και άλλους να στήνουν εταιρείες χωρίς να έχουν εμπειρία στο αντικείμενο για να πάρουν δουλειές από το Δημόσιο. Και στη πορεία να αναζητούν υπεργολάβους με εμπειρία σε μια χώρα που έχει περιορισμένο ανθρώπινο δυναμικό.
Επενδύουμε για υψηλές ταχύτητες στη μετάδοση δεδομένων (5G) και μεγάλη πληθυσμιακή κάλυψη. Τι νόημα όμως έχει η πληθυσμιακή κάλυψη όταν το bandwidth δεν δικαιολογεί τέτοιες ταχύτητες; Όταν δεν υπάρχουν αρκετές εφαρμογές ή/και ζήτηση για τέτοιες 5G εφαρμογές, έχουν νόημα τόσο μεγάλες, επιδοτούμενες επενδύσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης;
Είναι ωραίο να διαβάζεις ότι είσαι η καλύτερη οικονομία του 2023. Είναι όμως ακόμη καλύτερο αν αυτό συμβαδίζει με την βελτίωση εκείνων που κρύβονται κάτω από την επιφάνεια γιατί όπως στρώσουμε θα κοιμηθούμε.