Κάθε χρόνο το κράτος χάνει από 300 έως 1 δισ. ευρώ σε έσοδα, ανάλογα με τις εκτιμήσεις, από τη νοθεία στα καύσιμα και το λαθρεμπόριο, αλλά η πολιτεία θεωρητικά μόνο ενδιαφέρεται.
Πρόσφατα, ο Σύνδεσμος των Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών (ΣΕΕΠΕ) έδωσε στη δημοσιότητα μια μελέτη του ΕΜΠ σύμφωνα με την οποία οι καταναλωτές παραλαμβάνουν έως και 21% μικρότερη ποσότητα καυσίμων από αυτή που πληρώνουν.
Το εύρημα δεν εκπλήσσει. Είναι γνωστό στην αγορά ότι υπάρχουν κυκλώματα τα οποία εισάγουν χημικούς διαλύτες από τη Βουλγαρία κι αλλού, τα οποία εν συνεχεία διοχετεύουν σε διάφορα πρατήρια της Αττικής και όχι μόνο. Η διαφορά στην τιμή εξηγεί το κίνητρο καθώς ένα λίτρο χημικού διαλύτη φέρεται να κοστίζει στον πρατηριούχο κοντά στο 0,10 ευρώ έναντι 1,75 ευρώ το λίτρο η αμόλυβδη.
Αν πάθει τίποτα ο κινητήρας του αυτοκινήτου σας, ενδεχομένως ευθύνεται το νοθευμένο καύσιμο με τον χημικό διαλύτη, αλλά αυτό ουδόλως ενδιαφέρει τους επιτήδειους.
Υποτίθεται ότι το σύστημα εισροών-εκροών στα πρατήρια καυσίμων και αλλού, το οποίο είχε στόχο την πάταξη της παραβατικότητας, θα έβαζε τάξη, αλλά κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει μέχρι σήμερα. Κι αυτό γιατί δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε, παρότι έχουν περάσει πολλά χρόνια από το 2009 που προβλέφθηκε για πρώτη φορά με νόμο.
Τα συστήματα εισροών-εκροών εγκαταστάθηκαν γρήγορα την περίοδο 2013-2014, αλλά το κράτος δεν πιστοποίησε τις εταιρείες. Το αποτέλεσμα ήταν να μην υπάρχει ενιαίο λογισμικό και να λειτουργούν διαφορετικά συστήματα που ήταν πιο εύκολο να πειραχτούν, επί χρόνια. Τους δε κρατικούς ελέγχους έκανε ένα μόνο ειδικό εξοπλισμένο αυτοκίνητο που όλα σχεδόν τα πρατήρια γνώριζαν, το ίδιο περίπου διάστημα.
Κάπου στα μέσα του 2017, η τότε κυβέρνηση ανακοίνωνε ότι εξέδωσε τις απαραίτητες υπουργικές αποφάσεις για την εφαρμογή των νόμων των προηγούμενων κυβερνήσεων. Σε αυτές συμπεριλαμβανόταν το σύστημα εντοπισμού θέσης στα μεταφορικά μέσα πετρελαιοειδών (βυτιοφόρα, σλέπια κ.λπ.) και η εγκατάσταση συστημάτων παρακολούθησης εκροών-εισροών στις «ελεύθερες εγκαταστάσεις» των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών.
Φτάσαμε όμως στο 2019 για να εγκατασταθεί το σύστημα εισροών-εκροών στις εγκαταστάσεις των εταιρειών εμπορίας, αλλά και πάλι χωρίς δυνατότητα διασταύρωσης και ελέγχου, όπως επιβεβαίωσε πρόσφατα ο πρόεδρος του ΣΕΕΠΕ. Συστήματα εισροών-εκροών προβλέπονταν επίσης στις φορολογικές αποθήκες των διυλιστηρίων.
Εν τω μεταξύ η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων διατύπωσε πέρυσι καταγγελίες για παραβατικότητα (λαθρεμπόριο, νοθεία καυσίμων, καταδολίευση των συστημάτων εισροών-εκροών) και αθέμιτο ανταγωνισμό από τα διυλιστήρια.
Η κυβέρνηση δημοσιοποίησε το ΦΕΚ για την ίδρυση ψηφιακού μητρώου πρατηρίων καυσίμων τον περασμένο Νοέμβριο και αυστηροποίησε τις κυρώσεις για λαθρεμπόριο καυσίμων. Ταυτόχρονα, μετέτρεψε τις εταιρίες εμπορίας σε ελεγκτές, αναγνωρίζοντας εμμέσως την αποτυχία των κρατικών μηχανισμών όπου υπάρχουν υποψίες για διάβρωσή τους από τα κυκλώματα παραβατικότητας.
Ομως, οι εταιρείες εμπορίας ιδιολειτουργούν πρατήρια. Γι’ αυτές υπάρχει ειδική πρόβλεψη ώστε να μην τους απαγορευθεί η δραστηριοποίηση για 2 χρόνια, αν δεν ασφαλισθούν τουλάχιστον 5 πρατήρια εντός 3 μηνών. Από την άλλη, προβλέπει πρόστιμα έως 30 χιλ. ευρώ ανά πρατήριο, αν οι εταιρείες εμπορίας δεν κάνουν σωστούς ελέγχους.
Δυστυχώς, απέχουμε ακόμη από την εφαρμογή ενός συστήματος ελέγχου εισροών-εκροών καυσίμων που καλύπτει όλη την αλυσίδα διανομής των καυσίμων, από τα διυλιστήρια μέχρι τα πρατήρια, τους πωλητές πετρελαίου θέρμανσης κ.λπ., είναι διαλειτουργικό και έχει τη δυνατότητα επεξεργασίας και διασταύρωσης όλων των δεδομένων από την καθημερινή διακίνηση καυσίμων σε κεντρικό επίπεδο.
Επομένως, είναι ουτοπικό να περιμένουμε σημαντικό περιορισμό της νοθείας και του λαθρεμπορίου καυσίμων στη χώρα μας στο ορατό μέλλον.