Ακούγαμε πρόσφατα ένα απόσπασμα από μια παλαιότερη συνέντευξη της ιστορικού κ. Ευθυμίου, η οποία αναφερόταν στο παράδοξο των σχέσεων ή αισθημάτων που έχουμε έναντι άλλων λαών.
Μία από τις αναφορές της αφορούσε τους Γερμανούς. Όπως η ίδια παρατήρησε, η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων δεν έχει καλή άποψη για τους Γερμανούς. Κι όμως, οι πλέον φιλέλληνες και με διαφορά ήταν οι Γερμανοί κατά τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, τόνισε.
Μιλάμε για γερμανική κατοχή αλλά τα πρώτα χρόνια η κατοχή ήταν βασικά ιταλική. Για τους Ιταλούς, όμως, οι οποίοι είχαν απαγορεύσει τη διδασκαλία των ελληνικών στα Δωδεκάνησα τα οποία κατείχαν, έχουμε φιλικά αισθήματα, συμπλήρωσε, γελώντας.
Θα μπορούσε να αναφερθεί επίσης στην πρόσφατη εποχή. Οι Έλληνες θεωρούν τους Γερμανούς υπεύθυνους για την αυστηρή οικονομική πολιτική λιτότητας που επιβλήθηκε τα μνημονιακά χρόνια. Αν όμως πάει κάποιος πίσω στο 2011, θα πρέπει να αναγνωρίσει ότι η κρίσιμη απόφαση για τη μη διάσωση των κρατών-μελών με προβλήματα χρέους ήταν της κ. Μέρκελ με τον κ. Σαρκοζί.
Είναι αλήθεια ότι η Γερμανία έχει ειδικό βάρος στην ευρωζώνη, από τη στιγμή που είναι η μεγαλύτερη οικονομία και ο μεγαλύτερος χρηματοδότης. Έχει, όπως λέμε, τον τελευταίο λόγο. Ακόμη και σήμερα που είναι πιο αδύνατη, καθώς έχει χάσει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα του φθηνού φυσικού αερίου, τα επιτόκια του ευρώ είναι υψηλότερα και έχει θέματα με μεγάλες εξαγωγικές αγορές όπως η Κίνα.
Γιατί αναφερόμαστε στη Γερμανία; Αφενός, γιατί θα παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των νέων δημοσιονομικών κανόνων της ευρωζώνης και αφετέρου, γιατί συνέβη κάτι πρόσφατα στο οποίο λίγοι έδωσαν σημασία.
Το συνταγματικό δικαστήριο στην Καρλσρούη αποφάσισε στις 15 Νοεμβρίου να μην επιτρέψει την αλλαγή χρήσης και τη μεταφορά κεφαλαίων τα οποία αρχικά προορίζονταν για την αντιμετώπιση της πανδημίας Covid, σε Ταμείο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η απόφαση δείχνει την προσκόλληση του συνταγματικού δικαστηρίου στη δημοσιονομική πειθαρχία και τον περίφημο κανόνα του φρένου στο χρέος.
Επίσης, δημιουργεί προβλήματα στην κυβέρνηση συνασπισμού της Γερμανίας. Αφενός, γιατί θα πρέπει να βρει αλλού τα λεφτά για να χρηματοδοτήσει τα πρότζεκτ για την πράσινη μετάβαση στη χώρα και αφετέρου, γιατί δεν μπορεί να μην τη λάβει υπόψη στις τελικές συζητήσεις για το νέο δημοσιονομικό σύμφωνο στην ευρωζώνη.
Ως γνωστόν, υπάρχει διαφωνία στην ΕΕ μεταξύ των γερακιών όπως η Γερμανία, και των «Νοτίων» κατά πόσο θα υπάρξουν κοινοί ποσοτικοί στόχοι για τη μείωση του χρέους για όλες τις χώρες-μέλη. Η απόφαση του γερμανικού συνταγματικού δικαστηρίου δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια για συμβιβασμό στην κυβέρνηση του Βερολίνου.
Υπενθυμίζεται ότι οι παλιοί δημοσιονομικοί κανόνες θα τεθούν εκ νέου σε ισχύ το 2024, αν δεν υπάρξει πολιτική συμφωνία για αλλαγή τους. Το χρονοδιάγραμμα για να υιοθετηθούν οι νέες αλλαγές είναι σφιχτό, με ορόσημο πριν από τις εκλογές για το ευρωκοινοβούλιο τον Ιούνιο του 2024.
Αν δεν υπάρξει πολιτική συμφωνία για το νέο δημοσιονομικό σύμφωνο, είναι πολύ πιθανό να αρχίσουν εκ νέου οι αλληλοκατηγορίες. Σ’ αυτή την περίπτωση, η Γερμανία θα βρεθεί στο στόχαστρο χωρών του Νότου όπως η Ελλάδα.
Προφανώς, η πρόσφατη ετυμηγορία του συνταγματικού δικαστηρίου της Καρλσρούης θα έχει παίξει ρόλο στη στάση της.