Μερικές φορές ακούμε τα νούμερα και εντυπωσιαζόμαστε. Το ίδιο συμβαίνει με το κόστος της κρατικής αρωγής, των πάσης φύσεως επιχορηγήσεων και της επιδιόρθωσης και κατασκευής νέων υποδομών στη Θεσσαλία. Ιδιαίτερα, όταν μαθαίνει κάποιος ότι το δημοσιονομικό κόστος της κακοκαιρίας «Ιανός» έχει ξεπεράσει τα 800 εκατ. ευρώ σωρευτικά από το 2020 μέχρι σήμερα και ακόμη υπάρχει ουρά καθώς κάποια έργα υλοποιούνται με καθυστέρηση. Στο κόστος συμπεριλαμβάνεται η επιδιόρθωση και ανακατασκευή οδικών αρτηριών μήκους 150 χιλιομέτρων.
Αν και δεν υπάρχει ακόμη μια πρώτη επίσημη εκτίμηση του συνολικού κόστους των απαιτούμενων έργων και πάσης φύσεως ενισχύσεων σε νοικοκυριά, αγρότες και επιχειρηματίες της Θεσσαλίας, οι περισσότεροι εκτιμούν ότι μπορεί να είναι τριπλάσιο και ίσως παραπάνω σε σύγκριση με το αντίστοιχο για τον «Ιανό». Όμως, σε μας τουλάχιστον, η δημοσιονομική κατάσταση είναι υπό έλεγχο και εξηγούμαστε.
Ο ΥΠΟΙΚ κ. Χατζηδάκης ανακοίνωσε ότι 600 εκατ. ευρώ θα κατευθυνθούν σε αποζημιώσεις και τα πρώτης ανάγκης έργα στη Θεσσαλία το 2023 και μάλιστα ανακοίνωσε το τέλος του market pass εξαιτίας αυτού του γεγονότος. Όμως, η Ελλάδα περιμένει να λάβει κάπου 450 εκατ. ευρώ το 2024 από το Ταμείο Αλληλεγγύης της ΕΕ και κάπου 250 εκατ. ευρώ για την ενίσχυση των αγροτών. Αυτά είναι επιχορηγήσεις, δηλ. τζάμπα λεφτά. Συνολικά, κάπου 700 εκατ. ευρώ. Αυτά τα λεφτά φτάνουν και περισσεύουν για να καλυφθούν τα πρώτα εκτιμώμενα κόστη των 600 εκατ. ευρώ. Θα μπορούσαν μάλιστα, υπό προϋποθέσεις, να συμπεριληφθούν λογιστικά στις φετινές δαπάνες.
Μ’ αυτό τον τρόπο δεν θα επηρεαζόταν ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ υπό αίρεση στο πρόγραμμα σταθερότητας. Ο στόχος του φετινού προϋπολογισμού είναι για πρωτογενές πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ. Από δημοσιονομικής πλευράς πάντως, φαίνεται ότι υπήρχε η δυνατότητα να διατηρηθεί το market pass και ίσως τελικά η κατάργησή του να συνδέεται με άλλους λόγους, π.χ. κάποια άλλη δαπάνη.
Όμως, η βοήθεια της ΕΕ δεν σταματά εδώ. Η συμφωνία για παροχή κονδυλίων ύψους 2,25 δισ. ευρώ από τα ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης για τη θεραπεία των συνεπειών της θεομηνίας πρακτικά σημαίνει ότι η ΕΕ θα καλύψει σε μεγάλο βαθμό το κόστος των υποδομών στη Θεσσαλία τα επόμενα χρόνια. Επομένως, η επιβάρυνση του προϋπολογισμού θα είναι πολύ μικρή σε βάθος χρόνων από αυτή την πλευρά.
Οι επαΐοντες ισχυρίζονται ότι αυτά τα λεφτά θα πήγαιναν χαμένα για την Ελλάδα και τώρα «σώζονται», κατευθυνόμενα σε έργα που δεν θα ήταν επιλέξιμα προηγουμένως. Είναι κυρίως λεφτά που πάνε σε συγχρηματοδοτούμενα έργα με αναλογία 80%-90% από την ΕΕ και το υπόλοιπο από εθνικούς πόρους.
Φυσικά, δεν έχουμε αυταπάτες ότι δεν θα υπάρξουν φαινόμενα διαφθοράς στα έργα υποδομών. Ελπίζουμε όμως ότι θα γίνουν με μελέτες και δεν θα είναι μπαλώματα. Επιπλέον, κάποιοι επιτήδειοι θα κοιτάξουν να πάρουν περισσότερα λεφτά από τις επιχορηγήσεις, εξαπατώντας και φουσκώνοντας τα νούμερα.
Από την άλλη πλευρά, η αύξηση των τιμών του πετρελαίου και φυσ. αερίου διεθνώς σε συνδυασμό με την αναμενόμενη άνοδο της τιμής κάποιων τροφίμων μετά την καταστροφή στη Θεσσαλία οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο πληθωρισμός μπορεί να ανέβει τους επόμενους μήνες παρά τη νέα αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ.
Κοντολογίς, η δημοσιονομική κατάσταση έχει επιβαρυνθεί μεν σημαντικά από τις ζημιές που προκάλεσαν οι εθνικές καταστροφές, αλλά η βοήθεια της ΕΕ ελαφρύνει κατά πολύ το βάρος, καθιστώντας σχετικά εύκολη υπόθεση την επίτευξη των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα. Αντίθετα, το μέτωπο του πληθωρισμού παραμένει ενεργό και μπορεί να γίνει πιο δύσκολο τους επόμενους μήνες.
Δεν είναι όλα μαύρα στην οικονομία μετά τις φυσικές καταστροφές.