Ο κ. Γιώργος Κοντογιώργης, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών και πρώην πρύτανης του Παντείου, είχε δηλώσει παλαιότερα ότι το ελληνικό κράτος σκότωσε το έθνος. Η φράση μάς ήλθε στο νου πληροφορούμενοι κάποιες σουρεαλιστικές καταστάσεις. Μια πρόσφατη με το Χονγκ Κονγκ και μια άλλη πιο παλιά με τη Ρωσία και την τότε κραταιά εφημερίδα Πράβντα. Ας ξεκινήσουμε από την πιο πρόσφατη και μετά θα πάμε στην πιο παλιά.
Στις αρχές του περασμένου Μαρτίου διοργανώθηκε εκδήλωση στην Αθήνα από Enterprise Greece, ΣΕΒ, ΣΕΒΕ, ΕΒΕΑ και άλλους φορείς, με στόχο την ενημέρωση των εξαγωγικών επιχειρήσεων για τις ευκαιρίες και δυνατότητες δραστηριοποίησής τους στο Χονγκ Κονγκ. Γι’ αυτό τον σκοπό ήλθαν στην Αθήνα στελέχη της μόνιμης αντιπροσωπείας του Χονγκ Κονγκ στις Βρυξέλλες. Σημειώνεται ότι το Χονγκ Κονγκ είναι ειδική διοικητική περιοχή της Κίνας και ένα από τα μεγαλύτερα χρηματοοικονομικά κέντρα της Ασίας, με πληθυσμό κάπου 7,4 εκατ. άτομα.
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης μίλησαν διάφοροι. Σε κάποιο σημείο ήλθε η σειρά του προέδρου του Ελληνο-Χονγκ Κονγκιανού Εμπορικού Επιμελητηρίου που είχε έλθει στην Αθήνα. Εμβρόντητοι οι συμμετέχοντες και κυρίως οι ξένοι προσκεκλημένοι ενημερώθηκαν από τον ίδιο ότι η Ελλάδα θα έκλεινε το γενικό προξενείο στο Χονγκ Κονγκ -όπου δεν είχε εμπορικό ακόλουθο-, κατόπιν απόφασης του υπουργείου Εξωτερικών, μέχρι τον Ιούνιο. Όπως κι έγινε. Για οτιδήποτε χρειάζονταν οι Έλληνες πολίτες, επιχειρήσεις και οι ξένοι από τις ελληνικές προξενικές αρχές θα έπρεπε να παίρνουν το αεροπλάνο από το Χονγκ Κονγκ και να πάνε μετά από ώρες πτήσης σε μια πόλη της Κίνας με ελληνικό προξενείο για να εξυπηρετηθούν. Κι επειδή αυτό δεν θα γινόταν πιθανόν αυθημερόν, θα έπρεπε να μείνουν σε ξενοδοχείο, με ό,τι έξοδα συνεπάγεται. Αυτό ισχύει για Έλληνες που θέλουν να ανανεώσουν διαβατήρια, για τουρίστες που θέλουν να έλθουν Ελλάδα, αιτούντες τη «χρυσή βίζα» κ.λπ.
Φυσικά, σοβαρές χώρες που ενδιαφέρονται για προσέλκυση επενδύσεων, αύξηση των εξαγωγών τους σ’ ένα τόσο μεγάλο χρηματοοικονομικό κέντρο, δεν τερματίζουν τη διπλωματική τους παρουσία εκεί και κυρίως μ’ αυτό τον τρόπο. Όμως, εδώ είναι Ελλάδα. Το κωμικοτραγικό είναι ότι το τουρκικό προξενείο έχει ζητήσει από το Ελληνο-Χονγκ Κονγκιανό Εμπορικό Επιμελητήριο τα φώτα του, γιατί οι Τούρκοι θέλουν να ενισχύσουν την παρουσία τους εκεί και θέλουν να ιδρύσουν δικό τους Εμπορικό Επιμελητήριο.
Ας περάσουμε όμως στην παλαιότερη περίπτωση, που έλαβε χώρα μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Με την τότε κραταιά εφημερίδα Πράβντα, όργανο του Κομμουνιστικού Κόμματος, υπό κατάρρευση, ένας Έλληνας επιχειρηματίας, ο Γιάννης Γιαννίκος, πρότεινε στους εργαζομένους να βάλει εκείνος λεφτά και να πάρει το 55% και το υπόλοιπο να μοιρασθεί στους εργαζομένους. Όπως κι έγινε. Πόσο σημαντική κίνηση ήταν δεν άργησε να φανεί. Η Ρωσία ήταν από τις πρώτες χώρες που αναγνώρισαν τα Σκόπια ως Μακεδονία, πιάνοντας στον ύπνο την Αθήνα. Κατόπιν συνεννόησης του τότε προέδρου Κωνσταντίνου Καραμανλή με τον κ. Γιαννίκο, ο τελευταίος συναντήθηκε με τον Ρώσο πρόεδρο Γιέλτσιν και τον έπεισε να αλλάξει στάση η Ρωσία στο όνομα -κάτι ασυνήθιστο- όπως κι έγινε.
Ο Γιαννίκος ίδρυσε επίσης το Ινστιτούτο Αθηνά για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας στη Μόσχα, που έφτασε να έχει 2.800 Ρώσους μαθητές. Αν ήταν σε άλλη χώρα, ο συγκεκριμένος άνθρωπος θα τύγχανε μεγάλης στήριξης για εθνικούς λόγους, αλλά όχι από την Ελλάδα. Με το πρόσχημα ότι ανήκε σε ιδιώτη, η ελληνική κυβέρνηση έκλεισε πρακτικά το Ινστιτούτο Αθηνά και έφτιαξε άλλο κρατικό Ινστιτούτο, το οποίο έλεγχε και μπορούσε να διορίζει κόσμο.
Από τα δύο ανωτέρω παραδείγματα -υπάρχουν κι άλλα- συνάγεται το συμπέρασμα ότι το ελληνικό κράτος κάνει ό,τι μπορεί για να δημιουργεί πρόβλημα στη χώρα, αποθαρρύνοντας και υπονομεύοντας μερικές φορές ανθρώπους που θα έπρεπε να αξιοποιήσει.
Δυστυχώς, αυτό δεν αλλάζει διαχρονικά.