Μια ματιά στα swaps δείχνει ότι αναμένουν αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στις ΗΠΑ και στην ευρωζώνη το επόμενο 18μηνο, σύμφωνα με τη Morgan Stanley. Τα swaps δείχνουν βραδύτερη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στην ευρωζώνη. Πιο συγκεκριμένα, ο πληθωρισμός θα ακουμπήσει το 3% το φθινόπωρο (Οκτώβριο-Νοέμβριο) και θα βρεθεί κάτω από 3% το διάστημα Φεβρουαρίου-Μαρτίου του 2024.
Η λογική υπαγορεύει ότι η Ελλάδα θα ακολουθήσει την τάση στην ευρωζώνη σε γενικές γραμμές. Όμως, η ιστορία διδάσκει επίσης ότι η χώρα μας συχνά αποκλίνει. Υπενθυμίζουμε ότι ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή στην ευρωζώνη πήρε την ανηφόρα από τα μέσα περίπου του 2021 και έφθασε στο απόγειό του, δηλ. το 10,6% σε ετήσια βάση, τον Οκτώβριο του 2022. Από τότε ακολουθεί πτωτική τάση, υποχωρώντας στο 6,1% τον προηγούμενο μήνα.
Ο ελληνικός πληθωρισμός ξεκίνησε την ανοδική του πορεία με ολιγόμηνη καθυστέρηση σε σχέση με την ευρωζώνη, φθάνοντας στο ζενίθ, δηλ. στο 12,1%, πιο γρήγορα τον Ιούνιο του 2022, και ξεκίνησε να υποχωρεί από τον Σεπτέμβριο, πέφτοντας ταχύτερα στο 2,8% τον Μάιο του 2023. Για την ιστορία, ο μέσος ελληνικός πληθωρισμός διαμορφώνεται στο 8% μεταξύ 1960 και 2022. Ένα προϊόν που είχε κόστος το ισοδύναμο των 100 ευρώ το 1960 θα κόστιζε 10.111,91 ευρώ στις αρχές του 2023, σύμφωνα με το WorldData.
Προφανώς, ο πληθωρισμός είναι νομισματικό φαινόμενο μακροπρόθεσμα. Όμως, αρκετοί ακόμη παράγοντες υπεισέρχονται στη διαμόρφωσή του βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα. Καθοριστικό ρόλο παίζουν οι προσδοκίες. Είναι διαφορετικό η συλλογική ψυχολογία να μας λέει ότι θα πρέπει να αναμένουμε τις τιμές να αυξάνονται και άλλο να υποχωρούν.
Η πρόσφατη εμπειρία δείχνει ότι η μεταβολή των τιμών της ενέργειας έχει συγκριτικά μεγαλύτερο και πιο άμεσο αντίκτυπο στον ελληνικό πληθωρισμό. Η συνολική ζήτηση παίζει επίσης ρόλο και κυρίως η ιδιωτική κατανάλωση, που είναι το μεγαλύτερο κομμάτι της, πλησιάζοντας το 69% του ΑΕΠ περίπου στην Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η κατανάλωση των νοικοκυριών αυξήθηκε πάνω από 15% (!) το 2022, ξεπερνώντας τα 140 δισ. ευρώ. Ο μέσος πληθωρισμός διαμορφώθηκε σε 9,6% την ίδια χρονιά, με τις τιμές των τροφίμων να αυξάνονται κατά 18% περίπου. Φυσικά, η αύξηση της κατανάλωσης δεν προέκυψε τυχαία. Η αύξηση της απασχόλησης και των αμοιβών εξηρτημένης εργασίας, κατώτατου μισθού, επιδομάτων, συνέβαλαν προς αυτή την κατεύθυνση. Από τη στιγμή που οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 6 δισ. ευρώ, η εναπομείνασα εξήγηση πρέπει να είναι τα υψηλά αδήλωτα εισοδήματα.
Αν λοιπόν δεν αλλάξει κάτι στα ανωτέρω, η Ελλάδα θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί από τον μέσο όρο της ευρωζώνης στο μέτωπο του πληθωρισμού τα επόμενα χρόνια. Πολύ περισσότερο, αν οι τιμές της ενέργειας πάρουν την πάνω βόλτα και οι ολιγοπωλιακές καταστάσεις σε διάφορους τομείς της οικονομίας επιμείνουν.