Δεν ήταν δύσκολο να το προβλέψει κάποιος. Την επομένη των εκλογών της Κυριακής που έχρισαν τη ΝΔ φαβορί για αυτοδυναμία στις εκλογές της 25ης Ιουνίου, γράφαμε ότι έρχεται ράλι στα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία, όπερ και εγένετο καθώς το Χρηματιστήριο Αθηνών και τα ομόλογα κατέγραψαν σημαντικά κέρδη. Τα σημαντικά κέρδη του Γενικού Δείκτη μετοχών στο Χρηματιστήριο Αθηνών ανέβασαν την απόδοση στο 29% από την αρχή της χρονιάς, έναντι 15% του γερμανικού χρηματιστηριακού δείκτη DAX.
Επιπλέον, η απόδοση του 10ετούς ελληνικού ομολόγου συμπιέσθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 24 χρόνων έναντι του αντίστοιχου ιταλικού, σύμφωνα με τους FT. Κάποιοι επενδυτές έσπευσαν να αγοράσουν ελληνικά ομόλογα, προεξοφλώντας την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από την Ελλάδα σύντομα. Επίσης, μερικά hedge funds που είχαν «σορτάρει» (δανεισθεί και πουλήσει, ευελπιστώντας σε πτώση της τιμής για να τα αγοράσουν φθηνότερα) τα ομόλογα ενόψει εκλογών, έσπευσαν να κλείσουν τις θέσεις τους, ωθώντας προς τα πάνω τις τιμές τους. Η συνολική απόδοση των ελληνικών ομολόγων υπολογίζεται σε 4,2% περίπου από την αρχή της χρονιάς, έναντι 2,7% της Ιταλίας και 1,2% της ευρωζώνης, σύμφωνα με τον ICE Bank of America Index.
Οι ανωτέρω εκτιμήσεις για ράλι βασίζονταν στην κοινή λογική και στις απόψεις ανθρώπων της αγοράς που εμπιστευόμαστε. Όμως, στο κείμενο δεν παραλείψαμε να αναφερθούμε στον διεθνή παράγοντα καθώς επηρεάζει αναπόφευκτα και τα ελληνικά αξιόγραφα και χρεόγραφα, όσο θετικές κι αν νομίζει η αγορά πως είναι οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Το Χρηματιστήριο Αθηνών δεν μπορεί να αγνοήσει τη χθεσινή πτώση της Γουόλ Στριτ, στη σκιά των ανησυχιών που υπάρχουν για ασυμφωνία στο θέμα της αύξησης του ορίου του χρέοyς και ενδεχόμενη αθέτηση υποχρεώσεων από τις ΗΠΑ. Μπορεί να αποδειχθεί βραχυχρόνιο θέμα, όμως δεν μπορεί να αγνοηθεί. Ακόμη περισσότερο δεν μπορεί να αγνοηθεί η άποψη των στρατηγικών αναλυτών στις ΗΠΑ, που βλέπουν τον δείκτη S&P 500 να υποχωρεί προς τις 4.000 μονάδες μέχρι το τέλος του 2023 από 4.200 πρόσφατα. Ούτε η άποψη του Μάρκο Κολάνοβιτς, επικεφαλής αναλυτή της JP Morgan, ότι τυχόν επιβεβαίωση των προβλέψεων της αγοράς για μειώσεις επιτοκίων από τη Fed μέχρι το τέλος του 2023 δεν θα είναι καλό νέο για τις μετοχές, γιατί σημαίνει ύφεση. Ούτε ασφαλώς θα πρέπει να αγνοήσουμε τις συνεχιζόμενες αναφορές της προέδρου της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ ότι τα επιτόκια παρέμβασης του ευρώ θα διατηρηθούν σε υψηλά επίπεδα για όσο χρειασθεί προκειμένου να μειωθεί ο πληθωρισμός.
Μόνο που η αναμονή να πέσει ο πληθωρισμός στο 2% από το 5% και πλέον που βρέθηκε, μπορεί να κρατήσει χρόνια, όπως τουλάχιστον δείχνουν τα ιστορικά δεδομένα. Και δεν βάζουμε στο κάδρο ούτε τα γεωπολιτικά ρίσκα ούτε τις οικονομικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής που είναι ήδη ορατές σε χώρες όπως η Ισπανία και η Ουρουγουάη. Δεν παίζουμε μπάλα μόνοι μας. Καλώς ή κακώς.