Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, διακινούνται μεγάλα ποσά αλλά ο απλός πολίτης δεν γνωρίζει ποιοι είναι οι χρηματοδότες των κομμάτων και των πολιτευτών και πόσα λεφτά δίνουν στον καθένα. Ο σημερινός νόμος που ψηφίστηκε την περίοδο της τρόικας προβλέπει ονομαστικοποίηση των δωρεών για ποσά άνω των 50 ευρώ, σύμφωνα με τότε κυβερνητικό αξιωματούχο. Ουσιαστικά, η Ελλάδα υιοθέτησε ευρωπαϊκό νόμο και έβαλε όριο τα 50 ευρώ, για να μην προκαλέσει την αντίδραση του ΚΚΕ με τα κουπόνια, απ' όσο κατανοούμε.
Όμως, εδώ, σε αντίθεση με άλλες χώρες, π.χ. αγγλοσαξονικές, δεν υπάρχουν λίστες δωρητών για Πολιτικά Εκτεθειμένα Πρόσωπα (ΠΕΠ), ώστε ο ενδιαφερόμενος πολίτης να μπορεί να δει από ποιους χρηματοδοτείται ο κάθε υποψήφιος και με πόσα λεφτά. Υποθέταμε ότι ο ελληνικός νόμος δεν το προβλέπει αλλά ο πρώην κυβερνητικός ισχυρίζεται ότι το προβλέπει και απλά κανείς δεν τον εφαρμόζει.
Στην Ελλάδα έχουμε κι άλλα παράδοξα. Κάθε ΠΕΠ, π.χ. υποψήφιος βουλευτής, πρέπει να έχει ένα δικό του τραπεζικό λογαριασμό και έναν άλλο στον οποίο θα κατευθύνονται τα χρήματα των υποστηρικτών-χρηματοδοτών του. Οι λογαριασμοί ΠΕΠ παρακολουθούνται στενά από τις τράπεζες. Όμως, από καταγγελίες προκύπτει ότι κάτι δεν πάει καλά. Κι αυτό γιατί ένα τουλάχιστον άτομο που επιχείρησε να στείλει λίγες χιλιάδες ευρώ σε υποψήφιο βουλευτή από την τράπεζά του ηλεκτρονικά διαπίστωσε κάτι περίεργο. Η άλλη τράπεζα δεν είχε αποδεχθεί τη συναλλαγή, παρότι η εντολή για το έμβασμα είχε σταλεί ηλεκτρονικά.
Σε μια περίοδο που το κράτος θέλει να ενθαρρύνει τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, τέτοιου είδους πρακτικές ωθούν τους πολίτες να δώσουν τα λεφτά κάτω από το τραπέζι στους υποψηφίους, για να αποφύγουν τη γραφειοκρατία. Είναι κοινό μυστικό ότι η προεκλογική εκστρατεία μπορεί να κάνει κάποιον άνθρωπο πλουσιότερο απ’ ό,τι ήταν πριν μπει σ’ αυτή. Ιδιαίτερα αν είναι πολλά υποσχόμενος και κοντά στην ηγεσία του όποιου κόμματος εξουσίας.
Πριν από πολλά χρόνια, γίναμε άθελά μας μάρτυρες μιας τέτοιας περίπτωσης. Είχαμε επισκεφθεί το γραφείο ενός γνωστού συνδικαλιστή που κατέβαινε υποψήφιος μ’ ένα από τα δύο κόμματα της εποχής για να τον δούμε. Μπήκαμε στο γραφείο του χωρίς να ρωτήσουμε, γιατί η πόρτα ήταν ανοικτή, και τον βρήκαμε με ένα υψηλόβαθμο στέλεχος μιας μεγάλης εμπορικής επιχείρησης που μόλις του είχε δώσει μια επιταγή για τις προεκλογικές του ανάγκες. Κάπως αμήχανα μας σύστησε και μετά από λίγο το στέλεχος της επιχείρησης αποχώρησε. Φανταστήκαμε ότι δεν ήταν ο μόνος που τον χρηματοδοτούσε και υποθέσαμε πως κι άλλοι κάνουν το ίδιο, για να έχουν πρόσβαση στην εξουσία. Ένας τέτοιος πολιτευτής υποθέτουμε ότι θα έβγαινε οικονομικά ωφελημένος προσωπικά, είτε εκλεγόταν είτε όχι. Φυσικά, υπάρχουν κάποιοι άλλοι που μπαίνουν μέσα γιατί χρηματοδοτούν την εκστρατεία τους με δικά τους λεφτά.
Ακούμε πως μια προεκλογική εκστρατεία ενός υποψηφίου στους τομείς της Αθήνας, π.χ. Βόρειο, Νότιο κ.λπ., χρειάζεται 200 χιλ. ευρώ κατ’ ελάχιστο. Στην επαρχία είναι διαφορετικά τα πράγματα και το ελάχιστο ποσό μπορεί να πάει στις 50 χιλ. ευρώ. Αν δεν έχει ο/η ίδιος/ίδια τα λεφτά, θα πρέπει να απευθυνθεί σε τρίτους. Αν όμως, οι τράπεζες δεν αποδέχονται εμβάσματα από άλλη τράπεζα σε λογαριασμό ΠΕΠ, το σύστημα ωθεί τους ανθρώπους να τα δώσουν σε ρευστό, χωρίς να δίνουν λογαριασμό σε κανένα.
Θα πρέπει λοιπόν ο σχετικός νόμος για χρηματοδοτήσεις κομμάτων και υποψήφιων βουλευτών είτε να εφαρμοστεί είτε να αλλάξει ριζικά σε κάποια σημεία. Η υποχρέωση των υποψηφίων να δημοσιοποιούν τους χρηματοδότες-δωρητές τους και τα ποσά που τους έδωσαν θα πρέπει να επιβληθεί. Όπως και η άρση των εμποδίων για την αποστολή εμβασμάτων. Η διαφάνεια είναι το όπλο για να επιτύχουμε τους σκοπούς μας. Ας τη χρησιμοποιήσουμε.