Ως γνωστόν, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα και την ευρωζώνη συνεχίζει να υποχωρεί, αλλά ο πυρήνας του επιμένει, εξωθώντας την ΕΚΤ στην απόφαση να ανεβάσει εκ νέου τα επιτόκια παρέμβασης, εκτός απροόπτου, την Πέμπτη.
Υπενθυμίζουμε ότι ο ετήσιος ρυθμός του πληθωρισμού έπεσε στο 6,9% τον Μάρτιο από 8,5% τον Φεβρουάριο στην ευρωζώνη, σύμφωνα με την αρχική εκτίμηση της Eurostat. Για λόγους σύγκρισης, ο εναρμονισμένος πληθωρισμός στην Ελλάδα επιβραδύνθηκε σε 5,4% τον Μάρτιο από 6,5% τον προηγούμενο μήνα σε ετήσια βάση και είναι ο 5ος χαμηλότερος ανάμεσα στις 19 χώρες του ευρώ.
Σε σημαντικό βαθμό η αποκλιμάκωση αντικατοπτρίζει την άμεση και έμμεση επίπτωση από την πτώση των τιμών της ενέργειας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο τομέας της ενέργειας ήταν ο μοναδικός που εκτιμάται ότι κατέγραψε μείωση της τάξης του 0,9% στη ζώνη του ευρώ τον Μάρτιο.
Όμως, η ΕΚΤ και αρκετές κυβερνήσεις αντιλαμβάνονται πλέον ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος προέρχεται από την πολιτική των διευρυμένων περιθωρίων κέρδους των εταιρειών. Το θέμα συζητήθηκε στη συνάντηση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ τον Μάρτιο. Δεν είναι τυχαία η δήλωση της Κριστίν Λαγκάρντ στα τέλη εκείνου του μήνα, για την ανάπτυξη μιας δυναμικής όπου τα εταιρικά περιθώρια κέρδους ωθούν τους μισθούς και τις τιμές σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα. Ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ Philip Lane είχε επισημάνει ότι οι μισθοί είχαν περιορισμένη επίπτωση στο πληθωρισμό την τελευταία διετία ενώ η αύξηση των κερδών είχε σημαντικά μεγαλύτερη επίπτωση. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται η Maeva Cousin του Bloomberg Economics, η οποία υποστηρίζει ότι η συνεισφορά των κερδών στον πληθωρισμό ήταν μεγαλύτερη από εκείνη των μισθών στην ευρωζώνη μέσα στο 2022 και κάποια τρίμηνα το 2021. Η ίδια εκτιμά ότι τα επιχειρηματικά κέρδη συνεισέφεραν πάνω από τα 2/3 του πληθωρισμού στα τέλη του 2022.
Μάλιστα, η Ελλάδα είναι η 3η χώρα μετά την πρωταθλήτρια Λιθουανία και τη δευτεραθλήτρια Ιρλανδία στην αύξηση των κερδών το τελευταίο τρίμηνο του 2022, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της. Το φαινόμενο είναι πιο έντονο στους κλάδους της οικονομίας που η ζήτηση είναι πιο ισχυρή και η προσφορά πιο περιορισμένη. Η σημαντική αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης στην Ελλάδα το 2022 εξηγεί σε μεγάλο βαθμό αυτή την εξέλιξη. Η ισχυρή ζήτηση σε συνδυασμό με την πρακτική πολλών εταιρειών, από τις μεγάλες μέχρι τους μικρομαγαζάτορες, που τείνουν να αυξάνουν τις τιμές πιο γρήγορα από την αύξηση των τιμών των εισροών και να τις διατηρούν αμετάβλητες ή να τις μειώνουν συγκριτικά λιγότερο όταν τα κόστη υποχωρούν. Αρκετοί ίσως θυμάστε ότι η τιμή της πίτας με γύρο χοιρινό πήγε στα 3,40-3,50 ευρώ το τεμάχιο από 2,80 ευρώ πέρυσι τον Μάρτιο και παραμένει εκεί παρά τη ραγδαία μείωση της τιμής της ενέργειας κ.λπ.
Είναι προφανές ότι η ανωτέρω εξέλιξη εντείνει την πίεση στην ΕΚΤ να αυξήσει περαιτέρω τα επιτόκια παρέμβασης για να συγκρατήσει τη ζήτηση και τις τιμές καταναλωτή. Είναι λίγο δύσκολο να προβλέψει κάποιος αν η δυναμική των κερδών θα οδηγήσει σε σπιράλ αυξήσεων στους μισθούς και μετά στις τιμές. Πάντως, ο πληθωρισμός της απληστίας, όπως αποκαλείται, είναι εδώ.