Η απόφαση του ΟΠΕΚ+ να μειώσει ακόμη περισσότερο την παραγωγή πετρελαίου έχει δώσει ώθηση στην τιμή του «μαύρου χρυσού», τροφοδοτώντας τις ανησυχίες για αναζωπύρωση του πληθωρισμού στη Δύση και νέες αυξήσεις επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες. Με την οικονομία της Κίνας να ανοίγει και να αυξάνει την κατανάλωση πετρελαίου αλλά τις συσσωρευμένες αυξήσεις επιτοκίων από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες και την πρόσφατη τραπεζική αναταραχή να βάζουν κάπως φρένο στη Δύση, η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου αποτελεί ερώτημα. Όμως, η παγκόσμια παραγωγή αναμένεται να εμφανίσει κάμψη μετά την απόφαση του ΟΠΕΚ+. Ένα ερώτημα είναι αν οι χώρες του ΟΠΕΚ+ θα τηρήσουν τις υποσχέσεις τους για μείωση και αν οι πετρελαιοπαραγωγοί σχιστολιθικού στις ΗΠΑ κι αλλού εκτός ΟΠΕΚ μπορούν να αυξήσουν την παραγωγή τους, μετριάζοντας την κάμψη.
Ως γνωστόν, η αγορά πετρελαίου χαρακτηρίζεται από περιόδους ανόδου και πτώσης καθώς οι τιμές είναι ευμετάβλητες, επειδή η προσφορά είναι ανελαστική και η ζήτηση συνήθως επίμονη. Με άλλα λόγια, όταν οι τιμές του πετρελαίου αλλάζουν, η ζήτηση και η προσφορά δεν προσαρμόζονται άμεσα. Ακόμη και η αποκατάσταση μιας μικρής ανισορροπίας μεταξύ ζήτησης και προσφοράς απαιτεί μεγάλη μεταβολή της τιμής του πετρελαίου. Βραχυπρόθεσμα, οι τωρινές τιμές (spot) επηρεάζονται από τα αποθέματα πετρελαίου. Ο βετεράνος οικονομολόγος Paul Frenkel το είχε περιγράψει τέλεια πριν από 70 χρόνια και πλέον: «Aν μειώνονταν οι τιμές της μπίρας και των τσιγάρων στο μισό, το πιθανότερο αποτέλεσμα θα ήταν η άμεση αύξηση της κατανάλωσής τους αλλά δεν θα συνέβαινε το ίδιο με το πετρέλαιο. Θα διπλασίαζαν οι άνθρωποι την απόσταση που διανύουν με τα αυτοκίνητά τους;».
Αν και κάποια πράγματα έχουν αλλάξει από τότε, το χαρακτηριστικό της μεταβλητότητας της αγοράς πετρελαίου δεν έχει αλλάξει. Ο ΟΠΕΚ επικαλέστηκε τη σταθεροποίηση της αγοράς για να δικαιολογήσει τη νέα μείωση παραγωγής από τα μέλη του καρτέλ και των συνεργαζόμενων χωρών όπως η Ρωσία κατά 3,66 εκατ. βαρέλια ημερησίως σωρευτικά από τον περασμένο Νοέμβριο. Για τον ίδιο λόγο, η Σαουδική Αραβία έχει κατηγορήσει τους σπεκουλαδόρους που πουλάνε ανοικτά συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης (futures) στο πετρέλαιο, συμπιέζοντας τις τιμές.
H Σαουδική Αραβία, η οποία δεν έχει καλές σχέσεις με τον πρόεδρο Μπάιντεν στις ΗΠΑ, και η Ρωσία που χρηματοδοτεί τον πόλεμό της στην Ουκρανία με εξαγωγές πετρελαίου, θέλουν διατήρηση της τιμής πάνω από τα 80 δολάρια το βαρέλι, σύμφωνα με αναλυτές. Γι’ αυτό άλλωστε ο ΟΠΕΚ+ μείωσε την παραγωγή του. Η απόφαση έδωσε ώθηση στις τιμές, με το μπρεντ να ξεπερνά τα 86 δολάρια το βαρέλι χθες, πριν υποχωρήσει στα 84,5 δολάρια από 71 δολάρια πριν από δύο εβδομάδες. Μάλιστα, μεγάλοι διεθνείς οίκοι προβλέπουν ότι η τιμή θα φτάσει τα 100 δολάρια από το καλοκαίρι και μετά.
Όμως, προς το παρόν, η τωρινή τιμή (spot) είναι υψηλότερη από την τιμή του συμβολαίου μελλοντικής προαίρεσης (futures) κι αυτό σημαίνει πως η αγορά πετρελαίου είναι σε backwardation. Κοινώς, δεν υπάρχει κίνητρο για συσσώρευση πετρελαίου για το μέλλον και αυτό δεν είναι καλός οιωνός για τις επιδιώξεις του ΟΠΕΚ+. Θα μπορούσαν οι Αμερικανοί παραγωγοί πετρελαίου από σχιστολιθικό βράχο με τη μέθοδο του franking, δηλ. την εκτόξευση νερού με άμμο υπό πίεση σε πετρώματα, να αυξήσουν αρκετά την παραγωγή τους και να αμβλύνουν τις επιπτώσεις από την κίνηση του ΟΠΕΚ+; Τα είχαν καταφέρει το 2014-2016, όταν ο ΟΠΕΚ κατόπιν πρωτοβουλίας της Σαουδικής Αραβίας αποφάσισε να αυξήσει αντί να μειώσει την παραγωγή πετρελαίου, οδηγώντας την τιμή στα τάρταρα. Στόχος του ΟΠΕΚ ήταν η χρεοκοπία των Αμερικανών αλλά απέτυχε. Το αποτέλεσμα ήταν οι Αμερικανοί παραγωγοί να γίνουν πιο ανταγωνιστικοί και η παραγωγή πετρελαίου των ΗΠΑ να ξεπεράσει τα 10 εκατ. βαρέλια τη μέρα το 2018. Την προηγούμενη φορά που είχε ανάλογη παραγωγή ήταν το 1970 και πρόεδρος ήταν ο Νίξον, με την τιμή του πετρελαίου στο 1,80 δολάριο το βαρέλι.
Φυσικά, δεν είναι μόνο αυτοί. Οι παραγωγοί ΑΠΕ θα μπορούσαν να βοηθήσουν επίσης. Όμως, όλα θα φανούν στην πράξη.