Η στήλη έχει επανειλημμένα εκφράσει την άποψη ότι το πολιτικό ρίσκο της χώρας δεν είναι αμελητέο και δεν θα πρέπει να αγνοηθεί, παρότι δεν φαίνεται να σκιάζει τις αγορές.
Οι γενναιόδωρες κυβερνητικές παροχές λίγους μήνες πριν από τις εθνικές εκλογές μπορεί να μην εκπλήσσουν, όμως δικαιολογούν μια επιφυλακτικότητα.
Κι αυτό παρότι γνωρίζαμε πως δημιουργήθηκε δημοσιονομικός χώρος ύψους 0,9-1 δισ. ευρώ το 2023 από μεταφορές δαπανών στην προηγούμενη χρονιά (ΑΜΚ της Τρ. Αττικής) και εσόδων που θα μπορούσαν να καταγραφούν στην περσινή χρονιά αλλά καταγράφηκαν στη φετινή.
Κάθε φορά που εκφράζαμε τις επιφυλάξεις μας, ακούγαμε κάποιους αξιωματούχους να είναι καθησυχαστικοί. «Με την συμβολή της τρόικα έχει δημιουργηθεί μια μηχανή (φορολογικό μηχανισμό) που παράγει χρήμα. Ιδίως όταν η οικονομία πάει καλά», ανέφερε ένας εξ αυτών. «Κι ακόμη δεν έχουν συνδεθεί οι ταμειακές (μηχανές) με τα POS, ωριμάσει το mydata και άλλα».
Το μεγάλο πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού τον Ιανουάριο τους επιβεβαιώνει. Κι αυτό γιατί το πρώτο τρίμηνο της χρονιάς, το κράτος δεν εισπράττει έσοδα από πηγές όπως ο ΕΝΦΙΑ και ο φόρος εισοδήματος.
Είναι αυτό ενδεικτικό της πορείας των δημόσιων οικονομικών το 2023; Θα απαντούσαμε καταφατικά.
Μάλιστα, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι στο μυαλό μας μπαίνουν κι άλλες σκέψεις. Μήπως δηλαδή δεν δημοσιοποιούν τις πιο ρεαλιστικές (αισιόδοξες) εκτιμήσεις τους, γιατί ανησυχούν στο οικονομικό επιτελείο μήπως ενταθούν οι πιέσεις από δικούς τους βουλευτές για νέες, επιπρόσθετες παροχές.
Κι αυτό γιατί ενδεχομένως προσπαθούν να ισορροπήσουν μεταξύ της κομματικής ανάγκης για αυξημένες προεκλογικές παροχές και της επίτευξης του αποκαλούμενου εθνικού στόχου, δηλ. της επενδυτικής βαθμίδας.
Η ελάχιστη προϋπόθεση για την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας εντός του 2023 είναι η άνετη επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου και ιδανικά ακόμη παραπάνω.
Ως γνωστόν, ο φετινός δημοσιονομικός στόχος βάζει τον πήχη για το πρωτογενές πλεόνασμα στο 0,7% του ΑΕΠ ή 1,6 δισ. ευρώ.
Αυτό το σενάριο θα αρχίσει να παίζει πιθανόν από τον Σεπτέμβρη και μετά, εκτός κι αν υπάρξουν μεγάλες ανατροπές στο εσωτερικό ή το διεθνές μέτωπο. Επομένως, εκείνη την περίοδο το πρωτογενές πλεόνασμα του 8μηνου-9μηνου θα πρέπει να πιστοποιεί πέραν πάσης αμφιβολίας ότι θα ξεπεράσει τον στόχο για ολόκληρο τον χρόνο.
Αυτό δεν θα μπορέσει να γίνει, αν ανοίξουν ακόμη περισσότερο οι κρουνοί.
Αντίθετα, θα επιτευχθεί εύκολα και μάλιστα με υπέρβαση, αν οι παροχές δεν αυξηθούν και η τιμή του φυσικού αερίου παραμείνει στα σημερινά επίπεδα των 55 ευρώ η μεγαβατώρα ή τουλάχιστον κάτω από τα 100 ευρώ.
‘Ίδωμεν αλλά η καλή μέρα από τον Ιανουάριο φαίνεται στα δημόσια οικονομικά.