Για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα, οι ενδιάμεσες αμερικανικές εκλογές που διεξάγονται σήμερα στην πολιτεία της Πενσιλβάνια για την εκλογή γερουσιαστή είναι από τις πιο σημαντικές και κρίσιμες των τελευταίων δεκαετιών.
Κι αυτό γιατί υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων είναι ο τουρκικής καταγωγής Δρ. Μεχμέτ Οζ. Ο συγκεκριμένος δεν έχει απλά γεννηθεί στις ΗΠΑ. Εχει επίσης υπηρετήσει με δική του πρωτοβουλία στον τουρκικό στρατό, έχει τουρκικό διαβατήριο και θεωρείται φίλος του Ταγίπ Ερντογάν.
Τυχόν εκλογή του Oζ θα συνιστά τεράστια επιτυχία για την Τουρκία, που δεκαετίες τώρα ξοδεύει πολλά λεφτά για λόμπι στο Κογκρέσο, χωρίς να έχει κάτι σημαντικό να επιδείξει. Αν λοιπόν διαθέτει πολλά χρήματα για λόμπι και δικό της γερουσιαστή, ίσως έχουμε για πρώτη φορά αλλαγή των δεδομένων εις βάρος μας στην πιο ισχυρή χώρα του κόσμου.
Δεν είναι τυχαίο ότι στη συγκεκριμένη «κούρσα» είχαν πέσει τα περισσότερα λεφτά. Συνολικά, πάνω από 300 εκατ. δολάρια μέχρι πριν λίγο καιρό.
Ως γνωστόν, η Ελλάδα ξοδεύει ψίχουλα αλλά έχει πολύ μεγαλύτερη επιρροή στα κέντρα των αποφάσεων στις ΗΠΑ, λόγω του αποκαλούμενου ελληνοαμερικανικού λόμπι και των κατά καιρούς συμμάχων του. Μέχρι στιγμής.
Η γνωστή ιστοσελίδα 538 (Five Thirty Eight) ανάλυσης των δημοσκοπήσεων έδινε χθες το βράδυ οριακό προβάδισμα στον κ. Οζ έναντι του Δημοκρατικού αντιπάλου του κ. Φέτερμαν, που υπέστη εγκεφαλικό πριν από λίγο καιρό, αλλά το αποτέλεσμα θεωρείται ακόμη αβέβαιο.
Αν ο Τούρκος υπήκοος κερδίσει την έδρα, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα θα αποκτήσει κατά πάσα πιθανότητα τον έλεγχο των 51, τουλάχιστον, από τις 100 έδρες της Γερουσίας. Επίσης, προβλέπεται πως θα κερδίσουν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, που σήμερα βρίσκεται υπό τον έλεγχο των Ρεπουμπλικάνων.
Με τον Δημοκρατικό Τζο Μπάιντεν στην προεδρία και τα νομοθετικά σώματα υπό τον έλεγχο των Ρεπουμπλικάνων, θα υπάρχει μεν ισορροπία δυνάμεων αλλά και δυσκολία υλοποίησης πολιτικών. Μερικοί μιλάνε για αδιέξοδο.
Ομως, αυτό δεν προβληματίζει τα αμερικανικά χρηματιστήρια. Σύμφωνα με μελέτη της Wells Fargo του περασμένου Σεπτεμβρίου, o έλεγχος της Γερουσίας από τους Ρεπουμπλικάνους συνοδεύεται ιστορικά από υψηλότερες αποδόσεις.
Την περίοδο 1948-2000, ο χρηματιστηριακός δείκτης S&P 500 καταγράφει συνολική μέση απόδοση 27% για την επόμενη διετία, μετά τις ενδιάμεσες εκλογές. Η μέση απόδοση ήταν 36%, όταν οι Ρεπουμπλικάνοι είχαν την πλειοψηφία στη Γερουσία, έναντι 22% των Δημοκρατικών.
Αν λοιπόν οι Ρεπουμπλικάνοι αποκτήσουν τον έλεγχο της Γερουσίας με τη βοήθεια του Τούρκου υπηκόου στην Πενσιλβάνια, οι επενδυτές μπορούν να ελπίζουν σε διψήφιες, ικανοποιητικές αποδόσεις του S&P 500 την επόμενη διετία, με βάση την ιστορία της περιόδου 1948-2000.
Ενδιαφέρουσες είναι επίσης οι μέσες αποδόσεις για τον S&P 500 στο 6μηνο και στο 12μηνο μετά τις ενδιάμεσες εκλογές, καθώς διαμορφώνονται σε 10% και 17,5% αντίστοιχα για τους Ρεπουμπλικάνους και 11,2% και 13,7% για τους Δημοκρατικούς.
Φυσικά, κάθε εποχή έχει τις ιδιαιτερότητές της. Οπως και κάθε χώρα.
Πάντως, το παλιό ρητό που θέλει τη Γουόλ Στριτ να φταρνίζεται και τα υπόλοιπα χρηματιστήρια να κρυολογούν, δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Και το αντίστροφο γενικά.