Κάθε χώρα έχει τα δικά της χαρακτηριστικά. Όμως, ένα κοινό χαρακτηριστικό της μεγάλης πλειονότητας των ανεπτυγμένων χωρών ήταν η αξιοσημείωτη μείωση του αριθμού των επιχειρήσεων που αθετούσαν τις χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις τους τα προηγούμενα χρόνια.
Η σταθερή και σημαντική μείωση των χρεοκοπιών δεν οφειλόταν τόσο στις ισχυρές οικονομίες στις οποίες δραστηριοποιούνταν. Κυρίως, οφειλόταν στην πολιτική των χαμηλών επιτοκίων που εφάρμοζαν οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες, π.χ. Fed, EKT κ.λπ., και στην πολιτική της διάσωσης των πιστωτριών τραπεζών για την αποφυγή μιας κρίσης φερεγγυότητας σε περίπτωση ανάγκης. Το συγκεκριμένο πλαίσιο πολιτικής μπορούσε να εφαρμοσθεί γιατί ο πληθωρισμός ήταν υποτονικός και υπό έλεγχο τις τέσσερεις τελευταίες δεκαετίες.
Πριν από κάπου τρεις-τέσσερις μήνες, η Deutsche Bank δημοσίευσε την ετήσια μελέτη για τα ιστορικά ποσοστά χρεοκοπίας επιχειρήσεων στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι χρεοκοπίες επιχειρήσεων με πιστοληπτική αξιολόγηση κάτω της επενδυτικής βαθμίδας κατά την S&P ανέρχονται σε 12% στις ΗΠΑ σε περιόδους ύφεσης ενώ είναι χαμηλότερες στην Ευρώπη. Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο ήταν η μείωση των χρεοκοπιών μετά τη φούσκα των dot.com το 2000. Η τελευταία αποδίδεται στην πολιτική των χαμηλών επιτοκίων, που είχε στόχο την ανάκαμψη των οικονομιών, την αποσόβηση του αποπληθωρισμού και τη μείωση του κόστους δανεισμού των κρατών. Ως γνωστόν, οι παρεμβάσεις κάθε φορά που υπήρχε πρόβλημα ενθάρρυναν τους επενδυτές να παίρνουν ρίσκα καθώς πόνταραν στη διάσωσή τους από τις κεντρικές τράπεζες. Από τη στιγμή που ο δανεισμός ήταν φθηνός και δεν χρειαζόταν να ανησυχούν για ενδεχόμενη χρεοκοπία, ήταν επίσης πιο εύκολο να βγάλουν κέρδη.
Όμως, η επιμονή του πληθωρισμού έχει αλλάξει άρδην τα δεδομένα καθώς το κόστος δανεισμού αυξάνεται. Πλέον, δεν χρειάζεται καν να μπει η οικονομία σε ύφεση. Αρκεί οι πωλήσεις των επιχειρήσεων να αυξηθούν λιγότερο σε σχέση με τα κόστη τους. Σ’ αυτή την περίπτωση, η λειτουργική μόχλευση (operational leverage) θα πληγώσει πολλαπλάσια την κερδοφορία τους. Δηλαδή το ακριβώς αντίθετο απ’ ό,τι αν οι πωλήσεις αυξάνονταν ταχύτερα από τα κόστη τους.
Ακόμη λοιπόν κι αν δεν υπάρξει ύφεση, η αποκαλούμενη ομαλή προσγείωση με χαμηλότερο πληθωρισμό και ρυθμό ανάπτυξης θα πλήγωνε τα κέρδη των εταιρειών, τις μετοχές τους και θα αύξανε τις χρεοκοπίες. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Moody’s εκτιμά ότι το ποσοστό των εταιρικών χρεοκοπιών παγκοσμίως θα αυξηθεί στο 4,3% το 2023 από 2,3% τον Σεπτέμβριο. Αν επιβεβαιωθεί, το ποσοστό των αθετήσεων θα είναι πάνω από τον ιστορικό μέσο όρο.
Ερχόμενοι στην Ελλάδα των μονίμως παραπονούμενων μικρομεσαίων, η κατάσταση είναι δυσδιάκριτη και λογικά θα γίνει πιο δύσκολη. Το ενεργειακό κόστος έχει ανέβει, τα μεταφορικά, οι πρώτες ύλες κ.λπ. Από την άλλη πλευρά, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ καταγράφουν εντυπωσιακή αύξηση των πωλήσεων της τάξης του 40%-50% σε ετήσια βάση για τις εταιρείες με διπλογραφικά βιβλία τον Ιούλιο-Αύγουστο και χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η διάχυτη φοροδιαφυγή.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, τα λουκέτα στην Ελλάδα θα έπρεπε να είναι περισσότερα του χρόνου. Σε μια χώρα όμως που οι χρεοκοπίες επιχειρήσεων ήταν λιγότερες το 2020 με την ύφεση στο 9% σε σχέση με το 2019 που είχε ανάπτυξη 1,9%, η επιστήμη σηκώνει ψηλά τα χέρια της. Τα πάντα μπορούν να συμβούν.