Σε μια από τις συναντήσεις που είχε πρόσφατα ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας και στελέχη του οικονομικού επιτελείου στην Ουάσινγκτον, στο πλαίσιο της ετήσιας συνόδου του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, φέρεται να ρωτήθηκε από ξένο συνομιλητή του για την πορεία του προϋπολογισμού και των δημόσιων εσόδων.
Η ερώτηση δεν εκπλήσσει ασφαλώς. Το κόστος χρήματος αυξάνεται στην ευρωζώνη και διεθνώς και η Ελλάδα έχει υψηλό δημόσιο χρέος. Επομένως, τα δημόσια οικονομικά παίζουν καθοριστικό ρόλο. Θυμίζουμε επίσης ότι η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής ήταν ψηλά στην ατζέντα των δανειστών τα χρόνια της κρίσης καθώς πίεζαν για αύξηση των εσόδων και περιστολή των δαπανών του προϋπολογισμού, ώστε να προκύψει πρωτογενές πλεόνασμα.
Έχοντας πιθανώς κι αυτό στο νου του, ο κ. Σταϊκούρας φέρεται να αναφέρθηκε στην αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών ως πηγή έξτρα φορολογικών εσόδων από τον περιορισμό της φοροδιαφυγής. Συγκεκριμένα, ο υπουργός φέρεται να τόνισε ότι η αξία των ηλεκτρονικών συναλλαγών θα ξεπεράσει τα 60 δισ. ευρώ το 2022 έναντι 40 δισ. περίπου το 2019 και πολύ λιγότερα τα προηγούμενα χρόνια, σύμφωνα με άτομο που ήταν παρών. Ο ίδιος επισήμανε ότι σημαντικό λόγο σ’ αυτή την εξέλιξη έχουν παίξει τόσο τα capital controls του 2015 και η πανδημία, κυρίως το 2020, όσο και τα κίνητρα χρήσης ηλεκτρονικών πληρωμών και τα αντικίνητρα πληρωμής με ρευστό που θέσπισε η κυβέρνηση.
Πράγματι, τα στοιχεία του 1ου εξαμήνου του 2022 των τραπεζών δείχνουν μια σημαντική αύξηση της αξίας των ηλεκτρονικών συναλλαγών, με αποτέλεσμα να φθάσουν τα 30 δισ. ευρώ. Με δεδομένο το ισχυρό τουριστικό ρεύμα που συνεχίζεται, η εκτίμηση του ΥΠΟΙΚ για ηλεκτρονικές πληρωμές άνω των 60 δισ. ευρώ στο σύνολο της χρονιάς μοιάζει λογική. Τα αντίστοιχα νούμερα ήταν 53 δισ. το 2021, 44 δισ. το 2020 και 40 δισ. το 2019. Το ίδιο ισχύει για τα επιπρόσθετα έσοδα που οι αρχές εκτιμούν ότι θα εισπραχθούν από τον περιορισμό της φοροδιαφυγής και της φοροκλοπής με την αντικατάσταση των μετρητών.
Αν όμως βάλουμε τα νούμερα στο ευρύτερο πλαίσιο, θα διαπιστώσουμε ότι απέχουν πολύ ακόμη απ’ το να είναι ικανοποιητικά. Τι εννοούμε; Πράγματι, η αξία των ηλεκτρονικών συναλλαγών αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό 30% στο εξάμηνο και πιθανώς στο 8μηνο του 2022. Από την άλλη πλευρά, η ιδιωτική κατανάλωση σε τρέχουσες τιμές εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 136 δισ. ευρώ περίπου το 2022 από 126 δισ. το 2021, 115,5 δισ. το 2020 και 126,6 δισ. το 2019, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Κομισιόν. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι μόλις 60-65 δισ. ευρώ από τα 136 δισ. ευρώ της εκτιμώμενης ιδιωτικής κατανάλωσης θα πληρωθούν με κάρτες ή άλλο ηλεκτρονικό μέσο. Τα υπόλοιπα είναι μετρητά. Σημειωτέον ότι στην ευρωζώνη παρατηρείται μείωση του αριθμού των ΑΤΜ και αύξηση των POS, σύμφωνα με την ΕΚΤ. Αυτό συνδέεται με τη μείωση των μετρητών και την αύξηση των ηλεκτρονικών πληρωμών.
Υπάρχει λοιπόν αναμφισβήτητα πρόοδος στη χρήση των ηλεκτρονικών μορφών πληρωμής στην Ελλάδα. Όμως, απέχουμε ακόμη αρκετά χρόνια από το σημείο που τα μετρητά θα αντιστοιχούν σε μικρό ποσοστό των συνολικών συναλλαγών. Σιγά σιγά.